moneyb2.jpg
Ως ηθοποιός ο Μπραντ Πιτ έχει επιλέξει ρόλους με απαιτήσεις και εντελώς διαφορετικούς μεταξύ τους

του Dennis Lim/ International Herald Tribune

Αν υπάρχει μια πλευρά του Μπραντ Πιτ/ Brad Pitt  που θα μπορούσε να θεωρηθεί κάπως ανεξερεύνητη, αυτή παραδόξως είναι η καριέρα του ως ηθοποιού. Για το μεγαλύτερο μέρος των είκοσι χρόνων που βρίσκεται στο προσκήνιο –από τον ρόλο του νεαρού αλήτη στο «Θέλμα και Λουίζ» (1991) και ακόμα περισσότερο μετά το «Mr. and Mrs. Smith» (2005), ταινία που εγκαινίασε ένα μεγάλο κύκλο κουτσομπολιού στον κίτρινο Τύπο– ο Μπραντ Πιτ υπήρξε πρώτα σταρ και μετά ηθοποιός. Κάθε του κίνηση –σε κινηματογραφικά σετ, ανθρωπιστικές αποστολές και εμφανίσεις στο κόκκινο χαλί, συχνά μαζί με τη σύντροφό του, την Αντζελίνα Τζολί, και τα έξι παιδιά τους– πρόσφερε άφθονο υλικό για τα celebrity media. Ωστόσο, ο Μπραντ Πιτ-ηθοποιός ήταν πάντα ασυνήθιστα αντιφατικός.
Η κεντρική αντίθεση θα μπορούσε να συνοψιστεί στο εξής: Ο Μπραντ Πιτ είναι ένας σούπερσταρ, ο οποίος όμως συμβαίνει να είναι απρόβλεπτος. Εμεινε μακριά από τις δημοφιλείς σειρές ταινιών δράσης και από τις ρομαντικές κομεντί, τους τυπικούς στυλοβάτες της μεγάλης κινηματογραφικής καριέρας του 21ου αιώνα. Αν και δεν απέφυγε τους μεγάλους ρόλους –όπως του Αχιλλέα στην «Τροία» – συχνά αναζήτησε τη συντροφικότητα των ομαδικών καστ, όπως στη σειρά ταινιών «Η συμμορία των 11, 12…».

Ρόλοι - «ανατροπή»
Σπανίως αναφερόμαστε στην γκάμα του, ωστόσο είναι ικανός τόσο για φανταχτερούς ρόλους («12 πίθηκοι») όσο και για ρόλους χαμηλού προφίλ («Η απίστευτη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον»). Και ενώ η ηθοποιία για τους σούπερσταρ είναι συχνά ζήτημα αύρας, το να είναι απλώς ο εαυτός τους, ο Πιτ έχει επιδείξει μια ιδιαίτερα οξυδερκή αξιοποίηση του ερμηνευτικού ταλέντου του: μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες του («Fight Club», «Η δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς από τον δειλό Ρόμπερτ Φορντ») αποτελούν ανατρεπτικά σχόλια του προφανούς μαγνητισμού του.
Οπως έχει πει ο Μπραντ Πιτ, το «Seven» του Ντέιβιντ Φίντσερ «ήταν η πρώτη ταινία όπου αναγνώρισα το συναίσθημα πως κάτι ασυνήθιστο συμβαίνει». Ο Φίντσερ τον σκηνοθέτησε και σε άλλες δύο σημαντικές ταινίες, το «Fight Club» και το «Μπέντζαμιν Μπάτον» (με το οποίο ο ηθοποιός κέρδισε υποψηφιότητα για όσκαρ). Ο ρόλος του Τάιλερ Ντέρντεν στο «Fight Club» υπήρξε μια μεγάλη καμπή, με τη σαρκαστική αποθέωση της πρώιμης εικόνας του ηθοποιού ως golden boy, όσο και την αναρχική ανατροπή της. «Εχουν γραφτεί πολλά για τον φυσικό μαγνητισμό του», είπε ο Φίντσερ. «Αλλά ο κόσμος δεν συνειδητοποιεί ότι μεγάλο μέρος αυτής της γοητείας οφείλεται στον τρόπο που καταφέρνει να κάνει το κοινό να συνδέεται με τον ήρωα που ερμηνεύει».
tree2.jpgΟι τελευταίοι ρόλοι του ήταν κι αυτοί εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους όσο και με οτιδήποτε άλλο έχει κάνει στο παρελθόν. Ηταν επίσης ρόλοι με ασυνήθιστες ερμηνευτικές απαιτήσεις, στις οποίες ο 48χρονος ηθοποιός ανταποκρίθηκε πλήρως. Κέρδισε μια υποψηφιότητα για όσκαρ πρώτου ρόλου για την ψύχραιμη, επιβλητική ερμηνεία του στον ρόλο του εικονοκλάστη προπονητή Μπίλι Μπιν στο φιλμ «Moneyball», ενώ είναι εξαιρετικός στο «Δέντρο της ζωής» όπου ερμηνεύει έναν αυταρχικό πατέρα στο Τέξας της δεκαετίας του ’50.

