του Νίκου Περάκη
(κριτική: Σωτήρης Ζήκος)
Πρόκειται για ένα ασυνήθιστο είδος “σοβαρής κωμωδίας” ή και “κωμικής σοβαρότητας” που παροντοποιεί μέσα στις τέλεια οργανωμένες εικόνες του το γενικευμένο κομφούζιο που χαρακτηρίζει, όλο και πιο φανερά, την ελληνική ζωή και μερικές από τις πιο παρδαλές όψεις της αβάσταχτης τραγελαφικότητας του είναι της. Σοβαρά και αστεία πράγματα δηλαδή κι ας λένε ό,τι θέλουν οι σοβαροφανείς που ποτέ δεν εκτίμησαν αληθινά την κρυφή δυναμική μιας καλής “σοβαρής” κωμωδίας.
Γελάστε τώρα, γελάστε απηυδισμένα κορόιδα, καθώς βλέπετε τα ίδια τα χάλια σας, δεξιά ή αριστερά, πίσω ή μπρος, πάνω ή κάτω, κοντά ή μακριά από τη σαστισμένη φάτσα του ιδεαλιστή Καραμάνου, να ξεχειλίζουν από την οθόνη και να γίνονται “γελοιογραφίες”. Ακούστε καλά το συγκεντρωμένο, αγελαίο πλήθος που σκούζει έξω από το κτίριο του Τ.Ο.Ε. μόνο για την κουτάλα, τον μισθό και το βόλεμα, τα χάπενινγκς και το ιερό ματς της εθνικής (κάθε φορά που νικάει η ομάδα νιώθουν όλοι οι ηττημένοι ότι κάπου νικάνε κι αυτοί) μήπως και σας θυμίζουν τίποτα -γελάστε.
Ρίξτε μια ματιά στη γελοία μάσκα μεγαλοσχημοσύνης των διοικούντων που χάνουν τον μπούσουλα κάθε φορά που τυχαίνει ν' αντιμετωπίσουν κάποιο απρογραμμάτιστο, απρόοπτο και έκτακτο συμβάν ή κατάσταση. Δείτε πώς οι κομματικοί μηχανισμοί έχουν πια εκσυγχρονιστεί και χρησιμοποιούν τις διαφημιστικές οδούς για να πλασάρονται στην εκλογική τους πελατεία, όπως και όλα τα άχρηστα προϊόντα της εποχής. Πάρτε μια γεύση μόνο για το πώς μπουκάρουν οι μπάτσοι όταν ψάχνουν για “τρομοκράτες” κάτω από το χαλί και πώς τους ακολουθούν σαν κίτρινα κοράκια οι λεγόμενοι “κυνηγοί της είδησης”.
Κοιτάξτε για μια φορά απροκάλυπτα, πώς γίνονται στα μουλωχτά τα πάρε-δώσε ανάμεσα στους ντίλερς της εξουσίας και τα τσιράκια τους, πώς κορδώνονται οι πηδηχταράδες γραφειοκράτες “παρά τω υπουργώ”, πώς οργανώνεται η δημόσια εικόνα ως ομοίωμα αλήθειας, πώς θάβονται τα υπομνήματα προτάσεων και διαμαρτυρίας, πώς στρογγυλεύονται οι “εκτός ορίων” συνεντεύξεις, πώς φιμώνονται οι φωνές που κρίνουν και κριτικάρουν, πώς μοντάρονται οι βαρυσήμαντες εξαγγελίες, πώς σκηνοθετούνται οι σικέ αντιπαραθέσεις και οι “αυτοκριτικές”, ποια είναι τα κρυφά προσόντα με τα οποία προωθείται μια ρεπόρτερ, πώς μαγειρεύονται τα γεγονότα της επικαιρότητας στην τηλεόραση, πώς πουλιούνται τα φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
Και τέλος-τέλος, κοιτάξτε πόσο εύκολα και αναίμακτα εξουδετερώνεται ένας “επικίνδυνος” αφελής μαλάκας, που παραλίγο να καταστρέψει τη μετάδοση του τελικού (κι άντε μετά να ζήσεις χωρίς τελικό) μόνο και μόνο για να πει τα δικά του, που ως γνωστόν κανείς δεν δίνει δεκάρα γι' αυτά... και να εξουδετερωθεί, όχι παρακαλώ από τις δυνάμεις καταστολής, αλλά από τον περίγυρό του, τους παλιούς του φίλους από τον στρατό. Καλό αυτό, ε; Μεγάλη πλάκα...
Αλλά ας τολμήσει κανείς, έτσι για πρωτοτυπία, να πάρει μόνο για μια στιγμή, αυτήν την κωμωδία στα σοβαρά και όχι στ' αστεία και τότε να δούμε αν θα του κοπεί το γέλιο και ο βήχας και η μακάρια αφασία, καθώς θα συναντήσει το αξιοθρήνητο είδωλο του κάπου σε αυτόν το μαγικό καθρέφτη του σινεμά και δει καθαρά πώς του έχουν καθίσει στον σβέρκο αυτοί οι γελοίοι κρετίνοι της κάθε εξουσίας και η σάρα και η μάρα και το κακό συναπάντημα, κάνοντας το δημόσιο βίο και την πολιτεία του... καρικατούρα αβίωτου! Και τότε να δούμε ποιος είναι για γέλια και ποιος είναι για κλάματα.
[Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε σε εκτενέστερη μορφή στο περιοδικό ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΤΕΤΡΑΔΙΑ, τεύχος 27 – 28, Δεκέμβρης 1987, μετά την προβολή της ταινίας στο 28ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης]