(Καραόκε μπαρ)
του Pen-Ek Ratanaruang
Έχοντας σπουδές ιστορίας της τέχνης στη Νέα Υόρκη και προϋπηρεσία ως γραφίστας, ο Pen-Ek Ratanaruang, ασχολήθηκε κυρίως με τη σκηνοθεσία διαφημιστικών, πριν περάσει στη σκηνοθεσία της πρώτης ταινίας.
Κεντρικό πρόσωπο σ' αυτή, μία προληπτική νεαρή κοπέλα, που ονειρεύεται συνεχώς τη νεκρή της μητέρα. Η επίσκεψή της σ' ένα μέντιουμ της προσφέρει μία εξήγηση γι' αυτό το επαναλαμβανόμενο όνειρο: ο πατέρας της θα πεθάνει, μόλις ολοκληρωθεί η κατασκευή του σπιτιού τους. Ο πατέρας της νεαρής κοπέλας, ένα φανατικός των μπαρ Καραόκε -μπαρ όπου οι θαμώνες τραγουδούν με τη συνοδεία προ-ηχογραφημένης μουσικής- γνωρίζει ένα βράδυ τη γυναίκα των ονείρων του. Παρ' όλο που αυτή η σχέση θα δημιουργήσει πολλά προβλήματα, ο πατέρας της ηρωίδας μοιάζει να επιμένει σ' αυτή. Μέσα στην αφήγηση, εκτός από τα προηγούμενα πρόσωπα, ο θεατής θα συναντήσει έναν Κινέζο μαφιόζο, έναν εκτελεστή και μια φίλη της νεαρής κοπέλας.
Επανερχόμενη η σκηνοθεσία συνεχώς στο όνειρο της νεαρής ηρωίδας με τη μητέρα της, προσδιορίζει και το στόχο της: είναι η διάλυση των οικογενειακών σχέσεων και το συναισθηματικό κενό της ηρωίδας. Ο σαρκασμός και η ειρωνεία, που συνοδεύουν την περιγραφή των σχέσεων πατέρας κόρης, δίνουν πολλές φορές ένα κωμικό τόνο, που αντισταθμίζει την ένταση. Πίσω από τα αστραφτερά κτιριακά συγκροτήματα της Μπαγκόνγκ -πόλη που διαδραματίζεται η ιστορία-, πίσω από μία κοινωνία, που έχει απολέσει την πολιτισμική της ταυτότητα και έχει αποδεχθεί πλήρως το δυτικό τρόπο ζωής, ο σκηνοθέτης αναζητά αυτό που απέμεινε: δηλαδή τα ψήγματα ενός παλιού πολιτισμού, ο οποίος πιστεύει ακόμα σε "πνεύματα και φαντάσματα".
Δ.Μ.
Ο σκηνοθέτης Pen-Ek Ratanaruang δηλώνει για την ταινία του: «Η ταινία βασίζεται σ' ένα πραγματικό όνειρο, που ένας φίλος μου αφηγήθηκε. Όλα τα κεντρικά πρόσωπα της ταινίας βασίζονται σε ανθρώπους που ξέρω. Αν και το σενάριο έχει γραφτεί ως ένα δράμα, η ίδια η ταινία είναι μια κοινωνική μελέτη για την πόλη της Μπανγκόκ και τους κατοίκους της. Εξωτερικά, η Μπανγκόκ είναι σαν μία οποιαδήποτε άλλη μεγαλούπολη του κόσμου. Γεμάτη από ψηλά μοντέρνα κτήρια. Δρόμους γεμάτους αυτοκίνητα. Φαστ-φουντ σε κάθε γωνία. Με μεσοαστούς που φοράνε Armani και Paul Smith. Μ' άλλα λόγια, είναι μία τελείως δυτική πόλη.
Όμως οι άνθρωποι που κατοικούν στη πόλη εξακολουθούν να πηγαίνουν κάθε βδομάδα στα μέντιουμ, για να τα ρωτήσουν τι να κάνουν με τη ζωή τους. Πιστεύουν ακόμα στα πνεύματα και τα φαντάσματα.
Η πρόθεση μου είναι να δω πως αυτά τα δύο αντίθετα άκρα συνυπάρχουν. Όταν η ταινία ολοκληρώθηκε αισθάνθηκα ότι μια μελέτη για ένα τέτοιο θέμα δεν μπορεί τελικά να αποφύγει από το να γίνει μία σάτιρα».