του Nicholas Rapold / International New York Times
Οι εκρήξεις και οι σκοτωμοί είναι χαρακτηριστικό των καλοκαιρινών «μπλοκμπάστερ», είτε προκαλούνται από γιγαντιαία ρομπότ είτε από ανίκητους υπερήρωες. Τι γίνεται όμως όταν εκείνοι που ανατινάζουν είναι άνθρωποι με πολιτικά κίνητρα – όπως οι ριζοσπάστες οικολόγοι στη νέα δραματική ταινία της Kelly Reichardt / Κέλι Ράινχαρντ, «Night Moves»; Και τι γίνεται όταν είναι συμπολίτες μας της διπλανής πόρτας και όχι κάποιοι «κακοί» με εξωτική προφορά, όπως θέλει το στερεότυπο; Τότε όλα γίνονται πιο περίπλοκα: από τους θεατές μέχρι τους παραγωγούς και τους πολιτικούς, όλοι γίνονται πιο «ευαίσθητοι».
Το φιλμ «Night Moves», που άρχισε να προβάλλεται στις ΗΠΑ τον περασμένο μήνα, έρχεται σε μια στιγμή που η απειλή της τρομοκρατίας στις δυτικές μητροπόλεις και η πολιτική του φόβου δεν βρίσκονται πια σε πρώτο πλάνο. Ωστόσο, η ιστορία της ταινίας –ένας νεαρός ακτιβιστής (Τζέσε Αϊζενμπεργκ) συνεργάζεται με ένα βετεράνο (Πίτερ Σάρσγκααρντ) και μια πρόσφατα μυημένη στη ριζοσπαστική οικολογία συνάδελφό του (Ντακότα Φάνινγκ) για να καταστρέψουν ένα φράγμα– έρχεται να προστεθεί στον μικρό αλλά δυναμικό κατάλογο ταινιών με θέμα Αμερικανούς τρομοκράτες.
Οι ήρωες αυτοί είναι οικείοι άνθρωποι με ακραίες πεποιθήσεις, και το δυναμικό της αμφισημίας στη διαμόρφωση των χαρακτήρων τούς κάνει να ξεχωρίζουν. Η ταινία, η οποία διερευνά τις ψυχολογικές επιπτώσεις της επίθεσής τους, είναι θεμελιωμένη στις λεπτομέρειες του πραγματικού περιβάλλοντός τους. Και καθώς ο ήρωας που ερμηνεύει ο Τζέσε Αϊζενμπεργκ αντιμετωπίζει τα επακόλουθα των βίαιων ενεργειών της ομάδας, η ταινία, που το σενάριό της έγραψαν η Ράινχαρντ και ο Τζόναθαν Ρέιμοντ, εξελίσσεται πέρα από την τυπική διελκυστίνδα μεταξύ καταδίκης και δικαιολόγησης.
Πριν από οκτώ χρόνια, ένα άλλο είδος πρόκλησης τέθηκε από το φιλμ της Τζούλια Λόκτεβ «Day Night Day Night». Η ταινία παρακολουθεί με την ακρίβεια χρονικού μια συνεσταλμένη νεαρή γυναίκα που στρατολογείται σε αποστολή αυτοκτονίας για να βομβαρδιστεί η Times Square στη Νέα Υόρκη. Οι συνήθεις περιγραφές για την ηρωίδα παραλείπονται και ο θεατής κρατιέται σε αγωνιώδη αναμονή καθώς η κοπέλα προετοιμάζεται από «χειριστές» για να οδηγηθεί στην αποστολή της.
«Αρχικά ανησύχησα ότι θα δεχόμουν οργισμένα σχόλια ότι την παρουσίασα πολύ συμπαθητική», μας έγραψε η Τζούλια Λόκτεβ σε ένα e-mail. «Στην πραγματικότητα με επέκριναν για το αντίθετο: ότι δεν έδειξα το παρελθόν της για να εξηγήσω το γιατί – π.χ. κάποιο τραυματικό γεγονός στη ζωή της. Για μένα αυτό θα δημιουργούσε τον κίνδυνο να δικαιολογηθούν οι πράξεις της».
