(απόσπασματα από συνεντεύξεις)
kiesl0.jpg

Οι πρώτες μνήμες
Προέρχομαι από μια απλή οικογένεια. Ο πατέρα μου ήταν μηχανικός και η μητέρα μου ήταν υπάλληλος. Γεννήθηκα το 1941, μια δύσκολη περίοδο. Μετά από χρόνια ο πατέρα μου έπαθε φυματίωση. Πέθανε όταν ήμουν δεκαέξι χρόνων. Όταν ήμουν μικρός, ταξιδεύαμε αρχικά εξαιτίας των μεταθέσεων του πατέρα μου και αργότερα λόγων των παραμονών του σε σανατόρια. Έκανα φίλους και τους έχασα ξαναφεύγαμε μαζί με τη αδελφή μου. Τα τραίνα, τα έπιπλα πίσω μας. Ποτέ δεν γνώρισα τους παππούδες μου. Ουσιαστικά δεν έχω ρίζες. Κάποτε μέτρησα τις μετακομίσεις μας: σαράντα….
Στην παιδική μου ηλικία κινηματογράφο δεν πήγαινα. Δεν είχα λεφτά. Αλλά όταν είχα όρεξη σκαρφάλωνα μαζί με άλλους πιτσιρίκους στη στέγη του κινηματογράφου και μέσα από μια τρύπα κοιτάζαμε το κοινό. Τον υπόλοιπο χρόνο διάβαζα. Στα δεκαπέντε μου είχα διαβάσει όλους τους κλασικούς.. Είχα ξεκινήσει από τον Καρλ Μέι και αργότερα τελείωσα με τον Προυστ.
Στην πραγματικότητα, η ζωή μου είναι μια σειρά τυχαίων περιστατικών. Το πρώτο από αυτά συνέβη στο σχολείο. Άλλαζα συχνά σχολεία με σκοπό να βγάλω κάποια χρήματα. Η έλλειψη χρημάτων ήταν τέτοια που αναγκάστηκα να πάω σε σχολείο πυροσβεστών στο Βροκλάου, γιατί εκεί θα είχα δωμάτιο και μια μικρή αμοιβή. Βέβαια, ούτε συζήτηση για να μείνω σ’ αυτή τη σχολή και να γίνω πυροσβέστης. Ο πατέρας μου μ’ έβγαλε από εκεί και επιτέλους πήγα σ’ ένα κανονικό λύκειο. Για έναν ολόκληρο χρόνο….Το περιστατικό ήταν το εξής: ένας καθηγητής που όλοι τον έτρεμαν, αφού έριξε μια ματιά στις ασκήσεις τη χημείας που είχα γράψει μου είπε: «Κισλόφσκι, καλύτερα θα ‘κανες να έμενες πυροσβέστης». Ήμουν δεκατεσσάρων χρόνων. Ορκίστηκα να μην ξαναβρεθώ σε μια κατάσταση τόσο ταπεινωτική. Ποτέ.
Ένα άλλο τυχαίο γεγονός, ήταν ότι είχα θείο, ο οποίος ήταν διευθυντής σε μια σχολή θεάτρου. Του έγραψα. Και άρχισα να σπουδάζω σκηνογραφία.
kiesl4.jpg
Από το θέατρο στο ντοκιμαντέρ
Εκείνα τα χρόνια που σπούδαζα σκηνογραφία ήταν πολύ ευνοϊκά για το θέατρο της Πολωνίας. Δεν ήθελα να κάνω σκηνογραφία αλλά να βλέπω θεατρικές παραστάσεις. Αργότερα, πήγα στη σχολή κινηματογράφου της Λοτζ.
Δεν με δέχτηκαν. Εργάστηκα για λίγο στον ενδυματολογικό τομέα και το αστείο είναι πως δούλευα με τους ηθοποιούς που χρησιμοποιώ τώρα στις ταινίες μου. Ξαναπέρασα τις εξετάσεις και κόπηκα για δεύτερη φορά. Θυμάμαι τη μητέρα μου στο σταθμό, που έκλαιγε κάτω από τα βροχή: είπα στον εαυτό μου πως αυτό δεν θα ξανασυνέβαινε. Και την τρίτη φορά, πέτυχα στις εξετάσεις.
Στην σχολή της Λοτζ ανακάλυψα τον Ρενουάρ, τον νεορεαλισμό, τον Όρσον Γουέλς, τον μοντέρνο αγγλικό κινηματογράφο που αγαπούσα. Και τον Κεν Λόουτς και τον Μπο Βίντεμπεργκ και ….Ήταν μια εποχή που ο κινηματογράφος μπορούσε να αλλάξει τη ζωή. Αυτό δεν υπάρχει πια. Να, τι αποδεικνύει τη θεωρία μου: ότι είναι καλό, εξασθενεί και πεθαίνει. Ό,τι αρχίζει καλά τελειώνει άσχημα. Ό,τι αρχίζει άσχημα τελειώνει χειρότερα.
Ξεκίνησα να κάνω ντοκιμαντέρ γοητευμένος από την ιδέα πως θα μπορούσα να αλλάξω ένα κομμάτι του σύμπαντος χάρη στον κινηματογράφο. Η προηγούμενη γενιά Σκολιμόφσκι, Πολάνσκι, προτίμησαν το χώρο των ταινιών με «υπόθεση». Εμείς ριψοκινδυνεύαμε με το ντοκιμαντέρ. Οι ταινίες μας στην αρχή ήταν πολύ πετυχημένες. Το ντοκιμαντέρ είναι υπομονή και ένα βλέμμα κατανόησης, αλλά και αδιακρισίας. Και εκεί ακριβώς είναι η παγίδα, εκεί ήταν που σταμάτησα. Γιατί υπάρχει ένα σημείο, όπου η αδιακρισία του ντοκιμαντέρ μπορεί να αλλάξει τη ζωή του ανθρώπου που κινηματογραφείται. Έτσι αρνήθηκα να δείξω κάποιες ταινίες όπως εκείνη, ενός υψηλού στελέχους του κόμματος που μιλούσε για όσα συνέβαιναν μέσα στο κόμμα. Θα καταστρεφόταν αυτός ο τύπος. Υπήρχε και μια άλλη για τις απεργίες του 1970. Απομακρύνθηκα από το ντοκιμαντέρ. Δεν ήθελα να γίνω βοηθός της αστυνομίας. Άλλωστε πιστεύω πως σήμερα το είδος του ντοκιμαντέρ είναι νεκρό. Τη θέση του πήρε το τηλεοπτικό ρεπορτάζ.
Το σινεμά είναι απόλυτα άχρηστο, ίσως να’ ναι μονάχα μια φευγαλέα συγκίνηση… Μια μέρα μια νεαρή κοπέλα μου είπε πως η «Διπλή ζωή της Βερόνικα»/ La Double vie de Véronique την έκανε να καταλάβει την ψυχή της. Ίσως ο κινηματογράφος, που είναι μια δουλειά μεγάλη σε διάρκεια και βαρετή, να είναι αόριστα χρήσιμη για πράγματα σαν κι αυτά.
Ίσως…
bleu1.jpg
Για την ελευθερία
Για μένα, η ελευθερία είναι αδύνατη. [Στην ταινία Trois couleurs: Bleu] Μετά το δράμα που υπέστη, η Ζίλι κάνει ότι μπορεί για να ανακαλύψει μια νέα προσωπική ελευθερία. Προσπαθεί να κρατήσει σε απόσταση τον κόσμο και τους ανθρώπους. Να μην την αφορούν. Είναι, όμως μια ψευδαίσθηση. Ελευθερία δεν υπάρχει. Είστε παντρεμένος; Αγαπάτε τη γυναίκα σας; Έχετε ένα διαμέρισμα; Ναι; Τότε δεν είστε ελεύθερος. Η ελευθερία δεν μπορεί παρά να είναι επιθυμητή. Δεν την κερδίζουμε ποτέ. Έτσι είναι, και δεν το βρίσκω δραματικό.

