του Luis Buñuel
olvidad1.jpg

Ο Χάιμπο έχει μόλις δραπετεύσει από το αναμορφωτήριο και επιστρέφει στη παλιά του γειτονιά. Εκεί βρίσκει την παλιά του παρέα και προσπαθούν να ληστεύουν ένα τυφλό μουσικό. Μαζί με τον Πέντρο συναντά του Χουλιάν που υποψιάζεται ότι τον προδώσει. Επιτίθεται σ’ αυτόν οργισμένος και τον σκοτώνει. Ο Πέντρο βασανίζεται από τύψεις και απομακρύνεται από τον Χάιμπο. Αργότερα προσλαμβάνεται ως μαθητευόμενος σ’ ένα σιδηρουργείο αλλά όταν μετά από μια επίσκεψη του Χάιμπο χάνεται ένα ασημένιο μαχαίρι το αφεντικό τον υποψιάζεται. Η μητέρα του Πέντρο τον παραδίδει στην αστυνομία και κλείνεται σ’ ένα σωφρονιστικό ίδρυμα. Όμως εκεί δέχεται την επίσκεψη του Χάιμπο και ο Πέντρο αναγκάζεται να φύγει από εκεί…
Η ταινία θεωρείται ως μια από τις πιο σημαντικές της μεξικάνικης περιόδου του σκηνοθέτη, αν και είναι ελάχιστα τυπική αφού δεν έχει τις γνωστές εμμονές του Bunuel: εστιάζει σ’ ένα κόσμο εξαθλίωσης που βρίσκεται στο περιθώριο, στους «καταραμένους» των αστικών μεγαλουπόλεων. Αυτός ο κόσμος εξακολουθεί να επιβιώνει ακόμα και σήμερα τόσο στο τρίτο κόσμο όσο και πρώτο.
Μ’ αναφορές στο λογοτεχνικό σύμπαν του Κάρολου Ντίκενς, ο κόσμος αυτός χαρακτηρίζεται από ένα έλλειμμα, την απουσία της αγάπης. Στη συμμορία των παιδιών μπορούμε να διακρίνουμε τις τρεις φάσεις της κοινωνική εξαθλίωσης: την αρχική με τον αγώνα για επιβίωση, στο πρόσωπο του Οχίτος, την ενδιάμεση όπου το παιδί μυείται στο κόσμο της εγκληματικότητας στο πρόσωπο του Πέντρο και τέλος την τελική φάση όπου η σκληρότητα και η βιαιότητα έχουν κυριαρχήσει στο πρόσωπο του Χάιμπο. Όπως υπονοεί τόσο ο τίτλος όσο και αρκετά επεισόδια της αφήγησης αυτά τα παιδιά είναι θύματα της οργανωμένης κοινωνίας.
Η ταινία κέρδισε το βραβείο σκηνοθεσίας και το βραβείο της FIPRESCI στο φεστιβάλ Καννών 1951.

Δημήτρης  Μπάμπας

olvidad2.jpg
Έγραψαν για την ταινία

Octavio Paz: " Όμως το Λος Ολβιδάδος είναι κάτι περισσότερο από μια ρεαλιστική ταινία. Το όνειρο, ο πόθος, η φρίκη, το παραλήρημα, η τύχη και η νυχτερινή ζωή έχουν και αυτά τη θέση τους. Και το βάρος της πραγματικότητας που αποκαλύπτεται, είναι τόσο μεγάλο, ώστε, στο τέλος, μας φαίνεται ανυπόφορο. Ναι η πραγματικότητα είναι ανυπόφορο κι επειδή ο άνθρωπος δεν την αντέχει, σκοτώνει και πεθαίνει, αγαπά και δημιουργεί. Το Λος Ολβιδάδος διακρίνεται για την αυστηρή καλλιτεχνική του οικονομία. Σε μια πιο δυνατή συμπύκνωση αντιστοιχεί πάντα μια πιο έντονη έκρηξη. Είναι μια ταινία που δε χρειάζεται σταρ κατά τον ίδιο τρόπο, το μουσικό φόντο είναι διακριτικό και δεν προσπαθεί να σφετεριστεί τη θέση που, στον κινηματογράφο, ανήκει στο βλέμμα."

Julio Cortazar: "Δεν πιστεύω και πολύ στη διδακτική λειτουργία του κινηματογράφου πιστεύω, όμως, στην αργή ωρίμανση των μαρτυριών. Μια μαρτυρία αξίζει αυτή καθαυτή και όχι για την πρόθεσή της να παραδειγματίσει. Η ταινία Λος Ολβιδάδος πετάει στον κάλαθο των αχρήστων τις περισσότερες συμβατικές ταινίες με θέμα τα προβλήματα των παιδιών ξεκαθαρίζει το τοπίο και προσδιορίζει αυτή καθαυτή τη σημασία τους."

Andre Bazin: "Το μεγαλείο αυτής της ταινίας γίνεται αντιληπτό μόλις νιώσεις ότι δεν αναφέρεται ποτέ στα ηθικά κατηγορήματα. Κανένας μανιχαϊσμός στους χαρακτήρες-η ενοχή τους δεν είναι παρά συγκυριακή: η προσωρινή συνάρθρωση πεπρωμένων που διασταυρώνονται σ’ αυτά τα πρόσωπα σαν μαχαίρια. "

(πηγή δ.τ.)