«Ο Έρως δεν έχει αρετήν, δεν κατέχει το αγαθόν».
(Πλάτων, Συμπόσιο)
Τρεις άντρες, που βρίσκουν μέσω διαδικτυακών αγγελιών ερωτικούς συντρόφους, κατηγορούνται ότι νάρκωναν και στη συνέχεια μετέδιδαν με ένεση τον ιό του HIV στους ερωτικούς τους συντρόφους. Ποια θα μπορούσαν να είναι τα κίνητρα πίσω από την αποτρόπαια αυτή πράξη; Βασισμένο σε πραγματική ιστορία, στην πολύκροτη «υπόθεση HIV» που διαδραματίστηκε το 2007 στην πόλη Groningen της Ολλανδίας, το Feast είναι μια σκοτεινή ως προς το θέμα, περίπλοκη ως προς τη φόρμα φιλμική κατασκευή.
Χωρισμένη σε εφτά κεφάλαια-σεκάνς κινηματογραφημένα το καθένα από διαφορετικό διευθυντή φωτογραφίας, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Tim Leyendekker επιλέγει την πολυπρισματική προσέγγιση και μια ποικιλία αφηγηματικών τεχνικών (από την ψυχρή κλινική αναπαράσταση έως την ποιητική μεταφορά), όχι τόσο για να ρίξει φως στην υπόθεση του Groningen, όσο για να προβληματίσει με έναν αιχμηρό, συγκρουσιακό και συχνά προκλητικό τρόπο. Ένα υβριδικό project που χρησιμοποιώντας ως φόντο μια κοινώς αποδεκτή εγκληματική πράξη, θολώνει διαρκώς τα διαχωριστικά σύνορα καλού-κακού για να διερευνήσει τις έννοιες του Έρωτα και του Θανάτου –με άμεσες αναφορές στο Συμπόσιο του Πλάτωνα-, αλλά κυρίως για να εγείρει ερωτήματα γύρω από τα ηθικά ζητήματα της συναίνεσης σε θέματα ερωτικής επιθυμίας και της τελικής συνενοχής.
Η ταινία ανακαλεί πρόσωπα και γεγονότα, -θραύσματα μιας πραγματικότητας που παραμένει ως το τέλος θολή-, χρησιμοποιώντας στοιχεία από το δικαστικό ρεπορτάζ, δραματοποιημένους πλατωνικούς διαλόγους, συνεντεύξεις αλλά και «άβολες» επιστημονικές παραβολές που συνηγορούν για τη συμβιωτική σχέση ιών και σωμάτων. Το αντρικό σώμα ως μέσο επιβολής ή υποτέλειας και το αίμα ως φορέας μιας θανατηφόρας νόσου ή μιας ιδεατής συγχώνευσης βρίσκονται στο πυρήνα της. Στην ουσία πρόκειται για το αιώνιο παιχνίδι εξουσίας και απόλυτης κυριαρχίας από τη μια, για τις αυτοκαταστροφικές τάσεις, τις ασάφειες και τις αντιφάσεις από την άλλη. Ο Leyendekker, επιχειρώντας αν όχι να αμφισβητήσει, τουλάχιστον να κλονίσει τις στερεοτυπικές αντιλήψεις για τους ρόλους δράστη-θύματος, τους οποίους θεωρεί εναλλάξιμους, κρατάει μέσω της αποστασιοποίησης και ενός διαρκούς προβληματισμού μια απόσταση ασφαλείας από οποιαδήποτε ριζοσπαστική θέση, παραδίδοντας στο θεατή μια δοκιμιακή αλληγορία που κινείται μεταξύ φυσικής και μεταφυσικής, αισθήσεων και παραισθήσεων.
της Καλλιόπης Πουτούρογλου