Επιστρέφοντας στο σύμπαν της νεότητας, ένα προνομιακό τόπο για το σινεμά του, ο Έλληνας δημιουργός, για ακόμα μια φορά, σχεδιάζει μια σειρά νεανικών πορτραίτων, με φόντο ένα κοινωνικό πεδίο σε αναταραχή .
Αφηγούμενος τη διαδρομή και τις πράξεις μιας νεανικής συμμορίας, ο σκηνοθέτης επέλεξε ένα αφηγηματικό σχήμα με χρονικές παλινδρομήσεις. Στο κέντρο βρίσκεται η διαδικασία της ανάκρισης, όπου κάθε πρόσωπο παρουσιάζεται μόνο του, σχεδόν γυμνό, χωρίς τις σχέσεις του. Συνεχείς αναδρομές στο παρελθόν διακόπτουν τις διαδικασίες της ανάκρισης για να παρουσιαστούν τα γεγονότα της δράσης της συμμορίας. Το πλαίσιο της δράσης είναι, όπως είναι αυτονόητο, η οικονομική κρίση και ένα πλούσιο γεμάτο αντιφάσεις κοινωνικό τοπίο: μετανάστες δεύτερης γενιάς, τα ανεκπλήρωτα όνειρα αστικού τοπίου –ένα γνώριμο πεδίο για τον σκηνοθέτη (Από την άκρη της πόλης). Γεμάτη αφηγηματικά στερεότυπα και αναφορές στην κινηματογραφική μυθολογία –στις ταινίες ταινίες νεανικών συμμοριών, αλλά και τις ταινίες μιας χαμένης γενιάς-, η σκηνοθεσία οργανώνεται, όχι γύρω από τα συμβάντα –δηλαδή τη δράση-, αλλά από τα πρόσωπα, τις μεταξύ τους σχέσεις. Εδώ είναι προφανής η αναφορά στο θεατρικό έργο Frühlingserwachen (Το ξύπνημα της άνοιξης) του Frank Wedekind, ένα έργο που εστιάζει στο νεανικό σύμπαν και στα «δεινά της εφηβείας, τη σεξουαλική σύγχυση, το άγχος, τη βία, το θάνατο».
Σχεδιάζει, λοιπόν, ο σκηνοθέτης τα πορτραίτα των νεαρών ηρώων για να εστιάσει, στη συνέχεια, στις μεταξύ τους σχέσεις, σχέσεις στις οποίες η ερωτική διάσταση είναι σαφής και έντονη –είτε μεταξύ της κοπέλας και των ανδρών, είτε μεταξύ των ανδρών.
Στη σχεδίαση αυτών των νεανικών πορτραίτων, στη σκιαγράφηση των μεταξύ των ηρώων σχέση, καθοριστικό ρόλο έχει το σώμα. Ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης είναι ένας σκηνοθέτης που πάντα έθετε στο κέντρο της εικόνας το ανθρώπινο σώμα (κυρίως στην ανδρική εκδοχή) και την ερωτική του διάσταση. Ωστόσο, εδώ είναι το γυναικείο σώμα στο οποίο επιφυλάσσεται η προνομιακή μεταχείριση. Η εικόνα της γυμνόστηθης ηρωίδας (στο ρόλο η εξαιρετική Δάφνη Πατακιά) καθώς βγάζει στο κεφάλι της έξω από το παράθυρο του εν κινήσει αυτοκινήτου είναι εμβληματική της ταινίας και της αίσθησης που θέλει να μεταδώσει στον θεατή: η αναζήτηση μιας ελευθερίας μέσα σ’ ένα αστικό τοπίο που επιβάλλει την υποταγή και την ομοιομορφία.
Αυτό το γυναικείο σώμα και πρόσωπο είναι το κέντρο της αφήγησης, από τους πόθους της φαίνεται εκκινούν όλες οι δράσεις της ταινίας. Και σ’ αυτό το σώμα και σ’ αυτό το πρόσωπο φαίνεται να καταλήγουν όλα τα βλέμματα – όχι μόνο των ηρώων της ταινίας αλλά και των θεατών. Όταν λοιπόν η ηρωίδα, κλεισμένη μέσα στο μισοφωτισμένο δωμάτιο της ανάκρισης κοιτάζει σχεδόν κατάματα τον κινηματογραφικό φακό, το βλέμμα της είναι γεμάτο πόθους, ανεκπλήρωτα όνειρα αλλά και ικεσίες, μηδενισμό και αδιέξοδο νεανικό ρομαντισμό. Είναι το βλέμμα της ένα κάλεσμα για εξέγερση, αλλά και ένα κάλεσμα για βοήθεια. Απελπισία, αλλά και η λάμψη μιας ανυπότακτης νεότητας υπάρχει στο βλέμμα.
Και γι΄ αυτό το τέλος, η τραγωδία, μοιάζει να υπογραμμίζει το αναπόδραστο των πραγμάτων και να επιβεβαιώνει την για ακόμη μια φορά ήττα αυτής της αδιέξοδης νεανικής εξέγερσης...
Δημήτρης Μπάμπας