Una mujer fantástica (A Fantastic Woman), Sebastián Lelio
Μια γυναίκα στη δίνη μιας ανεμοθύελλας. Γέρνει επικίνδυνα προς τα εμπρός αλλά δε λυγίζει. Εικόνα σουρεαλιστική αλλά και μεταφορική, που στοιχειώνει το θεατή στην τελευταία ταινία του Χιλιανού σκηνοθέτη Sebastian Lelio. Θέτοντας στο επίκεντρο της ταινίας του μία «φανταστική» γυναίκα,(με τη λέξη εδώ να κουβαλάει και τις δύο της σημασίες) ο Lelio επανέρχεται μετά την πολυβραβευμένη του «Gloria»(2013) με ένα ακόμα δυναμικό γυναικείο πορτρέτο. Μόνο που το «A Fantastic Woman», παρά τις όποιες συγγένειες διαφοροποιείται αισθητά τόσο ως προς το θέμα όσο κι ως προς το ύφος από την προηγούμενή του ταινία. Γιατί αν η Gloria πάλευε με πάθος για την προσωπική ευτυχία μέσα σε ένα μάλλον εύθυμο λάτιν περιβάλλον, η τωρινή του ηρωίδα διεκδικεί κάτι διαφορετικό, κινούμενη εξ αρχής σε ένα πιο αμφίσημο και μυστηριώδες κινηματογραφικό τοπίο.
Η ιστορία ξετυλίγεται αρχικά με εξαιρετική οικονομία κινήσεων. Η ταυτότητα και ο ρόλος των ηρώων αποκαλύπτονται σταδιακά και χαμηλόφωνα, χωρίς εξάρσεις. Ένα ερωτευμένο ζευγάρι με μεγάλη διαφορά ηλικίας, το παιχνίδι των βλεμμάτων, τα σχέδια για το μέλλον. Η Marina, που έχει υπέροχη φωνή, εργάζεται και ως τραγουδίστρια. Ο Orlando έχει εγκαταλείψει την οικογένειά του για χάρη της. Η τελευταία τους ερωτική νύχτα. Η διακριτική ανάδυση της σεξουαλικής ταυτότητας της ηρωίδας. Η σχέση διακόπτεται απότομα μετά τον ξαφνικό θάνατο του άντρα. Αφήνοντας την ηρωίδα εκτεθειμένη στη δυσπιστία και στην επιθετική συμπεριφορά των γύρω της. Πέρα από τις δυσάρεστες γραφειοκρατικές ερωτήσεις της αστυνομίας η Μαρίνα, ως τρανσέξουαλ, έχει να αντιμετωπίσει την απέχθεια της οικογένειας του Orlando αλλά και τη στέρηση ενός βασικού για την ίδια δικαιώματος. Της συμμετοχής της στο πένθος του συντρόφου της. Ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται η ίδια τον αποκλεισμό αυτό αποτελεί όχι μόνο το μοχλό της αφηγηματικής δράσης αλλά και το μέσο μέσα από το οποίο φωτίζεται ο χαρακτήρας της.
