του Πάνου Κούτρα
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
Μπουρζουάδες και μέλη της αθηναϊκής ελίτ, με τον σύζυγο Παύλο (Άκης Σακελλαρίου) να είναι πετυχημένος επιχειρηματίας και την σύζυγο Μαριέλλα (Σμαράγδα Καρύδη), αξέχαστη σταρ της τηλεόρασης, η οικογένεια Καρακώστα κρύβει την οικονομική της καταστροφή, ελπίζοντας πως θα σωθεί χάρη στον πλούσιο γάμο της κόρης τους Σοφίας (Νατάσα Εξηνταβελώνη). Δύο βράδια πριν τη γαμήλια τελετή που οργανώνει η αεικίνητη Κάτια, ο Παύλος φέρνει σπίτι μια τρανς κοπέλα, την Εύα που φαίνεται να γνωρίζει πολλά για τον έμπιστο βοηθό του Αλέξη, κι η Μαριέλλα έναν πρόσφυγα τον Καλίλ και την μικρή ανήλικη αδελφή του. Η αφοσιωμένη οικιακή βοηθός, Ιρίνα, δείχνει ανήσυχη κι η Σοφία έχει κάποια άσχημα νέα που δεν λέει πουθενά. Όλοι κάνουν υπομονή, είναι, όμως αμφίβολο πόσα μυστικά θ’ αντέξουν μέχρι το γάμο. Εν τω μεταξύ, ο κηπουρός έχει ανακαλύψει ένα ντόντο στον κήπο, ένα εξαφανισμένο δηλαδή εδώ και 300 χρόνια πουλί, γνωστό κι από την Αλίκη στην Χώρα των Θαυμάτων…
Αγαπησιάρικο και τρυφερό, πολύχρωμο και συγκινητικό, αστείο και σοβαρό μαζί αν και λίγο περισσότερο δράμα από κωμωδία, πασπαλισμένο με την απαραίτητη -πάντα- δόση μελό, το Dodo του Πάνου Κούτρα, γλυκό και σοφό, είναι το πιο ώριμο έργο του σκηνοθέτη μέχρι τώρα. Γειωμένο στην «Αληθινή ζωή» σε βαθμό που εσκεμμένα να μην απογειώνεται μας χαρίζει αντ’ αυτού την ανθρωπιστική του ματιά και τη θεραπευτική του ιδιότητα, έτσι όπως έρχεται απ’ το παρελθόν και τον παραμυθένιο κόσμο της φαντασίας. Ένα-δύο φτερουγίσματα μείον στη διάρκεια και λίγη μεγαλύτερη δόση κουτρέικης τρέλας, θα το έκαναν ακόμα πιο λαμπερό, ακόμα κι έτσι, όμως διατηρεί, τις μαγικές του ιδιότητες που δεν πτοούνται απ’ τις αστοχίες και τα λάθη μας, και για να θυμόμαστε πως είμαστε φτιαγμένοι απ’ το υλικό των ονείρων μας αφήνει το αυγό του, που θα κρυφτεί και θα φυλαχτεί εκεί – σαν μια ξεκάθαρη υπόσχεση για το μέλλον.
Ο Κούτρας κατορθώνει να αλληλοσυνδέσει και ν’ αναδείξει μέσα απ’ την εξέλιξη της ιστορίας του δεκατέσσερεις διαφορετικούς χαρακτήρες, καθένας με την δική του ξεχωριστή προέλευση και υπόσταση, αφού οι ρόλοι αποτελούν και ένα μωσαϊκό με διαφορετικές κοινωνικές/εθνικές προεκτάσεις που συμβάλλουν στα μυστικά και τα διλλήματά των χαρακτήρων, με την ταινία να κάνει με μέτρο κι ευστοχία την κοινωνικοπολιτική της κριτική (π.χ. η Μαριέλλα δεν έχει σκεφτεί ποτέ το πώς η κατρακύλα της οικογένειας επηρέαζε την οικιακή βοηθό και τι απαιτήσεις είχαν από εκείνη). Τοποθετώντας, όμως την πλοκή στα πλαίσια κυρίως της βίλας και του κήπου, ενός χώρου περιχαρακωμένου δηλαδή αν και μεγαλοπρεπή, ο Κούτρας μας δείχνει πως οι αποφάσεις μας ορίζονται βασικά απ’ τα σύνορα του εσωτερικού μας κόσμου, στον οποίο το ντόντο προστρέχει για βοήθεια.
Η αγάπη του σκηνοθέτη για τις οικογένειες δεν είναι βέβαια μυστικό. Τις στηλιτεύει, τις ξεμπροστιάζει και τις βάζει σε δοκιμασίες και διλήμματα, κι αυτό κάνει και στο Dodo ξανά με στόχο να τις φτιάξει καλύτερες και πιο ανθεκτικές – όχι πια κλειστά σχήματα, αλλά χώροι συμπερίληψης κι αποδοχής όπου όλοι ό,τι κι αν είναι χωράνε, αρκεί να μείνουν εκεί και να «συνεχίσουν να ζούνε».
Έτσι κι αλλιώς όπως μας λέει ο Κούτρας δια στόματος Μαριέλλας, χαρίζοντας στην Σμαράγδα Καρύδη ίσως και τον πιο ολοκληρωμένο κινηματογραφικό της ρόλο μέχρι τώρα, η ζωή είναι μια σειρά αποφάσεων που θα κριθούν εκ των υστέρων, αλλά είναι σημαντικό να τις πάρουμε και να βαδίζουμε αρκετά, όπως είπαν κάποτε και στην Αλίκη, κι αυτό ακριβώς κάνει κι ο Κούτρας με την σκηνοθετική πορεία του αφήνοντας μας ν’ αναρωτιόμαστε, αυτή η νέα στροφή της διαδρομής σε ποιον καινούργιο δρόμο θα τον βγάλει.