(Κορύνες)
της Ana Poliak

Αποφεύγοντας τις δραματικές κορυφώσεις, η ταινία είναι ένα γεμάτο ευαισθησία και δύναμη πορτραίτο ενός ανθρώπου εν ώρα εργασίας.
Ο «Ringo» μόλις έχει φθάσει από την επαρχία στο Μπουένος Αίρες. Προσλαμβάνεται σ’ ένα μπόουλιγκ ως pin boy, δηλαδή αυτός που τακτοποιεί τις κορύνες και επιστρέφει στον παίκτη την μπάλα. Μια ειδικότητα εργασία που τείνει να εξαφανισθεί καθώς όλα τα μποούλιγκ σιγά -σιγά αυτοματοποιούνται. Ο Adrian (όπως είναι το κανονικό του όνομα του Ringo) μοιράζεται ένα δωμάτιο μαζί με την εξαδέλφη του Nancy.  Συναντιούνται ελάχιστα αφού αυτός κοιμάται την μέρα και αυτή την νύχτα. Στην διάρκεια της εργασίας την μονοτονία την σπάει οι συζητήσεις που κάνει ο Adrian με τους συναδέλφους του. Αυτοί είναι: ο Nippur που εργάζεται για χρόνια και είχε διακοσμήσει τον χώρο εργασία με φωτογραφίες των Janis Joplin, Andy Warhol και Σαίξπηρ. Άλλοι συνάδελφοι είναι ο El Turco, ο Quiroga και ο Daniel. Αφηγούνται στον Adrian ιστορίες για τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, τα ανθρακωρυχεία, για σχεδόν τα πάντα. Μια μέρα αργίας ο Adrian αποφασίζει να προσφέρει στην εξαδέλφη τον ένα παιχνίδι μποουλίγκ. Αυτός όπως πάντα θα’ ναι στην θέση του, πίσω από τις κορίνες.
Η Ana Poliak αποφεύγει τις εντάσεις και τις δραματικές κορυφώσεις της προηγούμενης ταινίας της La fe del volcán. Εδώ επικεντρώνεται με ελαφρότητα και ευαισθησία στην εργασιακή ζωή ενός νέου. Οι τελετουργίες της εργασίας, ο κόπος και η ένταση, οι νεκροί χρόνοι, η ανθρώπινη επαφή στο περιθώριο της εργασιακής δραστηριότητας: αυτά είναι τα σημεία που εστιάζει. Δεν είναι χωρίς σημασία ούτε το είδος της εργασίας που ασκεί ο νεαρός ήρωας ούτε και ο τόπος της. Έχοντας ένα ωράριο απολύτως αντίστροφο απ’ αυτό ενός κανονικού εργαζόμενου, ασκώντας χειρονακτική εργασία και εργαζόμενος στην πίσω πλευρά ενός χώρου διασκέδασης, ο Adrian βρίσκεται στο τελευταίο σκαλοπάτι της ιεραρχίας της εργασίας. Παρόλα αυτά αντιμετωπίζει την πραγματικότητα με μια αναμφισβήτητη αισιοδοξία: είναι οι σχέσεις του με τους συναδέλφους του και την εξαδέλφη του απ’ όπου αντλεί τη δύναμη για ζωή. Η απουσία δραματικών κορυφώσεων, ο απόμακρος (αλλά όχι αποστασιοποιημένος) τρόπος με τον οποίο κινηματογραφεί τον νεαρό ήρωα, η παρουσία ερασιτεχνών ηθοποιών (που ασκούν στην πραγματικότητα αυτό το επάγγελμα) και μια αίσθηση νεορεαλισμού κάνουν αυτή την πλούσια με κοινωνικοπολιτικές παραδηλώσεις ταινία, ένα ακριβές πορτραίτο ενός ανθρώπου εν ώρα εργασίας, την αυγή του 21 αιώνα.
Η ταινία βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου του Buenos Aires (2004).
Η Ana Poliak, γράφει στις σημειώσεις για την παραγωγή της ταινίας Parapalos: «Αυτό που με κινητοποιεί είναι η γνωριμία μου με νέους ανθρώπους και η προσπάθεια μου να τους καταλάβω. Οι φτωχοί, η ηθική τους και η ειλικρίνεια τους μου τραβούν την προσοχή. Δεν ενδιαφέρομαι να απεικονίσω μεγάλα γεγονότα, προσπαθώ όμως να αναζητήσω μέσα από τις ταινίες μου το «φως» και την δύναμη που λείπει από το κοινωνικό μας περιβάλλον. Δεν έχω καμιά βεβαιότητα».
Δ.Μ.