της Kira Cochrane /The Guardian
Ο βετεράνος σκηνοθέτης Κεν Λόουτς μιλάει για τη στόχευση των ταινιών του και για τα αδιέξοδα της σημερινής κοινωνίας
Στα μισά περίπου της συνέντευξης, αποκάλεσα τον Ken Loach (Κεν Λόουτς) σαδιστή. Ο πράος, καλότροπος σκηνοθέτης φάνηκε ν’ απορεί λίγο, αλλά δεν αντέδρασε και συνέχισε να μιλάει. Συζητούσαμε μια πλευρά - κλειδί της κινηματογραφικής του δουλειάς: το στοιχείο της έκπληξης. Σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του εστίασε στους απλούς ανθρώπους, αφηγήθηκε ιστορίες της εργατικής τάξης όσο πιο αληθινά μπορούσε, δουλεύοντας με τον δικό του τρόπο – κινηματογραφώντας κάθε σκηνή με τάξη, χρησιμοποιώντας συχνά μη επαγγελματίες ηθοποιούς και ενθαρρύνοντας τον αυτοσχεδιασμό.
Συνήθως δεν δίνει στους ηθοποιούς από πριν το πλήρες σενάριο, κι έτσι κινούνται μέσα στις ταινίες του το ίδιο αδαείς με τους θεατές για το τι τους περιμένει στην επόμενη στροφή. Τον ρώτησα ποια έκπληξη ήταν η πιο αξιομνημόνευτη κι εκείνος γέλασε καθώς μου ανέφερε μερικά παραδείγματα. Μια περίπτωση, π. χ., όπου ένας ηθοποιός μπαίνει από μια πόρτα στο σετ και ανακαλύπτει τη συμπρωταγωνίστριά του μέσα σε μια μπανιέρα με κομμένες τις φλέβες της. «Η έκπληξη είναι το δυσκολότερο πράγμα να υποδυθείς», λέει, «και η αντίδρασή του ήταν πράγματι πολύ αληθινή». Σε άλλη περίπτωση, μια ηθοποιός ανακάλυψε στη διάρκεια μιας πολεμικής σκηνής ότι η ηρωίδα που ερμήνευε σκοτωνόταν.
Το πιο ακραίο απ’ όλα ήταν αυτό που συνέβη στην Κρίσι Ροκ, την πρωταγωνίστρια του «Ladybird, Ladybird» (1994), η οποία πίστευε ότι πρωταγωνιστούσε σε μια κεφάτη, αισιόδοξη ταινία. «Νόμιζε ότι αφορούσε μια γυναίκα που καταφέρνει, αν και με δυσκολίες, να αναθρέψει τα παιδιά της». Στην πραγματικότητα, τα παιδιά της γυναίκας τα παίρνει ένα ένα η κοινωνική πρόνοια. Στη σκηνή που έρχονται για το τελευταίο παιδί, η ηθοποιός «δεν μπορούσε να το πιστέψει», λέει ο Λόουτς. «Είχε πάθει την πλάκα της».
Ρετροσπεκτίβα ταινιών
Σ’ αυτό το σημείο γέλασα και είπα στον Λόουτς πως είναι σαδιστής. Πιο ακριβές θα ήταν να τον αποκαλέσουμε ασυμβίβαστο, τόσο με τους ηθοποιούς του όσο και με τις αριστερές πολιτικές πεποιθήσεις του. Ο Λόουτς συμπλήρωσε τα 75 χρόνια του τον Ιούνιο, και αυτόν τον μήνα το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου παρουσιάζει μια ρετροσπεκτίβα που θα δώσει την ευκαιρία στους θεατές να δουν από την πρώιμη τηλεοπτική δουλειά του έως την πιο πρόσφατη ταινία του, τον «Ιρλανδικό δρόμο», με θέμα τις εμπειρίες ανθρώπων που εργάστηκαν σε ιδιωτικές εταιρείες φρούρησης στο Ιράκ.
Το ντοκιμαντέρ του «The Save the Children Film», που χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από την ομώνυμη φιλανθρωπική οργάνωση, θα προβληθεί για πρώτη φορά· γυρίστηκε το 1969 για την τηλεόραση, αλλά δεν προβλήθηκε. Είχε παραγγελθεί για την 50ή επέτειο του Save the Children και είναι εύκολο να φανταστούμε τι περίμεναν: ένα συγκινητικό πορτρέτο, ελαφρό σε ανάλυση και βαρύ σε επαίνους.
Ο Λόουτς ακολούθησε διαφορετικό δρόμο. Το ντοκιμαντέρ εστιάζει στα δυνητικά προβλήματα της βοήθειας, στο γεγονός ότι όσοι έχουν τη δυνατότητα να είναι φιλάνθρωποι φέρονται συχνά πατερναλιστικά και αυταρχικά. Εστρεψε, π. χ., την κάμερα σε σχολείο της Save the Children στην Κένυα, για άστεγα αγόρια από το Ναϊρόμπι, οργανωμένο κατά τα πρότυπα των αγγλικών δημόσιων σχολείων. Εδειξε τα παιδιά να κάνουν παρέλαση υπό τους ήχους σάλπιγγας και να διαβάζουν βιβλία όπως «Οι σχολικές μέρες του Τομ Μπράουν». Μια ομάδα νεαρών Κενυατών ακτιβιστών εμφανίζονται στην ταινία, και ένας από αυτούς παρατηρεί ότι δεν μπορεί να φανταστεί άλλο σχολείο στον κόσμο όπου η μητρική γλώσσα να μην επιτρέπεται.