Και παραγωγός
Σε μια συνέντευξη που έδωσε πριν από λίγο καιρό στη Νέα Υόρκη, ο Μπραντ Πιτ είπε ότι είναι ευγνώμων και για τους δύο ρόλους, κανένας από τους οποίους δεν ήταν εύκολος. Μέσω της εταιρείας του, της Plan-B, έχει δικαιώματα παραγωγού και στις δύο ταινίες. «Είμαι ευτυχής ύστερα από τόση δουλειά, για μένα και για όλους τους φίλους που έβαλαν τόσο κόπο στις προσπάθειες αυτές». Οπως κάθε έμπειρος επαγγελματίας, πρόσεξε πολύ ώστε να φανεί ότι εκτιμά αρκετά αυτό που έχει κάνει χωρίς να πέφτει στη χυδαιότητα της αυτοδιαφήμισης.
«Μεγάλωσα σ’ ένα μέρος όπου θεωρείται εγωιστικό να μιλάς για τον εαυτό σου», είπε αναφερόμενος στη γενέτειρά του, το Σπρίνγκφιλντ του Μισούρι. Σχετικά αμήχανος όταν αντιμετώπιζε προσωπικές ερωτήσεις, ήταν πιο άνετος όταν αναφερόταν στην οικογένειά του, μιλώντας με ενθουσιασμό για την ταινία «In the Land of Blood and Honey» που γύρισε η Αντζελίνα Τζολί («έκανα τον φωτογράφο του σετ») και για τα παιδιά τους. «Δεν υπάρχει τίποτα που να αλλάζει τόσο τη ζωή μας όσο η πατρότητα», είπε. «Είναι μια τόσο όμορφη μεταβολή προοπτικής».

Πατρική φιγούρα
Η πατρότητα είναι το μόνο που συνδέει τους ρόλους του στο «Moneybal» και το «Δέντρο της ζωής»-έπαιξε επίσης έναν πατέρα στη «Βαβέλ» (2006), άλλη μια σημαντική ερμηνεία του. Μιλώντας για το «Δέντρο της ζωής»τον Μάιο στις Κάνες, συνέδεε την ταινία με αναμνήσεις από την αυστηρή ανατροφή του σε ένα οικογενειακό περιβάλλον Βαπτιστών του Νότου. Στη Νέα Υόρκη, όμως διευκρίνισε ότι δεν άντλησε υλικό άμεσα από τις προσωπικές του εμπειρίες. «Ο ήρωας που υποδύθηκα δεν ήταν ο πατέρα μου», είπε μιλώντας για τον άκαμπτο πατριάρχη της ταινίας. «Σίγουρα όμως καταλαβαίνω τη νοοτροπία «ο πατέρα ξέρει το καλό σου», την καταπίεση που μπορεί να ασκεί η πατρική φιγούρα στα παιδιά, τις πιέσεις που δέχεται να είναι αρχηγός και κουβαλητής της οικογένειας, την αγωνία όταν αισθάνεται ότι είναι ανεπαρκής και ότι έχει τις δικές του ανάγκες και «επιθυμίες». Το θαυμαστό στην ερμηνεία του είναι πόσο ζωηρά καταγράφεται αυτός ο κόμπος αντιφατικών παρορμήσεων μέσα στη σιωπηλή συνήθως ροή της οραματικής ταινίας του Τέρενς Μάλικ.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 4-3-2012