doc1.jpg

της Καλλιόπης Πουτούρογλου
[Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]

Ξεκινώντας με μια ταινία-οδοιπορικό πάνω στη ζωή μιας γυναίκας, θρυλικής μορφής του ρεμπέτικου (Καναρίνι μου γλυκό του Roy Sher), το Φεστιβάλ διέσχισε ως το τέλος του μια διαδρομή διάστικτη με «ανθρώπινα τοπία», άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο οικεία. Είτε διανύοντας μία πορεία μέσα στο χρόνο, αντανακλώντας την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα των καιρών του, είτε συνοψίζοντας το παρελθόν μέσα από τη συγκυρία της στιγμής, το ανθρώπινο πρόσωπο ήταν το κέντρο βάρους του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Αυτή η σχεδόν «φωτογραφική» εστίαση στο ιδιωτικό ακολουθεί διαφορετικές φόρμες και μέσα αφήγησης για να καταλήξει, άλλοτε πιο άμεσα και άλλοτε πιο υπαινικτικά στην ενεργοποίηση του βλέμματος του θεατή. Επιλέγοντας την αποστασιοποίηση και σπανιότερα τη συναισθηματική εμπλοκή, οι δημιουργοί αποκαλύπτουν πτυχές της ζωής καθημερινών στην πλειοψηφία τους ανθρώπων. Ακόμα και στις περιπτώσεις που τα πορτρέτα αυτά εντάσσονται σε ένα πλαίσιο συλλογικής μνήμης ή κατανόησης του παρελθόντος, η βιωματική εμπειρία υπερισχύει, αναδεικνύοντας τη μοναδικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ο δρόμος της Μαρίας, Anne Milne
Η ταινία παρακολουθεί μια απλή γυναίκα προχωρημένης ηλικίας που επαναλαμβάνει το ίδιο τυπικό με τελετουργική σχεδόν ευλάβεια κάθε μέρα. Καθισμένη σε έναν πάγκο στην άκρη ενός δρόμου που οδηγεί τους προσκυνητές στο Σαντιάγο ντε Κομποστέλλα, η Μαρία χαιρετάει, μετράει, καταγράφει με μαθηματική ακρίβεια και προσφέρει τις σφραγίδες της στους περαστικούς. Λίγοι ενδιαφέρονται και σταματούν, ενώ οι περισσότεροι την αντιμετωπίζουν ως γραφική φιγούρα, τουριστικό αξιοθέατο για φωτογράφηση. Η κάμερα παρατηρεί αργά, με ακίνητα πολλές φορές πλάνα, την ίδια, τις αντιδράσεις της αλλά και τον μικρόκοσμο που την περιβάλλει. Το τραπέζι με τα μικροαντικείμενα, το σκύλο που τη συνοδεύει στις κινήσεις της, το φυσικό χώρο. Όλα βουτηγμένα στο μεσογειακό μεσημεριανό φως και στη νωχελική επανάληψη μιας φυσικής σχεδόν νομοτέλειας, η οποία θα σβήσει μαζί με τη γυναίκα. Η σκηνοθέτις μέσα από το σύντομο αυτό πορτρέτο καταφέρνει να αναδείξει τη σημαντικότητα του φαινομενικά ασήμαντου, όπως αυτό βιώνεται στην καθημερινότητα της ηρωίδας.
doc2.jpg
Το συμβόλαιο, Lina Mannheimer
Μία γυναίκα παραδίδεται με τη θέλησή της, σωματικά και ψυχικά, στην κατοχή μιας άλλης μεγαλύτερής της, στην οποία ορκίζεται τυφλή αφοσίωση. Με αισθητική μπαρόκ και έντονα στιλιζαρισμένα πλάνα η μικρού μήκους αυτή ταινία, στα όρια μυθοπλασίας-ντοκιμαντέρ, δεν επιχειρεί να διεισδύσει στην ψυχολογία της ηρωίδας, αλλά απλά να σκιαγραφήσει ένα σκηνικό. Το σκηνικό αυτό είναι διττό και παρουσιάζεται άλλοτε ως πεδίο καθημερινών και τετριμμένων εργασιών και άλλοτε ως φαντασιακός τόπος ερωτικής συνάντησης. Και στις δύο περιπτώσεις όμως είναι ευδιάκριτες οι σχέσεις που καθορίζουν τους όρους αυτού του παράδοξου συμβολαίου. Η ταινία αντικατοπτρίζει έντεχνα το παιχνίδι ανάμεσα στο πραγματικό και το θεατρικό στον έρωτα και στις σχέσεις εξουσίας.

