του Peter Hoogendoorn
(κριτική: Καλλιόπη Πουτούρογλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2324_three-days-of-fish.jpg

«Ο μουσαφίρης είναι σαν το ψάρι που την τρίτη μέρα μυρίζει», ελληνική αλλά και ολλανδική παροιμία που από ό,τι φαίνεται ενέπνευσε τον Peter Hoogendoorn στη δημιουργία αυτής της γλυκόπικρης κωμωδίας με το ιδιαίτερα στεγνό- καυστικό χιούμορ, η οποία μέσα από έναν ασπρόμαυρο μινιμαλισμό εκπέμπει μια θερμή εκφραστικότητα. Στην δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του ο ολλανδός δημιουργός επιστρέφει και πάλι με μία οικογενειακή ιστορία (εν μέρει αυτοβιογραφική), πορτρέτο της ευάλωτης σχέσης ενός πατέρα με τον ενήλικα γιο του, με φόντο ένα Ρότερνταμ που λειτουργεί εδώ και ως τρίτος κινηματογραφικός χαρακτήρας.
Ο 65χρονος Gerrie που τα τελευταία τρία χρόνια μετά τη σύνταξή του ζει με τη δεύτερη σύζυγό του στην Πορτογαλία, επιστρέφει στη γενέτειρά του, το Ρότερνταμ για τις καθιερωμένες ετήσιες ιατρικές εξετάσεις. Στη διάρκεια της τριήμερης παραμονής του, - που σκέφτεται να μην την επαναλάβει στο μέλλον -, θα έχει μια σειρά συναντήσεων υπό τη συνοδεία πάντα του 45χρονου γιου του από τον πρώτο του γάμο, που τον ακολουθεί παντού σαν σκυλάκι. Η σκηνή της πρώτης τους συνάντησης σε μία στάση λεωφορείου, όπου ο ατημέλητος Dick περιμένει τον πατέρα του με μία καρέκλα που έχει περισυλλέξει από τα σκουπίδια, αλλά και η αντίδραση του πατέρα, χαράσσουν τη γραμμή μιας ήπια συγκρουσιακής αν και τρυφερής σχέσης πατέρα-γιου που θα μείνει σταθερή καθ όλη τη διάρκεια της τριήμερης περιπλάνησης τους στην πόλη. Κι ενώ σταδιακά και άλλα πρόσωπα υπεισέρχονται στην ιστορία, ο κόσμος της ταινίας είναι αποκλειστικά αυτός των δύο εξίσου συγκρατημένων ανδρών, που δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν τις ανάγκες και τα συναισθήματά τους ο ένας στον άλλον. Ο Hoogendoorn παίζει συνεχώς με την ασάφεια αυτής της σχέσης που κινείται ανάμεσα στην άρρητη ανάγκη ενός φαινομενικά ανώριμου γιου για στοργή και αποδοχή από έναν πρακτικό πατέρα και τη δυσκολία του τελευταίου να ανταποκριθεί στις εύλογες προσδοκίες του γιου του. Η σιωπηρή παραδοχή αυτής της αμφίδρομης αδυναμίας ακολουθεί τους δύο άνδρες ως το τέλος και σφραγίζεται με την αμήχανη σκηνή του αποχαιρετισμού τους στον σιδηροδρομικό σταθμό.
Οι ζεστοί τζαζ τόνοι της μουσικής του Christiaan Verbeek που γεμίζουν συχνά την απόσταση και τις σιωπές των δύο αντρών ακολουθούν τους ήρωες ως το τέλος σε αυτή την λακωνική ταινία δρόμου, που σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στις ερμηνείες των ηθοποιών της (oι Ton Kas & Guido Pollemans μοιράστηκαν το βραβείο ανδρικής ερμηνείας) και μέσα από λεπτές πνευματώδεις κινήσεις αποτυπώνει μια ανθρώπινη, βαθιά συγκινητική ιστορία.

Karlovy Vary 2024