(Butterflies)
του Tolga Karaçelik
Τρία αδέλφια, ένας ανενεργός αστροναύτης, ένας αποτυχημένος ηθοποιός και μια γυναίκα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, τολμούν ύστερα από τριάντα χρόνια αποξένωσης το δύσκολο ταξίδι της επιστροφής στη γενέτειρά τους, ένα μικρό χωριό της Τουρκίας. Αιτία ένα μυστηριώδες τηλεφώνημα του χαμένου στη λήθη πατέρα τους, που τους καλεί επειγόντως στον τόπο καταγωγής τους. Η κοινή αυτή διαδρομή - τυπικό ταξίδι αυτογνωσίας- θα βγάλει στην επιφάνεια εντάσεις, απογοητεύσεις, απωθημένα τραύματα αλλά και πολλές τραγελαφικές καταστάσεις.
Στην τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του ο Karaçelik φαίνεται να επιστρέφει στο είδος της μαύρης κωμωδίας με το οποίο πρωτοεμφανίστηκε (Toll Booth, 2010), αν και το Kelebekler δύσκολα κατατάσσεται σε ένα συγκεκριμένο είδος. Η ταινία που ξεκινάει παράδοξα και με φαινομενικά ασύνδετες σκηνές ακολουθεί στην πορεία της μια τυπική γραμμική αφήγηση, παίζοντας ωστόσο διαρκώς ένα περίεργο παιχνίδι εξαπάτησης του θεατή. Καμουφλάρεται πίσω από διαφορετικά είδη που στη συνέχεια τα ανατρέπει , επιφυλάσσοντας για το τέλος τη μεγαλύτερη έκπληξη.
Η δραματική πλοκή της χωρίζεται ουσιαστικά σε τρία μέρη. Στο πρώτο σκιαγραφούνται τα πορτρέτα των τριών πρωταγωνιστών πριν την επανασύνδεσή τους, το δεύτερο εξελίσσεται σε χαλαρών τόνων αλλά και με κάποιες εξάρσεις roadmovie, ενώ στο τρίτο γινόμαστε μάρτυρες μιας σειράς αλλόκοτων γεγονότων που λαμβάνουν χώρα μετά την άφιξη τους στο μικρό απομονωμένο χωριό. Εκεί που οι άνθρωποι ζουν στο δικό τους μικρόκοσμο, οι τοπικές αρχές κινούνται με αργές στροφές και ρυθμούς περασμένου αιώνα, κοτόπουλα περιφέρονται στους σκονισμένους δρόμους και ανατινάζονται κατά διαστήματα στον αέρα και ένας πεφωτισμένος ιμάμης αρνείται πεισματικά να ασκήσει τα καθήκοντά του. Εντωμεταξύ ένα πτώμα περιμένει να ταφεί με το δικό του μυστικιστικό τρόπο, ενώ μέσα στα άλλα το ποιητικό σημείωμα με την τελευταία επιθυμία του αποθανόντος πατέρα προσδίδει στην αφήγηση έναν αλληγορικό χαρακτήρα. Όχι όμως για πολύ…
Παρόλο που στον πυρήνα της ταινίας βρίσκεται ένα δράμα -το θέμα της επανασύνδεσης των μελών μιας δυσλειτουργικής οικογένειας και της διαχείρισης ενός τραυματικού παρελθόντος -, ο Karaçelik το διαχειρίζεται με έναν πρωτότυπο τρόπο. Αν και τηρεί αρκετές από τις συμβάσεις του είδους,- όπως τον εξομολογητικό τόνο και τη σταδιακή ανάδυση των συναισθημάτων- έρχεται στη συνέχεια να τις ανατρέψει με ένα μηδενιστικά μαύρο χιούμορ. Τα ίδια τα πρόσωπα της ιστορίας λειτουργούν ως οι κατεξοχήν φορείς του κωμικοτραγικού. Οι τρεις ήρωες, που τυχαίνει να είναι και αδέρφια, στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας παρατηρούν τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω τους σα να μην τους αφορούν, αν και είναι άμεσα εμπλεκόμενοι. Ίσως γιατί παρόλο που είναι εντελώς διαφορετικοί , διακατέχονται από το ίδιο υπαρξιακό κενό, είναι στην ουσία ανέστιοι.
Μέσα σε ένα ψευδο-ρεαλιστικό περιβάλλον ο Karaçelik στήνει έτσι μια ταινία που λόγω της υπερβολής και των συμβολισμών της παραπέμπει και πάλι σε παραβολή (όπως έκανε καθαρά στο Sarmaşik /Κισσός), κινείται όμως περισσότερο στο χώρο της κωμωδίας του παραλόγου. Οι πεταλούδες του δεν είναι εντέλει παρά ένα ταξίδι παραπλάνησης στο οποίο απομυθοποιούνται σταδιακά ο θάνατος, τα λατρευτικά τυπικά και κυρίως οι πατροπαράδοτες οικογενειακές σχέσεις.
της Καλλιόπης Πουτούρογλου [Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]