Με σεναριακή ευελιξία (1) η ταινία ισορροπεί ανάμεσα στο ρεαλιστικό, το φανταστικό και κυρίως το νουάρ, συνεπικουρούμενη από ένα εξαιρετικά υποβλητικό μουσικό τοπίο και παραπλανώντας μερικές φορές το θεατή, όπως ακριβώς κάνει στην αρχική σκηνή με τη σεξουαλική ταυτότητα της ηρωίδας. Κρατώντας πολλές από τις συμβάσεις του κλασικού μελοδράματος ο Lelio επιχειρεί εδώ μια υπέρβαση του συγκεκριμένου είδους, κρατώντας χαμηλούς τόνους και εστιάζοντας σταθερά στο κεντρικό του πρόσωπο, άλλοτε με έντονα κοντινά πλάνα στα οποία η ηρωίδα είναι στραμμένη προς την κάμερα κι άλλοτε με μία σειρά travelling που την παρακολουθούν εν διαρκεί κινήσει στους δρόμους του Santiago. Παράλληλα προβάλλει μέσα από καθρέφτες τις διαφορετικές όψεις και αντανακλάσεις ενός προσώπου, που παρά τις διαθλάσεις του σε πολλαπλά είδωλα-με εντονότερο αυτό της παραισθησιακής κατάστασης στο club, της μοναδικής queer σκηνής της ταινίας- συγκλίνουν όλα στο ίδιο και το αυτό πρόσωπο. Μιας γυναίκας σταθερής και ανυποχώρητης, που δε διαπραγματεύεται και η οποία παρά την οργή και την απογοήτευση παραμένει σίγουρη για τον εαυτό της. Και εκεί ακριβώς έγκειται και η αξία της ταινίας του Χιλιανού σκηνοθέτη. Στο ότι καταφέρνει να μεταδώσει στο θεατή τον εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας του, με όλη του τη μεγαλοπρέπεια αλλά και ειλικρίνεια, ως καθεστώς αδιαμφισβήτητο. Η φανταστική γυναίκα του Lelio δεν καταφεύγει σε ρητορικές υπεράσπισης, αλλά παρά τις προσβολές περνάει γρήγορα στην αντεπίθεση χωρίς καμία τύψη ή ενοχή. Το χάος μαίνεται γύρω της, αλλά όχι μέσα της. Το «παράξενο» δεν κρύβεται τελικά στην ταυτότητα ή στο όνομά της, αλλά στη δική μας προκαθορισμένη αντίληψη, στο δικό μας υποκειμενικό βλέμμα που την παρατηρεί. Στην περιέργεια του οποίου δεν υποκύπτει ποτέ ο σκηνοθέτης στις επίμαχες σκηνές της ταινίας. Και ίσως ένα από τα εν δυνάμει στοιχεία που ανατρέπουν αυτή την προκατάληψη να είναι τελικά η φωνή της. Μια φωνή που την απογειώνει σε μία υπερβατική διάσταση, πέρα από έμφυλες διακρίσεις, στην εξαιρετική σκηνή του τέλους.
1 Στην ταινία απονεμήθηκε κατά την 67η Berlinale η Αργυρή Άρκτος για το βραβείο καλύτερου σεναρίου.
Chemi Bednieri Ojakhi (My Happy Family), Nana Ekvtimishvili & Simon Gross
Ζωντανό πορτρέτο της σύγχρονης γεωργιανής κοινωνίας και ειδικότερα μιας ώριμης γυναίκας που προσπαθεί να απελευθερωθεί από τα ασφυκτικά δεσμά της, το My Happy Family των Nana & Simon διατηρεί κάποια από τα στοιχεία του In Bloom, ταινίας με την οποία το σκηνοθετικό ζεύγος έκανε αίσθηση το 2013, διαφοροποιείται ωστόσο τόσο θεματικά όσο και δραματουργικά από την τελευταία. Εδώ βρισκόμαστε στην Τιφλίδα του σήμερα, στους κόλπους μιας σχετικά τυπικής για τη χώρα εκτεταμένης οικογένειας , όπου η 52χρονη κεντρική ηρωίδα Manana, καθηγήτρια λογοτεχνίας, σύζυγος και μητέρα δυο ενήλικων παιδιών, προβαίνει σε μία άκρως επαναστατική πράξη. Ύστερα από 25 χρόνια γάμου αποφασίζει να εγκαταλείψει την πολυπληθή οικογενειακή εστία, ένα ασφυκτικά γεμάτο τριάρι στο οποίο συγκατοικούν τρεις γενεές και να αναζητήσει ένα ήσυχο διαμέρισμα για τον εαυτό της. Σύζυγος, παιδιά, γαμπρός και η ολοφυρόμενη μητέρα της προσπαθούν μάταια να τη μεταπείσουν. Χωρίς εμφανείς λόγους, χωρίς καμιά αιτία η Manana ανοίγει στην εναρκτήρια σκηνή της ταινίας τα παραθυρόφυλλα ενός άδειου διαμερίσματος σε μια νέα γειτονιά, στο οποίο θα μπορεί να απολαμβάνει τους ήχους του δρόμου, το φύσημα του ανέμου, τη μουσική αλλά και ένα απλό φλιτζάνι καφέ.