Ethos Process Part II, Σπύρος Αμιρόπουλος
Μία ερασιτέχνις ηθοποιός, μία παράσταση και μία ψυχοθεραπευτική συνεδρία είναι τα σημεία αναφοράς γύρω από τα οποία κινείται το μικρού μήκους αυτό ντοκιμαντέρ. Η ζωή και το θέατρο, τα βάσανα της ψυχής που γεννιούνται από την κακοποίηση, ο φόβος αλλά και η απεγνωσμένη αναζήτηση της αγάπης, μέσα από το χειμαρρώδη μονόλογο μιας γυναίκας. Η κάμερα κινείται από το θεατρικό σανίδι μιας ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας, στην άκρως ρεαλιστική εξομολόγηση της ηρωίδας μπροστά στο φακό. Λόγος αληθινός, που δυσκολεύεται να αρθρωθεί αλλά που τσακίζει με την ειλικρίνειά του. Μια γυναίκα που έχει υποστεί βία, αυτοβιογραφείται, διερευνώντας τα όρια μεταξύ θεατρικών ρόλων και πραγματικής ζωής.
(η ταινία συμμετείχε στην Αγορά, παράλληλο τμήμα του φεστιβάλ)

Ο κόσμος σύμφωνα με τον Ίον Μπ., Alexander Nanau
Ο Ίον Μπαρλαντεάνου είναι ένα πρόσωπο με ενδιαφέρουσα ιστορία και στόφα κινηματογραφικού ήρωα. Άστεγος, που κοιμάται ανάμεσα σε σκουπίδια στο Βουκουρέστι, αναδεικνύεται σε avant-guard καλλιτέχνη. Αυθεντικός, διασκεδαστικός, αλλά όχι και εύκολα προσιτός. Η ταινία τον παρακολουθεί στη διαδρομή των τελευταίων δύο χρόνων, από τη στιγμή που το θαμμένο σε βαλίτσες έργο του έρχεται στο φως. Κολλάζ που τα περισσότερα κατασκευάστηκαν σε κατάσταση μέθης, ανάμεσα στις δεκαετίες του 70 και του 90, από σωρούς πεταμένων περιοδικών. Εικόνες πρωτότυπης καλλιτεχνικής αξίας που ξαφνιάζουν με τη δυναμική τους και λειτουργούν ως καυστικά πολιτικά και κοινωνικά σχόλια της εποχής. Η κάμερα εστιάζει στο πρόσωπο αλλά και στο έργο του. Στη γοητευτική και ασυμβίβαστη προσωπικότητα ενός ανθρώπου του περιθωρίου, με ένα πηγαίο ταλέντο. Να φτιάχνει «ταινίες» όπως ονομάζει ο ίδιος τα έργα του, να σκηνοθετεί, να ειρωνεύεται το κομμουνιστικό καθεστώς του «αγαπημένου» του Τσαουσέσκου. Ένας αυτοδίδακτος ντανταϊστής, δημιουργός μιας σουρρεαλιστικής ποπ-αρτ, εμπνευσμένος από το σχολείο της ζωής. Από «το σπίτι του», τη βρώμικη αυλή μιας παρακμασμένης πολυκατοικίας του Βουκουρεστίου, ως την Art Basel- τη μεγαλύτερη art fair του κόσμου- ο Ίον Μπ., αν και εξωτερικά αλλαγμένος,παραμένει στην ουσία το ίδιο πρόσωπο.
doc3.jpg
Η αυτοβιογραφία του Νικολάε Τσαουσέσκου, Andrei Ujica
Ο τίτλος του ιδιότυπου αυτού ντοκιμαντέρ είναι αποκαλυπτικός κυρίως των προθέσεων του πρωταγωνιστή του. Ο Ujica επιχειρεί να σκιαγραφήσει το πορτρέτο ενός δικτάτορα, μέσα από μία τρίωρη επική σύνθεση βιντεοσκοπημένου υλικού, προερχόμενου από τη Ρουμανική Κρατική Τηλεόραση και το Εθνικό Κινηματογραφικό Αρχείο. Πρόκειται στην ουσία για εικόνες που πρόβαλλε προς τα έξω ο κρατικός μηχανισμός προπαγάνδας της χώρας και που εδώ μοντάρονται επιδέξια σε ένα βίντεο-κολάζ, το οποίο καλύπτει τα σκηνοθετημένα «Έργα και Ημέρες» του Νικολάε Τσαουσέσκου από την άνοδό του στην εξουσία ως την τελική του πτώση. Μια στημένη «θεατρική παραγωγή» που προβάλλει χωρίς να σχολιάζει όλες τις δημόσιες εμφανίσεις του προέδρου του ρουμανικού κομμουνιστικού κόμματος και παράλληλα επιλεγμένες εικόνες της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της περιόδου 1965-1989. Ένας καταιγισμός πανομοιότυπων δημόσιων λόγων, παρελάσεων, διπλωματικών επισκέψεων αλλά και οικογενειακών σκηνών-που θυμίζουν έντονα ντοκιμαντέρ της Λένι Ρίφενσταλ- και στις οποίες διακρίνεται μια λεπτή ειρωνεία. Παρά την απουσία αφηγηματικών στοιχείων, τίτλων ή εξωτερικών σχολίων, που θα βοηθούσαν τον αμύητο θεατή, η ταινία πετυχαίνει, μέσω της ατέρμονης παράθεσης των συγκεκριμένων βιντεοσκοπημένων εικόνων, να τονίσει τη μονοτονία και την κενότητα του κομματικού μηχανισμού και κυρίως τη μεγαλομανία του αρχηγού του . Η «Αυτοβιογραφία του Ν.Τ.» αποτελεί το τρίτο μέρος της τριλογίας του Ujica με θέμα το τέλος του κομμουνισμού.