Φωνές που λογοκρίνονται
Δεν ήταν το μόνο ντοκιμαντέρ του που «κόπηκε». Η τηλεοπτική σειρά «Questions of Liberty», που κριτίκαρε την ανταπόκριση της ηγεσίας των συνδικάτων στον θατσερισμό και γυρίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’80, δεν προβλήθηκε ποτέ – προφανώς για πολιτικούς λόγους. Τον ρωτάω αν τον εξοργίζει όταν οι ταινίες του λογοκρίνονται ή αποσύρονται. «Σίγουρα εξοργίζεσαι, όχι μόνο για λογαριασμό σου αλλά και για λογαριασμό των ανθρώπων που οι φωνές τους δεν επιτρέπεται να ακουστούν. Και το βλέπεις αυτό να επαναλαμβάνεται. Τώρα, για παράδειγμα, ακούσαμε πολύ λίγα από τα παιδιά που συμμετείχαν στις ταραχές. Ακούς μερικούς άναρθρους κουκουλοφόρους, αλλά στην πραγματικότητα σε πολύ λίγους ανθρώπους επιτράπηκε να μιλήσουν».
Οι ταινίες του Λόουτς συχνά είναι είτε κάλεσμα σε αγώνα είτε πορτρέτα συγκεκριμένων πολιτικών κινημάτων. Το φιλμ «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι» αναφερόταν στον ιρλανδικό πόλεμο ανεξαρτησίας, το «Ψωμί και τριαντάφυλλα» σε μια ομάδα καθαριστριών του Λος Αντζελες που αγωνίστηκαν για δίκαιους μισθούς, ενώ στο «Γη και Ελευθερία» κεντρικός ήρωας ήταν ένας άνεργος νέος από το Λίβερπουλ, μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο οποίος πάει στην Ισπανία για να πολεμήσει εναντίον του Φράνκο.
Ο Λόουτς είναι ένας ήρεμος, ευγενικός άνθρωπος –με εξαίρεση αυτή τη φλέβα σαδισμού– και φαίνεται να στερείται οποιασδήποτε ματαιοδοξίας. Μιλάμε περισσότερο για τις πρόσφατες ταραχές στην Αγγλία και την επακόλουθη σκληρότητα που επέδειξαν τα δικαστήρια. Αναφέρω την περίπτωση των δύο νεαρών που καταδικάστηκαν σε φυλάκιση τεσσάρων χρόνων ο καθένας γιατί «προσπάθησαν να προκαλέσουν ταραχές μέσω των σελίδων τους στο Facebook». Ο Λόουτς παρατηρεί ότι πιθανότατα η υπόθεσή τους θα πάει στο εφετείο και προσθέτει: «Η άρχουσα τάξη κραδαίνει το μαστίγιο, έτσι; Είναι αηδιαστικό. Πρέπει να οργανωθούμε. Οπως είχε πει ο Τζόε Χιλ, ο θρυλικός Αμερικανός συνδικαλιστής: Μη θρηνείς, οργανώσου».
Να δουν τον κόσμο διαφορετικά
Καθώς συνεχίζουμε τη συζήτηση, ο Κεν Λόουτς μού ζητάει πότε πότε συγγνώμη που μου κάνει πολιτικό «κήρυγμα».
«Πιστεύω ότι τα αίτια που βρίσκονται κάτω από τις πρόσφατες ταραχές είναι φανερά στον καθένα…», λέει. «Οι οικονομικές δομές, που έδιναν στους νέους ένα μέλλον, έχουν καταστραφεί. Παραδοσιακά, τα νέα παιδιά περνούσαν στον κόσμο της εργασίας μπαίνοντας μέσα σε ομάδες ενηλίκων που τους μάθαιναν τα μυστικά ενός επαγγέλματος, αλλά και τις ευθύνες που συνεπαγόταν. Αυτό το κατέστρεψαν. Η Θάτσερ συνειδητά κατέστρεψε το εργατικό δυναμικό σε τόπους όπως οι σιδηρόδρομοι, τα ορυχεία, οι βιομηχανίες… κι έτσι αυτή η μετάβαση από την εφηβεία στην ενηλικίωση καταστράφηκε, ηθελημένα».
«Δεν θυμάμαι να υπήρχε πριν από 40 - 50 χρόνια ο μηδενισμός που υπάρχει σήμερα στα παιδιά. Τώρα δεν υπάρχει τόπος για τους νέους, τελεία και παύλα. Ετσι, παρά την υλική πρόοδο, είμαστε σε χειρότερη κατάσταση».
Τον ρωτάω αν με τις ταινίες του στοχεύει να συμβάλει σε πολιτικές αλλαγές και λέει ότι ελπίζει να κάνει τους ανθρώπους «να δουν διαφορετικά τα πράγματα. Να δουν, για παράδειγμα, ότι υπήρχαν δυνατότητες αλλαγής στην Ισπανία και ένα από τα πράγματα που την εμπόδισαν ήταν ο σεκταρισμός της Αριστεράς. Να δουν ότι υπάρχει η δυνατότητα συνδικαλιστικής οργάνωσης, ότι έχουμε δύναμη, ότι τα πράγματα μπορούν να είναι διαφορετικά, και υπάρχουν ιστορίες από το παρελθόν που το δείχνουν».
(η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ. H KAΘHMEPINH 11-09-2011)