Η ταινία ξετυλίγεται γύρω από μια κοινή και χωρίς δραματικές κορυφώσεις ιστορία. Στον πυρήνα της βρίσκεται μια γυναίκα δυναμική αλλά και ευαίσθητη, που προσπαθεί να απελευθερωθεί, παρά τις έξωθεν απειλές και τους συναισθηματικούς εκβιασμούς, από τις δομές μιας καταπιεστικής πατριαρχικής κοινωνίας. Έχοντας εκπληρώσει τους ρόλους της μητέρας, της κόρης και της συζύγου αρνείται κάποια στιγμή να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των άλλων μέσα σε ένα χαοτικό, θορυβώδες οικογενειακό περιβάλλον και αποζητά την ηρεμία και τις απλές χαρές του ιδιωτικού βίου. Παραμένοντας από μικρή απόσταση στο πλευρό των δικών της αλλά και επωμιζόμενη τις συνέπειες και τη γενική κοινωνική κατακραυγή. Η απόφασή της αυτή ωστόσο θα την οδηγήσει σε μια σειρά αποκαλύψεων για τους γύρω της. Στην πραγματικότητα τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Οδυνηρές αλήθειες έρχονται διακριτικά στην επιφάνεια χωρίς ποτέ να κατονομάζονται, που θα πυροδοτήσουν την αναθεώρηση μιας ολόκληρης ζωής.
Ακολουθώντας την εκ του σύνεγγυς ρεαλιστική καταγραφή μιας καθημερινότητας που εκτυλίσσεται σε μεγάλο βαθμό μέσα σε ένα διαμέρισμα και μέσα από πλάνα μεγάλης χρονικής διάρκειας η ταινία απεικονίζει με τον πιο εύγλωττο τρόπο τις αντιλήψεις και τις πρακτικές μιας παραδοσιακής κοινωνίας. Η κίνηση της κάμερας από δωμάτιο σε δωμάτιο, οι έντονες διαλεκτικές αλλά και σωματικές αντιπαραθέσεις που γλιστρούν συχνά προς το κωμικό και η με φυσικότητα απόδοση κάποιων φαινομενικά αδιάφορων για την αφηγηματική εξέλιξη λεπτομερειών θυμίζουν έντονα ταινίες του σύγχρονου ρουμάνικου κινηματογράφου. Η διαφάνεια όμως και η έλλειψη δραματικής έντασης κάνει την ανάγνωση των συγκεκριμένων πολυπρόσωπων σκηνών πιο εύκολη υπόθεση για το θεατή. Η ταινία χωρίς να στερείται δυναμικής συνιστά έτσι μια περισσότερο κοινωνιολογική και λιγότερη δραματική μελέτη μιας «ευτυχισμένης οικογένειας» σε μετάβαση. Που χορογραφείται έξοχα με το γνωστό απαράμιλλο τρόπο των Nana & Simon τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά στην ξεχωριστή και εδώ(όπως και στην προηγούμενή τους ταινία) σκηνή του οικογενειακού γλεντιού.
Στο κέντρο ωστόσο αυτού του πολύβουου μωσαϊκού παραμένει από την αρχή ως το τέλος η κεντρική ηρωίδα. Το πρόσωπό της, ο λόγος της και η μελαγχολία της γεμίζουν κυριολεκτικά την οθόνη. Και παρόλο που και η ίδια δεν είναι σε θέση να δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα που γεννούν οι επιλογές της ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί να ισορροπήσει την προσωπική ελευθερία με την οικογενειακή δέσμευση την καθιστούν έναν από τους διαχρονικότερους κινηματογραφικούς γυναικείους χαρακτήρες.
I Am Not Your Negro, Raoul Peck
Εμπνευσμένο από το σκεπτικισμό, τους προβληματισμούς και την προσωπικότητα του James Baldwin, το I Am Not Your Negro του Raoul Peck είναι ένα ξεχωριστό ντοκιμαντέρ. Μεταθανάτιος φόρος τιμής σε έναν από τους σημαντικότερους αφροαμερικανούς διανοούμενους και ακτιβιστές των δεκαετιών του 60-70, δομείται σεναριακά επάνω στον αιχμηρό του λόγο, γραπτό και προφορικό, για να διερευνήσει το θέμα της φυλετικής ανισότητας στην αμερικανική κοινωνία. Απέχοντας ωστόσο κατά πολύ από ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ ή μια τυπική βιογραφία το I Am Not Your Negro είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο. Εκρηκτικό κολάζ αρχειακού τηλεοπτικού υλικού (talk show), ασπρόμαυρων φωτογραφιών, σκηνών παλιών ταινιών του Χόλιγουντ, σύγχρονων reality και video clip-ειδήσεων, και με συνεκτικό δεσμό την υποβλητική φωνή ενός εξωτερικού αφηγητή, η ταινία συνιστά όχι μόνο ένα πολιτικό κινηματογραφικό δοκίμιο πάνω στο θέμα των φυλετικών διακρίσεων και της «λευκής συνενοχής» αλλά και μια απόπειρα επαναγραφής της αμερικανικής ιστορίας.