Για τα χρώματα
Το να παλεύεις μ’ ένα χρώμα είναι πολύ σημαντικό. Σου επιτρέπει να ερευνάς στο εσωτερικό ενός καλά καθορισμένου κάδρου. Αρνούμαι όμως κάθε συμβολισμό του χρώματος και κάθε συσχετισμό ανάμεσα στο μπλε, παραδείγματος χάριν, και μιαν ιδέα…
Η επιλογή ενός επικρατούντος χρώματος με βοηθά να κατασκευάσω την ταινία. Για το «Κόκκινο» [Trois couleurs: Rouge] υπήρξε πολύ σημαντικό. Λιγότερο για το «Άσπρο» [Trois couleurs: Blanc], που δεν είναι χρώμα.
trois1.jpg
Για την υποκειμενική κάμερα
Κινηματογραφώ πάντα μια σκηνή σε σχέση με αυτό που νιώθουν οι χαρακτήρες μου. Οι ταινίες μου είναι έρευνες στο εσωτερικό της δική τους υποκειμενικότητας. Προσπαθώ να διεισδύσω με τη κάμερα μου στη καρδιά του ενδόμυχου.

Για τον τρόπο δουλειάς του
(Γυρίζω πάντα πολλές εκδοχές της ίδιας σκηνής). Γιατί η στιγμή που με ενδιαφέρει περισσότερο στην κατασκευή μιας ταινίας είναι αυτή του μοντάζ. Σε μια αίθουσα μοντάζ επικρατεί ηρεμία. Χάρη στο ήδη συναγμένο υλικό έχω μεγάλες δυνατότητες χειρισμού. Η στιγμή του γυρίσματος δεν είναι παρά απαραίτητη στιγμή. Η αληθινή ταινία γίνεται μετά.

Για τους ηθοποιούς
(Μου αρέσει να εκπλήσσομαι από τους ηθοποιούς). Χρειάζεται αυτή η έκπληξη ειδάλλως η πλήξη είναι σίγουρη. Η Ζιλιέτ Μπίνος/ Juliette Binoche, που είχα δει στην «Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι»/ The Unbearable Lightness of Being, με είχε εκπλήξει. Κατ’ επανάληψιν. Δεν έχω όμως μέθοδο να διευθύνω τους ηθοποιούς. Χρειάζεται απλώς να δημιουργείς ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Η σημαντική στιγμή είναι αυτή του casting. Μετά, πρέπει να αποφεύγεις να είσαι υπερβολικά διευθυντικός.

Για τη γλώσσα της ταινίας
Μοναδική μου έγνοια είναι αυτή της αλήθειας. Είτε κινέζικα μιλά ένας ηθοποιός είτε ρώσικα είτε γαλλικά, εάν είναι ψεύτικος, το ξέρω αμέσως. Ακόμα κι αν δεν γνωρίζω για γλώσσα, ξέρω πάντα, με το αυτί να ανακαλύπτω το ψέμα.

[Αποσπάσματα από συνέντευξη του Krzysztof Kieślowski στο περιοδικό Le Nouvel Observateur, n° 1504 (2 - 8 Septembre 1993), ελληνική μετάφραση εφ. Επενδύτης, Σάββατο 5 – Κυριακή 6 Φεβρουάριου 1994 και από δηλώσεις του σε ελληνική μετάφραση που δημοσιεύτηκαν στην εφ. Η Εποχή, Κυριακή 10 Ιουλίου 1994, απόδοση από τα γαλλικά: Νίκος Καλτσάς.]