(Ο μικρός αδερφός)
της Léonor Serraille
(το σημείωμα της σκηνοθέτιδος)
Πιστεύω ότι η ταινία γεννήθηκε από μία έλλειψη, και μια έκπληξη όταν συνειδητοποίησα ότι δεν είχα δει μια τέτοια ιστορία στο σινεμά, παρόλο που είναι κομμάτι της χώρας μου, της ζωής μου. Αυτό το σχέδιο για ένα «οικογενειακό μυθιστόρημα» συνδέεται με την ανάγκη μου να εξιστορήσω ένα μέρος της ιστορίας τους στα παιδιά μου, ή τουλάχιστον μια ερμηνεία της ιστορίας τους.
Μετά την ταινία Μια Νέα Γυναίκα ήθελα να προσεγγίσω ένα διαφορετικό σχέδιο, πιο μυθιστορηματικό. Μιλούσα γι’ αυτό στον πατέρα των παιδιών μου καθώς έπαιρνε μορφή στο μυαλό μου. Αναζητούσα μια μορφή έγκρισης από την πλευρά του αλλά εκείνος μου είπε ότι αυτό που έχει σημασία είναι να πω την ιστορία με τον δικό μου τρόπο.
Μετά από μήνες ξεκαθάρισε μέσα μου ότι θα ήταν ελεύθερα εμπνευσμένη από την ιστορία του και θα ήταν η δική μου ταινία. Τι σημαίνει να ανήκεις σε μια οικογένεια; Τι σημαίνει να είσαι μητέρα; Να είσαι γιος; Να έρχεσαι από αλλού, να είσαι Γάλλος; Η ταινία ξεκινά από αυτή τη λευκή σελίδα που μου δόθηκε. Προσέγγισα την ταινία με ένα μείγμα ελευθερίας και ευθύνης.
Προσπάθησα να κατανοήσω τους χαρακτήρες, να τους αφήσω να με κερδίσουν συναισθηματικά. Η καρδιά της συγγραφής του σεναρίου ήταν να τους σκιαγραφήσω ως ξεχωριστές και πολύπλοκες προσωπικότητες, όπως θέλω να με αντιλαμβάνονται κι εμένα. Για παράδειγμα, είμαι μια γυναίκα αλλά δεν θέλω να με χαρακτηρίζει μόνο αυτή η πλευρά, καθώς δεν εξηγεί τα πάντα γύρω από την ταυτότητα μου. Για αυτή την οικογένεια ισχύει το ίδιο πράγμα. Γεννήθηκαν αλλού και φτάνουν στην Γαλλία, σίγουρα αυτό τους καθορίζει. Αλλά η κοινωνία, τα μέσα ενημέρωσης και ειδικότερα οι πολιτικές, επιβάλουν ετικέτες, λέξεις και ορισμούς πάνω στους ανθρώπους. Στον κινηματογράφο μπορούμε να εξερευνήσουμε άλλα πράγματα. Μπορούμε να δούμε τι υπάρχει πίσω από αυτό που προβάλουν πάνω μας. Σε κάθε περίπτωση αυτό προσπάθησα να πετύχω. Να φέρω στο φως στοιχεία που θα αλλάξουν την οπτική μου.
Παρατηρώ τους χαρακτήρες ως ήρωες ενός μυθιστορήματος, γιατί έτσι τους αντιλαμβάνομαι. Έπρεπε να είμαι διακριτική, να τους αφήσω χώρο, και να δείξω την πολυπλοκότητά και την κομψότητα τους. Όλοι οι ηθοποιοί είναι ψηλοί, ήθελα μάλλον υποσυνείδητα να γεμίζουν τα κάδρα, να επιβάλλονται ως φιγούρες, ως μοντέλα, ως ορόσημα.
Ο Ζαν είναι ένα παιδί που φθάνει στην Γαλλία με πολλές ελπίδες στηριγμένες πάνω του. Όπως κάθε παιδί που αγαπά τη μαμά του θέλει να ικανοποιήσει τις προσδοκίες της για αυτόν. Αργότερα, μεταφέρεται σε ένα άλλο περιβάλλον, την αστική τάξη της Ρουέν, μέσα στην οποία αισθάνεται ξένος. Η σχολική επιτυχία δεν φτάνει για να νιώσει ίσος. Με ενδιέφερε να σκιαγραφήσω αυτή την «άσκηση προς την επιτυχία», να αναρωτηθώ για τα όρια της. Είναι ο μεγάλος αδερφός που κάνει και τον πατέρα για τον μικρό του αδερφό και δεν αντέχει τις ευθύνες. Είχε τον χρόνο να ονειρευτεί τη ζωή του; Αυτή την κατάσταση ήθελα να εξερευνήσω.
Ο Ερνέστ, ο μικρότερος, έχει μια διαδρομή σχεδόν αντίθετη. Και αυτός κρατάει πολλά στους ώμους του. Φαίνεται πιο δυνατός από τον Ζαν, αλλά βαθιά μέσα του ίσως δεν είναι. Και αυτός πέρασε μια δύσκολη φάση. Έχει και εκείνος ερωτήματα γύρω από την ταυτότητά του. Κάποια στιγμή ακούει το εξής: «η κατάθλιψη δεν είναι για εμάς. Κάνεις πολύ παρέα με λευκούς». Ποιο χρώμα αισθάνεται ο Ερνέστ; Κάποιες στιγμές μια μελαγχολία επικρατεί, μια στεναχώρια διατρέχει τις γενεές και οι πιο μικροί είναι οι αποδέκτες της, χωρίς να μπορούν να την διακρίνουν.
(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)