Βέβαια, αυτή η αμηχανία που συνοδεύει τις κινηματογραφικές προσωπογραφίες Αμερικανών τρομοκρατών μπορεί να είναι εκείνο που προσελκύει έναν κινηματογραφιστή στο θέμα. Από τα πιο εντυπωσιακά δείγματα αυτού του κινηματογραφικού είδους είναι το ντοκιμαντέρ του 2011 «If a Tree Falls». Ο Μάρσαλ Κάρι, ο σκηνοθέτης του φιλμ, αποδέχθηκε πλήρως την αμφισημία παρακολουθώντας την υπόθεση του Ντάνιελ Μακγκόουαν, του ακτιβιστή της οργάνωσης Earth Liberation Front, ο οποίος καταδικάστηκε για εμπρησμό και συνωμοσία.
«Ορισμένα ερωτήματα είναι σκληρά και πιστεύω ότι αξίζει να κεντρίζουμε τους ανθρώπους για να βγουν από τη ζώνη όπου νιώθουν βολικά», μας είπε ο Μάρσαλ Κάρι. «Ενα από τα πράγματα που με τράβηξαν στην ιστορία του Μετώπου για την Απελευθέρωση της Γης ήταν το γεγονός πως ήταν τόσο πρόσφατη. Δεν ήταν ένα μάθημα ιστορίας και δεν είχε δημιουργηθεί συναίνεση πάνω στα ζητήματα που έθεσε».
Ο Μάρσαλ Κάρι δεν είναι το μόνο παράδειγμα κινηματογραφιστή που βούτηξε στα βαθιά νερά για να καλύψει ένα ζωντανό θέμα. Το φιλμ του Πολ Σρέντερ «Πάτι Χερστ» (1988) ήταν κινηματογραφική προσαρμογή ενός βιβλίου που έγραψε η διάσημη κληρονόμος, η οποία είχε απαχθεί και κατόπιν είχε αυτοβούλως ενταχθεί στο «αντάρτικο πόλης». Οπως είπε ο Σρέντερ, η ιστορία της Χερστ είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι’ αυτόν, γιατί έπρεπε να εστιάσει στις ψυχικές διεργασίες που την οδήγησαν στην απόφασή της. «Ηταν η δική της ιστορία, το δικό της βιβλίο και προφανώς η δική της σκοπιά. Θα ήμουν εξίσου πρόθυμος να κάνω την ταινία από τη σκοπιά του Σίνκε», πρόσθεσε, αναφερόμενος στον αρχηγό του Συμβιωτικού Απελευθερωτικού Στρατού. «Αλλά τότε δεν θα έβρισκα χρηματοδότηση».
Η χρηματοδότηση
Με τόσο εκρηκτικό υλικό, είναι αναμενόμενο να υπάρχουν δυσκολίες στη χρηματοδότηση ταινιών αυτού του είδους. Η Τζούλια Λόκτεβ κράτησε σε χαμηλό επίπεδο το κόστος του φιλμ της, εν μέρει για να διατηρήσει πλήρη δημιουργικό έλεγχο. Στην άλλη άκρη του φάσματος ήταν η περυσινή ταινία «Τhe East» (φωτ.), παραγωγής Fox Searchlight, με θέμα μια μυστική ομάδα οικο-τρομοκρατών. Ο σκηνοθέτης της, Ζαλ Μπατμανγκλίζ, διαβεβαίωσε ότι δεν συνάντησε δυσκολίες στα γυρίσματα του φιλμ, με ήρωες τα μέλη μιας ομάδας που δηλητηριάζουν τους συμμετέχοντες σε δεξίωση φαρμακευτικής εταιρείας, ως αντίποινα για την παραγωγή επικίνδυνων φαρμάκων. Θυμάται πώς η χρηματοδότηση της παραγωγής εξασφαλίστηκε εγκαίρως, ιδίως μετά το γύρισμα μιας κρίσιμης σκηνής που περιέγραφε ένα συλλογικό γεύμα των συνωμοτών. «Οι επικρίσεις έσβησαν και όλο το συνεργείο ενθουσιάστηκε».
Με το «Night Moves» η Κέλι Ράινχαρντ προσθέτει σε αυτή την ιστορία κάτι που ο σεναριογράφος Τζ. Ρέιμοντ αποκάλεσε «πείραμα ηθικού στοχασμού». Πέρα από τις εκρήξεις, αυτή η πρόσκληση σε στοχασμό είναι ίσως η πιο ριζοσπαστική πράξη της ταινίας.
(Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύθηκε στην εφ. Η Καθημερινή 10.08.2014)