του Ρένου Χαραλαμπίδη
ftina1.jpg
Ο Ρένος Χαραλαμπίδης έκανε μια no budget (χωρίς προϋπολογισμό) ταινία. Γυρισμένη σε βίντεο και μεταγραμμένη αργότερα σε φιλμ 35 mm, η πρώτη ταινία του νεαρού ηθοποιού αναπληρώνει όλες τις ελλείψεις σε production values (σε αξίες παραγωγής) με κάποια πράγματα που στις χρηματοδοτημένες από Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου ταινίες ο θεατής μάταια αναζητά: Ονειρα και Ιδέες. Αλλωστε από αυτά δεν γίνονται οι εικόνες.
Δ.Μ.

Υ.Γ. Σ' ένα κείμενο του στο ένθετο περιοδικό ΕΠΕΝΔΥΤΗ, Symbol, ο σκηνοθέτης περιγράφει την περιπέτεια δημιουργίας μιας No Budget ταινίας.

Ο πανικός ενός αρχαρίου σκηνοθέτη...
Ο πανικός είναι ο δρόμος. Ξεκαθάρισα από την αρχή στο μυαλό μου πως δεν θα βρω χρήματα. Αρα έπρεπε να βρω συνεργάτες. Που να μην πληρωθούν. Αποτέλεσμα: Επρεπε να δουλέψω και με ερασιτέχνες και με επαγγελματίες που δεν ήταν ακόμα στα πράγματα. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν κάτω από τριάντα. Οι περισσότεροι, έκαναν για πρώτη φορά αυτή τη δουλειά. Τελικά, αυτό αποδείχθηκε ευεργετικό, γιατί ο αυτοσχεδιασμός και η λογική της πατέντας θριάμβευσε, ακόμα και στην παραγωγή. Ημασταν κάπως σαν μουζαχετίν, φανατικοί- αν και ξέγνοιαστοι. Το εντυπωσιακό είναι πως δεν φαινόμασταν καν για συνεργείο. Αυτό το κατάλαβα κατόπιν όταν είδα το υλικό. Οταν κατεβήκαμε στην Ομόνοια να κάνουμε γυρίσματα, κανείς στο πλήθος δεν κοίταζε την κάμερα. Ο κόσμος δεν μας έπαιρνε στα σοβαρά ευτυχώς. Γυρίζαμε χωρίς την απαιτούμενη άδεια, άρα δεν μπορούσαμε να φωνάζουμε "μην κοιτάτε στο φακό". Δεν κοίταξε κανείς.
nobudget.gif
Ας ρολάρουμε το βίντεο...
Επειδή τραβούσαμε με βίντεο, ήταν το μόνο σημείο που ήμασταν σπάταλοι. Τραβάγαμε τις πρόβες, αλλάζαμε επί τόπου διάλογους, δοκιμάζουμε πολλές, λήψεις και επιτρέψαμε στην σύμπτωση να παίξει το παιχνίδι της, όπως όταν βγαίνουμε στους δρόμους και περιμέναμε το απροσδόκητο. Τις περισσότερες φορές ερχόταν. Τελικά ένα μυστικό του σινεμά είναι να δημιουργείς τις προϋποθέσεις για να συμβεί το απροσδόκητο.

Σκίζοντας το σενάριο...
Οσο απίστευτο κι αν ακούγεται το σενάριο δεν δακτυλογραφήθηκε ποτέ. Οχι ολόκληρο. Αλλαζα συνέχεια σκηνές, διάλογους, ροή, εικόνες. Αποτέλεσμα, να δουλέψουμε με χειρόγραφα. Αλλά ακόμα και αυτά τα χειρόγραφα φωτοτυπήθηκαν ελάχιστα λόγω ανυπαρξίας ρευστού. Είχα φθάσει στο σημείο το σενάριο να ταξιδεύει από χέρι σε χέρι των συντελεστών προκειμένου να ενημερωθούν για το τι πρόκειται να κάνουν. Μέχρι το μέσον των γυρισμάτων και κατά διαβολική τύχη όλα τα σενάρια είχαν εξαφανιστεί, είχε μείνει μόνο του Δημήτρη Μπιρμπίλη, του βοηθού σκηνοθέτη. Τελικά, το σενάριο που έχω πια στα χέρια μου, ως κειμήλιο (δώρο της προνοητικότητας του Δημήτρη) είναι ένα στοκ από χαρτιά, ποδοπατημένα, ξαναγραμμένα, καμένα και ξανακολλημένα. Σενάριο που φυλλορροούσε. Ομολογώ ότι κάποια στιγμή αγανάκτησα τόσο που είπα, "Σκίστε κι αυτό που έχετε. Δεν θέλω να ξέρω τίποτα".

