του Siegfried Kracauer
melies1.jpg

Ο Ζωρζ Μελιές/ Georges Méliès  παρέλαβε την σκυτάλη εκεί που εγκατέλειψε ο Λυμιέρ/ Lumière, ανανεώνοντας και δυναμώνοντας την έλξη που ασκούσε αρχικά ο κινηματογράφος. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ακολουθούσε, περιστασιακά, το παράδειγμα του Λυμιέρ. Στην αρχή συνήθιζε κι αυτός να ξεναγεί το κοινό του σε διάφορα αξιοθέατα  -ή πάλι να δραματοποιεί, κατά τη μόδα εκείνης της εποχής, επίκαιρα γεγονότα στημένα με ρεαλιστικό τρόπο. Αλλά η κύρια συμβολή του στον κινηματογράφο είναι ότι αντικατέστησε τη μη στημένη πραγματικότητα με τη στημένη φαντασίωση και σκαρφίστηκε πλοκές για να επενδύσει καθημερινά περιστατικά.
(…) Η εκπληκτική επιτυχία του Μελιές έδειχνε, καθώς φαίνεται, ότι ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις που είχε αφήσει ανικανοποίητες ο φωτογραφικός ρεαλισμός του Λυμιέρ. Ο Λυμιέρ λογοδοτούσε στην αίσθηση της παρατήρησης, στην περιέργεια του ανθρώπου για τη «φύση την πιασμένη επ’ αυτοφώρω». Ο Μελιές, αντίθετα, αγνοούσε τα έργα της φύσης και παραδινόταν στην ευχαρίστηση που προσφέρει στον καλλιτέχνη η αδέσμευτη φαντασία. Στην ταινία Η ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΤΡΕΝΟΥ, το τρένο είναι το πραγματικό αντικείμενο, ενώ το αντίστοιχο του στο έργο του Μελιές ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΤΑΞΙΔΙ (Voyage à travers l'impossible, 1904) είναι ένα τρένο –παιχνίδι, το ίδιο ψεύτικο όσο και το σκηνικό, μέσα από το οποίο κινείται. Ο Μελιές, αντί ν’ αποθανατίζει τις τυχαίες κινήσεις των διαφόρων φαινομένων, συνέδεε με ελεύθερο τρόπο φανταστικά περιστατικά, ανάλογα με τις απαιτήσεις της γοητευτικής, παραμυθένιας πλοκής των έργων του. Μήπως άραγε κι άλλα μέσα, πολύ συγγενικά με τον κινηματογράφο, δεν πρόσφεραν παρόμοιες τέρψεις; Οι καλλιτέχνες φωτογράφοι προτιμούσαν συνθέσεις που τις θεωρούσαν αισθητικά ελκυστικές από τις εξονυχιστικές εξερευνήσεις της φύσης. Και λίγο πριν εμφανισθεί η κινηματογραφική μηχανή, ο «μαγικός φανός» πρόβαλλε με επιμονή θρησκευτικά θέματα, μυθιστορήματα του Γουώλτερ Σκοτ και σαιξπηρικά δράματα.
melies2.jpgΩστόσο έστω και αν ο Μελιές δεν επωφελήθηκε από την ικανότητα της κάμερας να καταγραφεί και ν’ αποκαλύπτει τον φυσικό κόσμο, έπλαθε σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό τις φαντασιώσεις του με τη βοήθεια τεχνικών που προσιδίαζαν στον κινηματογράφο. Μερικές από αυτές τις τεχνικές τις ανακάλυψε συμπτωματικά.
(…) Αντλώντας διδάγματα από τη φωτογραφία όσο και από το θέατρο, εγκαινίασε πολλές τεχνικές του έμελλαν να παίξουν τεράστιο ρόλο μελλοντικά –ανάμεσα σ’ αυτές τη χρήση μασκών, την πολυτυπία, την επιτύπωση ως μέσο για τη δημιουργία φαντασμάτων, το φοντύ ανσαινέ κ.λπ. Και, με την επινοητικότητα που τον διέκρινε στη χρησιμοποίηση αυτών των τεχνικών, πρόσθεσε μια γεύση κινηματογράφου στα χιουμοριστικά αφηγήματα του και στα μαγικά τρικ του. Οι θεατρικές παγίδες έπαψαν να είναι απαραίτητες -τα ταχυδακτυλουργικά κόλπα παραχώρησαν τη θέση τους σε απίστευτες μεταμορφώσεις, που μόνον ο κινηματογράφος μπορούσε να κάνει. Η ψευδαίσθηση που γεννιόταν μέσα σ’ αυτό το κλίμα βασιζόταν σε μια δεξιοτεχνία διαφορετική από εκείνη του μάγου. Ήταν κινηματογραφική ψευδαίσθηση, και μ’ αυτή της την ιδιότητα προχωρούσε πολύ πιο πέρα από τα όρια της θεατρικής αληθοφάνειας.
(…) Αλλά, παρά την κινηματογραφική του αίσθηση, ο Μελιές έμεινε ο θεατρικός σκηνοθέτης που ήταν και πριν.
(…) Όσο κι αν οι ταινίες του διέφεραν από το θέατρο στο τεχνικό επίπεδο, δεν κατάφερναν να ξεπεράσουν την εμβέλεια του θεάτρου, αφομοιώνοντας γνήσια κινηματογραφικά θέματα. Αυτό εξηγεί επίσης γιατί ο Μελιές, παρά την εφευρετικότητα  του, δεν διανοήθηκε ποτέ να μετακινήσει τη μηχανή-του η στατική κάμερα διαιώνιζε τη σχέση του θεατή με το παλκοσένικο. Ο ιδανικός θεατής του Μελιές ήταν ο παραδοσιακός θεατής του θεάτρου, παιδί ή ενήλικας.

(απόσπασμα από το βιβλίο του Siegfried Kracauer, Θεωρία του κινηματογράφου, μτφρ. Δημοσθένης Κούρτοβικ, εκδόσεις Κάλβος, 1983)