(Η τρύπα)
του Michelangelo Frammartino
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2122_il-buco.jpg

Κατά τη διάρκεια της οικονομικής άνθησης της δεκαετίας του 1960, στον ακμάζοντα Βορρά της Ιταλίας χτίζεται το υψηλότερο κτίριο της Ευρώπης. Στην άλλη άκρη της χώρας, νέοι σπηλαιολόγοι εξερευνούν το βαθύτερο σπήλαιο της Ευρώπης στην ανέγγιχτη ενδοχώρα της Καλαβρίας. Φθάνουν για πρώτη φορά στον πυθμένα της αβύσσου Bifurto, 700 μέτρα κάτω από τη Γη...

Το σημείωμα του σκηνοθέτη

Τον Ιανουάριο του 2007, ο δήμαρχος του χωριού της Καλαβρίας στο οποίο γύριζα την ταινία Le Quattro Volte, με πήγε στο Εθνικό πάρκο Pollino. «Πρέπει να δεις τα θαύματα αυτών των βουνών!», είπε. Με οδήγησε σε μια καταβόθρα όπου φαινόταν ένα απειροελάχιστο κόψιμο στο έδαφος. Ήμουν μπερδεμένος, απογοητευμένος. Ο δήμαρχος από την άλλη, ενθουσιασμένος και περήφανος, πέταξε μια μεγάλη πέτρα σε αυτό το κενό. Την κατάπιε το σκοτάδι. Η τρύπα ήταν τόσο βαθιά που τίποτα δεν φαινόταν, ούτε ακουγόταν. Αυτή η εξαφάνιση, αυτή η έλλειψη ανταπόκρισης, μου προκάλεσε μια πολύ δυνατή συγκίνηση. Αυτό το παράξενο μέρος μου κόλλησε στον νου, με καλούσε πίσω χρόνια αργότερα, για να το εξετάσω και να φτιάξω μια ταινία μέσα στη σιωπηλή μαυρίλα της Αβύσσου Bifurto.
Στη σπηλαιολογία δεν βλέπεις τους άλλους σπηλαιολόγους. Το σκοτάδι σε κάνει να κινείσαι σύμφωνα με τις ανάγκες σου. Δεν είναι άθλημα - στον αθλητισμό, ακόμα και τη στιγμή της μεγάλης εξάντλησης, σε κοιτά πάντα το κοινό, οι φίλαθλοι, οι κάμερες. Το σπήλαιο είναι στο σκοτάδι, στο υπόγειο, στη λάσπη. Οι σπηλαιολόγοι ντύνονται περισσότερο σαν οδοκαθαριστές παρά σαν αθλητές. Στη σπηλαιολογία, υπάρχει σχεδόν μια τάση ήττας, με την έννοια ότι δεν υπάρχει θρίαμβος. Δεν υπάρχει κορυφή του βουνού όπως στην ορειβασία. Στη σπηλιά, δεν ξέρεις πού πας. Δεν υπάρχει σταθερό σημείο να φτάσεις. Όταν τελειώνει η εξερεύνηση, το νιώθεις σαν μια μικρή ήττα. Το σημείο άφιξης είναι συνήθως ένα άσχημο μέρος, στενό, βρώμικο, λασπωμένο. Υπάρχει πάντα ένα είδος μελαγχολίας.
Με ενδιέφερε εξ αρχής η εξερεύνηση του σκοταδιού, απ’ όπου λείπει το πιο θεμελιώδες κινηματογραφικό στοιχείο, το φως. Η αρχή της σύγχρονης σπηλαιολογίας, με την ίδρυση της πρώτης σπηλαιολογικής εταιρείας στη Γαλλία, ήταν το 1895 – μια εμβληματική χρονιά για εμάς τους κινηματογραφιστές, καθώς συμπίπτει με τη γέννηση του κινηματογράφου. Νιώθω αυτό τον ισχυρό δεσμό ανάμεσα στη σκοτεινιά των σπηλιών και στον κινηματογράφο, αυτές τις ακτίνες φωτός στο σκοτάδι.
Σταδιακά ανακάλυψα και την ισχυρή σχέση μεταξύ σπηλαιολόγων και βοσκών. Οι βοσκοί είναι αυτοί που γνωρίζουν καλύτερα το τοπίο και τα ορεινά εδάφη. Είναι αυτοί που οι εξερευνητές ρωτούν για να μάθουν πώς είναι φτιαγμένη η περιοχή. Γνωρίζουν τυχόν κοιλότητες, τρύπες και σπηλιές, μέρη που τείνουν να είναι επικίνδυνα γι’ αυτούς, μέρη όπου μπορούν να βάλουν τα ζώα τους. Ιστορικά, τα σπήλαια συνδέονταν πάντα με δοξασίες και παραδόσεις που σχετίζονται με τον φόβο. Οι βοσκοί είναι επίσης αυτοί που βαφτίζουν την περιοχή, που δίνουν ονόματα στις κορυφές, σε μέρη που έχουν συνηθίσει να διασχίζουν.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)