(Κεντρικό αεροδρόμιο THF)
του Karim Aïnouz
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2021_central-airport-thf.jpg

Αρχιτεκτονικό επίτευγμα και κτίριο με προϊστορία αιώνων, προϊόν μηχανικής δεξιοτεχνίας και σκοτεινών προθέσεων, πρωτοποριακό εγχείρημα και τόπος κρυφής θηριωδίας, κραταιό σύμβολο των Ναζί και μετέπειτα του Ψυχρού Πολέμου, το αλλοτινό καμάρι του Χίτλερ, αεροδρόμιο Τέμπελχοφ, στην καρδιά σχεδόν του σημερινού Βερολίνου, βραβευμένο, εγκαταλελειμμένο και εσαεί ανολοκλήρωτο, ξεπλένει λίγη απ’ τη ντροπή του παρελθόντος του με πάρκα ποδηλατάδας για τους ντόπιους και χώρους υποδοχής για τους πρόσφυγες που είναι σε διαδικασία αίτησης ασύλου.
Στο ντοκιμαντέρ Κεντρικό αεροδρόμιο THF, το ίδιο το αεροδρόμιο είναι ο ένας από τους δύο βασικούς πρωταγωνιστές της ταινίας. Ο άλλος είναι ο  Σύριος Ιμπραήμ Αλ Χουσείν που φτάνει εκεί στα γενέθλια των 18 χρόνων του με το όνειρο μιας καλύτερης ζωής, αλλά και νοσταλγία για ό,τι αναγκάστηκε ν’ αφήσει πίσω. Σ’ αυτόν τον πρώην ανίερο τόπο, που μια ολόκληρη χώρα προσπαθεί να διώξει απ’ τις αναμνήσεις της, πολλοί πρόσφυγες βρίσκουν ελπίδα ξεχνώντας κι οι ίδιοι τις δικές τους. Όμως ο Ιμπραήμ έχει ανάγκη να θυμάται.  
Ο Βραζιλιάνος, κάτοικος πια Βερολίνου, σκηνοθέτης και εικαστικός, Καρίμ Αϊνούζ, γνωστός μας απ’ την Αόρατη ζωή της Ευριδίκης Γκουσμάο, αποτυπώνει με την κάμερά του σκέψεις και στιγμιότυπα απ’ τη ζωή του Ιμπραήμ στη διάρκεια των δεκατεσσάρων περίπου μηνών που πέρασε στο κτίριο του Τέμπελχοφ. Στον εσωτερικό μονόλογο του ήρωα παρεμβάλλονται διαφορετικά πλάνα του κτίσματος -κάποια επαναλαμβανόμενα, όπως εκείνα με τα εσωτερικά διαμερίσματα που μοιάζουν με κλουβιά δίχως οροφή- και μικρά ενδεικτικά συμβάντα από ιστορίες τρίτων. Η ταινία, που  συνδυάζει την προσωπική ματιά και την ανθρωπιστική θεώρηση με μια ιδιαίτερα οξυμένη αισθητική αντίληψη, παίρνει το χρόνο της, ανταμείβοντας, όμως, πάντα τον θεατή με την ειλικρίνεια και την ομορφιά της καταγεγραμμένης εικόνας.  
Με καλλιτεχνική αμεσότητα και ποιητική διάθεση, ο Αϊνούζ, μέσα απ’ τις πολλαπλές γωνίες λήψης και το διαφορετικό φωτισμό, συλλαμβάνει κάτι απ’ την ίδια την ουσία του Τέμπελχοφ, ως αυθύπαρκτης οντότητας, που ξεκομμένη απ’ το χωροχρόνο που την περιβάλλει, άλλοτε ορίζει κι άλλοτε εκφράζει, ως μια τεράστια μεταφορά, τη συναισθηματική κατάσταση των προσωρινών της ενοίκων. Καθηλωμένοι στο ίδιο μέρος, σαν τα παλιά αεροπλάνα του Τέμπελχοφ, οι πρόσφυγες περιμένουν ως μπεκετικοί ήρωες την άφιξη ενός χαρτιού που θα τους σώσει τη ζωή ή θα ψαλιδίσει τα φτερά τους για πάντα. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η άχρωμη στατικότητα του μέρους που ζουν δεν τους προκαλεί μόνο αγωνία, αλλά και ασφάλεια, σαν ένα προστατευτικό κουκούλι που κρατάει μακριά την πραγματικότητα και τα προβλήματα που αναπόφευκτα θα ακολουθήσουν.
Η σκηνοθεσία αποτυπώνει με ακρίβεια όλα αυτά τα συναισθήματα και παίρνει μια πολύ καλή απόφαση, συνεχίζοντας να δείχνει για λίγο τη ζωή να προχωρά στο Τέμπελχοφ χωρίς τον Ιμπραήμ, αφού το αίσθημα αμηχανίας που κατακλύζει το θεατή, γρήγορα μεταβολίζεται σε μια σύντομη, αλλά σημαντική στιγμή ταύτισης με τη μοναξιά ενός πρόσφυγα μπροστά σ’ έναν νέο, μη επενδυδεμένο συναισθηματικά κόσμο. Η διακριτική επιστροφή του ήρωα για ένα τελευταίο πλάνο, καλύπτει μια συναισθηματική ανάγκη της θέασης, θυμίζοντάς μας ότι το σινεμά όπως κι η μνήμη μας, συχνά εκπληρώνει την ανάγκη μας για ψυχική επιστροφή στα ίδια μέρη.    

Βραβεία:
Βραβείο της Διεθνούς Αμνηστίας – Berlinale IFF 2018