Ησυχία, γράφουμε. Ησυχία είπα!
Δεν είχαμε κλακέτες με την κλασσική έννοια. Είχε αγοράσει ο Δημήτρης μια fake κλακέτα από κινηματογραφικά είδη και μια με μια κιμωλία έγραφε τα στοιχεία. Οταν έβλεπα στο μοντάζ το υλικό, σε μια γωνία έγραφε "Χόλιγουντ". Τι να πει κανείς;

Νo budget, sorry...
Αν έχεις λίγα λεφτά δεν κάνεις τίποτα. Αν δεν έχεις καθόλου, κανείς τα πάντα. Παρακάλεσα τον Σταύρο Αλεξάνδρου να μου δανείσει μερικά φώτα από την αποθήκη του, μάλλον συγκινήθηκε από το "καλλιτεχνικό μου όραμα" και μου είπε "μπες μέσα και πάρε ότι θέλεις". Φθάσαμε στο σημείο, να είμαστε τόσο άρτια εξοπλισμένοι από φώτα και μακενιστικά, που να με παίρνει από κάτω γιατί δεν είχαμε καν τα φορτηγά να τα κουβαλήσουμε.

Μην ξανακούσω τίποτα για πρόβες...
Δεν κάναμε πρόβες. Στηριχθήκαμε στο ότι όλοι οι ηθοποιοί είχαν μεγάλη εμπειρία μπρος στις κάμερες, πίστη στον εαυτό τους και σε ότι πήγαμε να κάνουμε και την απαραίτητη τρέλα να εμπιστευθούν κάποιον σαν εμένα που δεν είχε δώσει μέχρι τότε δείγμα δουλειάς. Το ωραίο με τους ερασιτέχνες ήταν ότι καλούνταν να παίξουν τους εαυτούς τους. Να ξέρεις πως όλοι οι άνθρωποι θέλουν να μιλήσουν για τους εαυτούς τους μπροστά στις κάμερες. Με τις πρόβες τους αναγκάζεις να εκλογικεύουν -εγγύηση αποτυχίας- αυτό που τους προκύπτει πηγαία.

Η δύναμη της πειθούς...
Προσπαθούσα να πείσω τον Μποστατζόγλου ότι δεν είχε την ηθική υποχρέωση να συμμετέχει στο κουβάλημα των φώτων. Να πείσω τη μάνα μου ότι το συνεργείο είχε χορτάσει με το φαγητό που τους είχε φτιάξει κι ότι δεν ήταν υποχρεωτικό το γλυκό στο τέλος. Να πείσω τον μπούμαν ότι δεν πειράζει αν κάποιες σκηνές χαθήκανε εξαιτίας του μπουμ. Τον διευθυντή φωτογραφίας ότι ακόμα και ο "κόκκος" θα μπορούσε να είναι δραματουργικό στοιχείο. Σημασία είχε να είμαστε ομάδα.

Στη μονταζιέρα, βάζοντας τάξη στο χάος.
Αυτό που αποφασίσαμε με τον μοντέρ, τον Ντίνο Βαμβακούση, ήταν ότι δεν θα ακολουθήσουμε κανένα κανόνα μονταζιακό απ' αυτούς που ήδη ξέραμε. Η αρχή ήταν ότι δεν φαλτσάρει στο μάτι μας είναι σωστό. Το μοντάζ ήταν θρασύτατο. Το σενάριο ολοκληρώθηκε με το μοντάζ. Αλλη ταινία ονειρεύτηκα, άλλη έγραψα, άλλη γύρισα κι άλλη μόνταρα. Παρ' όλα αυτά όλες αυτές οι ταινίες μου άρεσαν.