H κινηματογραφική αφήγηση ξετυλίγεται με βάση το ανoλοκλήρωτο «Remember this House»(1979), έργο που βρίσκεται στο συναισθηματικό πυρήνα της ταινίας και με το οποίο ο Baldwin θα επιχειρούσε να αποδώσει τιμές στους δικούς του νεκρούς, τους τρεις δολοφονημένους φίλους του και αγωνιστές για τα δικαιώματα των αφροαμερικανών στις Η.Π.Α, Medgar Evers, Malcolm X και Martin Luther King. Λόγος προσωπικός, βιωματικός, που εμφανίζεται εδώ ως κινητήριος μοχλός της αφήγησης- ένα επώδυνο ταξίδι επιστροφής στον τόπο του εγκλήματος-, διανθίζεται με αποσπάσματα άλλων συγγραφικών έργων και επιστολών του Baldwin και ερμηνεύεται από τη βαθιά διαπεραστική φωνή του Samuel L. Jackson (εδώ το alter ego του). Και ο ίδιος όμως ο συγγραφέας κάνει αισθητή την παρουσία του ήδη από την αρχή, ως ένθερμος ομιλητής σε εκπομπές και διαλέξεις, δίνοντας έτσι το στίγμα μιας εύστοχης κριτικής και ενός αμείλικτα καυστικού λόγου. Η ρητορική του Baldwin, που διατρέχει την ταινία και συνιστά το βασικό κορμό της, χαρακτηρίζεται από πάθος, διαύγεια και μια λογική αδιαμφισβήτητη και διαχρονική. Ειδικά όταν επιχειρεί να ερμηνεύσει τα ψυχολογικά αίτια του ρατσισμού και της αμερικανικής φυλετικής πολιτικής.
Ό,τι ωστόσο πυροδοτεί την ταινία πέρα από τον λόγο του πρωταγωνιστή της είναι ο τρόπος κατασκευής της. Ο Peck οπτικοποιεί το λόγο του Baldwin με μεγάλη ελευθερία και ευελιξία, ένα είδος μυστικής συνεργασίας που καλύπτει το χρονικό χάσμα των δύο ανδρών. Χάρη σε ένα ευφυές μοντάζ το I Am Not Your Negro είναι μια διαρκής συνομιλία παρελθόντος-παρόντος, με γρήγορες εναλλαγές και αντιπαραθέσεις. Αυτή η δυναμική της εικόνας, οπτικής και ηχητικής είναι και αυτή που ενεργοποιεί τον θεατή. Από τις φωτογραφίες της νεαρής Dorothy Counts που λοιδορείται από το λευκό πλήθος και του κινήματος των Black Lives Matter που συγκλονίζουν σήμερα την Αμερική μέχρι τα αποσπάσματα χολιγουντιανών ταινιών που παρουσιάζουν τη δική τους οπτική απέναντι στην παρουσία των μαύρων πολιτών η ταινία δίνει το δικό της μάθημα πολιτικής ιστορίας, προβάλλοντας «άβολες αλήθειες» μέσα πάντα από τις ιδέες και την προβληματική του εμπνευστή της. Μια προβληματική καθαρά ουμανιστική, που ξεπερνά τα στενά όρια της πολεμικής κατά των διακρίσεων και στοχεύει στο μείζον θέμα της συνύπαρξης.
Ο Baldwin στο I Am Not Your Negro επαναδιατυπώνει την γνωστή ερώτηση για τη θέση των μαύρων στην Αμερική, ανάγοντας την σε πρόβλημα της ίδιας της Αμερικής. Ο Raoul Peck με τη σειρά του τον καθιστά επιτακτικά επίκαιρο, επιβεβαιώνοντας μια από τις βασικές αρχές του: «Η ιστορία δεν είναι παρελθόν. Είναι παρόν. Είμαστε η ιστορία μας.»
της Καλλιόπης Πουτούρογλου [ Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]