(Lady Zee)
του Georgi Djulgerov
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)

Οι περισσότεροι πρωταγωνιστές, σ’ αυτή την ιστορία, προέρχονται από ιδρύματα για παιδιά που έχουν εγκαταλειφθεί από τους γονείς τους. Στη μικρή Βουλγαρία, μ’ ένα πληθυσμό 8 εκατομμυρίων, 35 χιλιάδες παιδιά μεγαλώνουν σε περίπου 300 τέτοια ιδρύματα. Αν μάλιστα προσθέσουμε και όσους έχουν περάσει την σχολική ηλικία τότε ο αριθμός γίνεται 10 φορές υψηλότερος, αν όχι και παραπάνω…
Είναι άνθρωποι χωρίς γονείς ή συγγενείς. Δεν είναι εκπληκτικό που αυτοί δεν έχουν ούτε οικογενειακά φωτογραφικά άλμπουμ ούτε φωτογραφίες της βρεφικής τους ηλικίας;
Είναι άνθρωποι χωρίς παρελθόν. Το μέλλον τους είναι περιορισμένο. Οι κοινωνικές τους προοπτικές σκοτεινές. Αποκαλούν τους εαυτούς τους «απορρίμματα», επειδή αρκετοί απ’ αυτούς βρέθηκαν εγκαταλελειμμένοι σε κάδους απορριμμάτων.
(...)
Αυτό, που πραγματικά με εντυπωσίασε τα χρόνια που έκανα έρευνα για αυτή την ιστορία, είναι τα βαθιά ψυχολογικά τραύματα που έχουν αυτά τα παιδιά. Μεγαλωμένα σε ιδρύματα, σε κλειστές κοινότητες είναι ανίκανα να πάρουν οποιαδήποτε προσωπική πρωτοβουλία, δεν έχουν καμιά απολύτως πίστη στο εαυτό τους. Με δυσκολία θα γίνουν κάποτε αυτόνομες προσωπικότητες. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία δεν πιστεύουν στις βασικές αξίες του Χριστιανισμού. Η πίστη τους, η ελπίδα τους, η επιδίωξη τους δεν είναι τίποτε πέρα από την βιολογική τους επιβίωση.
Είναι γι’ αυτό το λόγο, που όταν συναντήθηκα με τα πρόσωπα πάνω στα οποία βασίστηκαν οι κεντρικοί χαρακτήρες, οι οποίοι είναι εξαίρεση στο γενικό κανόνα, προσπάθησα να βρω τρόπους για να αφηγηθώ την εξαιρετική τους ιστορία. Η ηλικία τους είναι μεταξύ 25 και 30 χρόνων. Μέχρι αυτή τη στιγμή οι ζωές τους είναι γεμάτες κινδύνους και επικίνδυνες στροφές. Όμως ο καθένας με τον τρόπο του προσπαθεί σκληρά να αναγνωρισθεί μέσα στον κόσμο των ανθρώπων με γονείς. Οι ζωές τους μοιάζουν με τις ταινίες θρίλερ και αυτό με κάνει να πιστεύω ότι μια ταινία γι’ αυτούς θα ήταν ενδιαφέρουσα να τη δει κάποιος.
(...)
Αν καταφέρω να αφηγηθώ την ιστορία με σεβασμό στον κόσμο αυτών των ανθρώπων –ένα κόσμο όπου το δραματικό διαπλέκεται με το κωμικό, που μέσα στη άγρια καθημερινότητα λάμπει η αληθινή καλοσύνη-, αν κατάφερα να υπερβώ το καμβά του ντοκιμαντέρ και να δημιουργήσω γενικεύσεις –στην εικόνα και στο μήνυμα- αν κατορθώσαμε να κάνουμε αυτό το παράλληλο σύμπαν κατανοητό από τους «κανονικούς» ανθρώπους, εάν η ίντριγκα της ιστορίας σταθερά κρατά το ενδιαφέρον του θεατή, εάν μέσα από τα δάκρυα του ο θεατής χαμογελά –τότε όλα τα προηγούμενα θα σημαίνουν ότι έχουμε προσεγγίσει το στοίχημα: να κατανοήσουμε το τι είναι στα αλήθεια ο κινηματογράφος.

(δηλώσεις στις σημειώσεις για τη παραγωγή)