του Dénes Nagy
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2122_natural-light.jpg

«Who gave me
 Trembling branches, a powerful trunk
 And weak, helpless roots?
 Death is vile, but life is worse,
 And there’s no bridling its tyranny»
(After the War, Arseny Tarkovsky)

Το ποτάμι θα φέρει τους ντόπιους κυνηγούς στην όχθη και το θήραμα θα περάσει χωρίς αντίσταση στην κατοχή των στρατιωτών. Είναι Ούγγροι που αγωνίζονται στο πλευρό της ναζιστικής Γερμανίας και κυνηγούν αντάρτες στα δάση της παγωμένης Σοβιετικής Ένωσης, το χειμώνα του 43. Κάτι απειλητικό αιωρείται στην ατμόσφαιρα από την αρχή. Στους απόκοσμους ήχους, στην αίσθηση μιας υπόγειας έντασης, στην ωμή σάρκα του ζώου που τεμαχίζεται, στα πρόσωπα που κρύβονται στο υγρό σκοτάδι. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η μορφή ενός άντρα, του δεκανέα Semetka. Η κάμερα τον ακολουθεί κατά πόδας, καταγράφοντας με αδρές γραμμές σκηνές μιας ιστορίας εισβολής, γνώριμης σε ταινίες του είδους. Μόνο που εδώ τα γεγονότα αποτυπώνονται στα πρόσωπα. Στα σκαμμένα από τις κακουχίες πρόσωπα των χωρικών, στα κουρασμένα από την εξάντληση και τη διαρκή επαγρύπνηση των στρατιωτών. Δύο κόσμοι αντίπαλοι και ανάμεσά τους το ακίνητο πρόσωπο του κεντρικού ήρωα. Το δυσανάγνωστο  βλέμμα του παρακολουθεί η ταινία, το συναισθηματικό του κενό, την απάθεια, την αδυναμία του να επέμβει ή ίσως και μια βαθύτερη θλίψη.   
Τρεις ημέρες του 1943 βγαλμένες από το επικό μυθιστόρημα Natural Light του Pál Závada μετουσιώνονται σε μια υπνωτική αφήγηση που υπερβαίνει το ιστορικό της πλαίσιο, πορτρέτο ενός πολέμου που μαίνεται αλλά κυρίως μιας συνειδησιακής κατάστασης. Με ελάχιστους διαλόγους ο  Dénes Nagy θα περάσει από το ντοκιμαντέρ στη μυθοπλασία με μία ταινία που δεν κρύβει τον εικαστικό της χαρακτήρα, οικοδομώντας  ένα τοπίο ζοφερής ομορφιάς, εστιάζοντας στα φυσικά γήινα στοιχεία και στους περιβάλλοντες ήχους αλλά κυρίως στο πρόσωπο του κεντρικού της ήρωα. Ο σιωπηλός Semetka, ούτε ήρωας ούτε αντιήρωας, σκληρός αλλά και ανθρώπινος, κοιτάζει αλλά στην ουσία δε βλέπει, παρακολουθεί αλλά δεν ελέγχει, διαισθάνεται αλλά δεν αυτενεργεί. Συνεργός εξ ανάγκης, πεπεισμένος σύμμαχος ή πειθήνιο όργανο της εξουσίας; Δε θα το μάθουμε ποτέ. Το βυθισμένο σε μια διαρκή αβεβαιότητα βλέμμα του θα σβήσει στο τέλος- μαζί με τα όποια διλήμματα- σε έναν κατακόκκινο ορίζοντα.
Φέρνοντας στο προσκήνιο το πάντα επίκαιρο θέμα της ανάληψης της ατομικής ευθύνης σε δύσκολους καιρούς (το καθοριστικό συμβάν  λαμβάνει χώρα σε καθεστώς τρόμου και χάους) η ταινία του Dénes Nagy προβάλλει στο πρόσωπο του κεντρικού της ήρωα τον άνθρωπο-παρατηρητή μέσα σε ένα τοπίο που φέρει επιρροές από τον κινηματογράφο του Andrei Tarkofsky, του Sarunas Bartas αλλά και του συμπατριώτη του László Nemes, κυρίως στην ηχητική απόδοση της δράσης (η οποία σκηνικά ελαχιστοποιείται) και της αντανάκλασής της στα κοντινά πλάνα των προσώπων. Κατορθώνει ωστόσο να αφήσει το δικό της καθηλωτικό αποτύπωμα, όχι μόνο μέσα από την εξαιρετική φωτογραφική απόδοση των προσώπων όσο κυρίως μέσα από τη δημιουργία μιας αργής και διαρκούς εγρήγορσης των αισθήσεων, μιας παγίδευσης σε ένα περιβάλλον σκοτεινό και απόκοσμο τυλιγμένο στην γκρίζα ασάφεια αυτού του υγρού «φυσικού» φωτός.      

της Καλλιόπης Πουτούρογλου