Ο όρκος, Laura Poitras
Η ιστορία δύο ανδρών που βρέθηκαν και οι δυο τους πολύ κοντά στον πυρήνα της Αλ-Κάιντα, και η διαφορετική εξέλιξη που πήρε η ζωή τους μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Η ταινία εστιάζει κυρίως στην καθημερινή ζωή του ενός, που κινείται ελεύθερα στους δρόμους της πρωτεύουσας της Υεμένης, στους προβληματισμούς και στα αισθήματα ενοχής που τον βασανίζουν, ενώ παράλληλα παρακολουθεί, μέσα από πρακτικά στρατιωτικών δικών, και την τύχη του δεύτερου, έγκλειστου στις φυλακές του Γκουαντάναμο. Πέρα από το επίμαχο αλλά και τολμηρό θέμα της, το ενδιαφέρον της ταινίας έγκειται κυρίως στον τρόπο που προσεγγίζει η σκηνοθέτις τον κεντρικό ήρωα. Μέσα από τις συζητήσεις του με νεαρούς ισλαμιστές φοιτητές αλλά και με απλούς πελάτες στο ταξί που οδηγεί, μέσα από τις συνεντεύξεις του στο διεθνή τύπο αλλά κι από κάποιες προσωπικές στιγμές με το γιό του, ζωντανεύει ένα πρόσωπο πολύπλευρο και αντιφατικό. Μια χαρισματική αλλά και αινιγματική προσωπικότητα που έχει αποκηρύξει την τρομοκρατία αλλά παραμένει πιστή στις αρχές που την γέννησαν. Κρατώντας απόσταση από το ντοκιμαντέρ-ρεπορτάζ και υιοθετώντας κάποια μυθοπλαστικά στοιχεία, η αμερικανίδα σκηνοθέτις χρησιμοποιεί την «μίκρο-μάκρο προσέγγιση», όπως την αποκαλεί η ίδια, ξεκινώντας από την προσωπική ιστορία για να φωτίσει τα μεγάλα ερωτήματα. Με μια κινηματογραφική ματιά που προσπαθεί να μείνει πολιτικά ουδέτερη, πετυχαίνει τουλάχιστον να εξανθρωπίσει έναν κόσμο που τα δυτικά μέσα έχουν δαιμονοποιήσει.

Ανθρώπινα τοπία, Dieter Sauter (έκθεση φωτογραφίας)
Ένα όνομα, η ηλικία, η πόλη προέλευσης και το επάγγελμα είναι τα στοιχεία που συνοδεύουν τα ασπρόμαυρα «ανθρώπινα τοπία» του Dieter Sauter. Πρόκειται για πορτρέτα Τούρκων εργατών στον Κεράτιο κόλπο της Κωνσταντινούπολης. Μεταλλουργοί, εργάτες σκυροδέματος, συγκολλητές, ανειδίκευτοι εργάτες. Τραχιά, σκαμμένα από τη δουλειά πρόσωπα, κοιτάζουν κατάματα το φακό με ένα βαθύ και διαπεραστικό βλέμμα. Άλλοτε σκοτεινό και εσωστρεφές κι άλλοτε πιο φωτεινό και ευανάγνωστο. Στα περισσότερα από τα πορτρέτα διακρίνονται κάποια ίχνη φυσικού περιβάλλοντος, του χώρου εργασίας. Η περιμετρική τοποθέτηση των φωτογραφιών του Sauter στην κεντρική αίθουσα του ΚΣΤΘ αναδείκνυε πέρα από την καλλιτεχνική τους αξία και το «ντοκιμενταρίστικο» τους ύφος. Μια ρεαλιστική απεικόνιση εργατών σαν κινηματογραφική σεκάνς. Ένα ανθρώπινο μωσαϊκό από εργάτες, σύγχρονους νομάδες. Το ασπρόμαυρο, οι φωτοσκιάσεις, η εστίαση, η προσοχή στις λεπτομέρειες, έφερναν τα πρόσωπα αυτά σε απευθείας διάλογο με τα κινηματογραφικά πορτρέτα ενός από τους μεγάλους τιμώμενους του φεστιβάλ, του Ουκρανού Σεργκέι Λοζνίτσα.