-Το ότι γίνονται ταινίες σαν το «Φράουλα και σοκολάτα»/ Fresa y Chocolate (1993) σημαίνει ότι η Κούβα αλλάζει ή ότι το καθεστώς είναι πιο τρωτό;
-Δεν νομίζω. Αλλάζει, ανεξάρτητα από το ότι γίνονται τέτοιες ταινίες. Κι άλλες ταινίες μου έκαναν κριτική. Ο «Θάνατος του γραφειοκράτη»/ Muerte de un burócrata (1966), για παράδειγμα ή , πολύ περισσότερο, οι «Μνήμες υπανάπτυξης»/ Memorias del Subdesarrollo (1968) με τις οποίες εδώ και χρόνια έκανα πολύ πιο βαθιά κριτική. Κάποιοι πιστεύουν ότι το να κάνεις κριτική στην κυβέρνηση δίνει όπλα στο εχθρό, τους τρομοκρατεί. Εγώ πιστεύω ακριβώς το αντίθετο. Πιστεύω ότι το να μην κάνουμε μας αποδυναμώνει, ενώ με την κριτική δυναμώνουμε, αλλάζουμε, βελτιωνόμαστε. Η κριτική είναι απολύτως αναγκαία…
-Ο κινηματογράφος για σας είναι ένα όπλο, ένας τρόπος ν’ αλλάξει η κοινωνία;
-Δεν νομίζω ότι επιδρά τόσο στις αλλαγές της κοινωνίας. Υπάρχουν άλλα όπλα πιο άμεσα. Ο κινηματογράφος λειτουργεί στο πολιτιστικό επίπεδο. Έχει μεγάλη επιρροή, αλλά δεν γίνονται επαναστάσεις από τις οθόνες. Οι ταινίες είναι αντανάκλαση μιας πραγματικότητας, ένα ερέθισμα για σκέψη για ν’ ανοίξουν οι δρόμοι. Αλλά δεν έχουν το νόημα να κάνουν κήρυγμα και να ξεσηκώνουν ένα λαό και τον κάνουν να συνειδητοποιεί την αδικία στην οποία ζει. Είναι απλά ένας κόκκος άμμου.
-Εσείς συμμετείχατε στην επανάσταση από την πρώτη στιγμή και ήσασταν πιστός σ’ αυτή σε όλη σας τη ζωή;
-Δεν ήμουν μαχητής, αλλά συμμετείχα στην παράνομη πάλη στην πόλη. Ναι, είχα κάποια συμμετοχή. Όπως και το ενενήντα τοις εκατό της χώρας, ήμουν ενάντιος στην κυβέρνηση του Μπατίστα. Απλά πιστεύω ότι υπήρξα συνεπής.
-Θα πρέπει να παρακολουθήσατε το όνειρο, που ήταν και δικό σας, να καταστρέφεται. Πώς το βλέπετε τώρα;
-Η επανάσταση για μένα σήμαινε τα πάντα, κάτι πολύ πολύτιμο, που μπορούσε να γεμίζει τη ζωή ενός ανθρώπου και μιας χώρας, να οδηγεί, στο να κυριαρχεί, να εξουσιάζει κανείς την ίδια του τη μοίρα και να το κάνει καλά. Το πρώτο μέρος σε μεγάλο βαθμό το κατάφερε.
-Η επανάσταση στην οποία συμμετείχατε έγινε κομμουνιστική αργότερα. Πείτε μου γι’ αυτό.
-Εγώ δεν είχα τίποτε ενάντια στους κομμουνιστές που τότε είχαν έναν πρόγραμμα πολύ πιο ήπιο- για την ανάπτυξη της αστικής μας τάξης- απ’ αυτό που αργότερα εξελίχθηκε στην επανάσταση. Οι κομμουνιστές πρότειναν μια επανάσταση στην οποία θα μπορούσε ν’ αναπτυχθεί η αστική τάξη αυτής της χώρας, χωρίς όμως να είναι υποταγμένη στις Ενωμένες Πολιτείες.
-Και αργότερα η αστική τάξη μετατράπηκε σε δαίμονα……
-Έτσι είναι. Αλλά το εγχείρημα του κομμουνισμού στο Τρίτο Κόσμο εμφανίστηκε σαν πυροτέχνημα. Όταν δεν μπορείς να κάνεις τίποτα άλλο από έναν πρωτόγονο κομμουνισμό, αυτό που κάνεις είναι να κοιτάς προς τα πίσω. Ο κομμουνισμός είναι ένας στόχος που δεν ξέρω αν κάποια μέρα θα τον επιτύχει η ανθρωπότητα, ούτε από ποιους δρόμους- είναι πρόθεση. Αλλά είναι φανερό ότι δεν μπορεί να κάνεις άλμα στην ιστορία και να εφεύρεις μια λύση χωρίς να περάσεις από μια ρεαλιστική διαδικασία πατώντας με τα πόδια σταθερά στη γη. Εδώ είχαμε ένα πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα, που έφερε μεγάλη φτώχεια στο νησί. Είναι αλήθεια ότι διέσωσε την ανθρώπινη προσωπικότητα, ανάπτυξε πολύ την εκπαίδευση, έδωσε στον Κουβανό το αίσθημα της ίδιας του της αξίας. Όλα αυτά κατακτήθηκαν. Αλλά με τον καιρό η πραγματικότητα σου διαστρέφει αυτές τις αξίες. Τώρα υπάρχει μια γενικευμένη διαφθορά, σε επίπεδα πολύ στενά, πολύ χαμηλά. Είναι η καθημερινή διαφθορά, όχι αυτή που βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα και για την οποία και σεις κάτι ξέρετε. Αλλά δεν ξέρω ποια είναι η χειρότερη.
-Τι θα μείνει από αυτή την επανάσταση;
-Εγώ πιστεύω πως, έτσι κι αλλιώς, έχει επιφέρει ένα τεράστιο άλμα, πως το άλμα που έχουμε κάνει σε σχέση μ’ αυτό που ήμασταν, σε σχέση με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, είναι σημαντικό. Υπάρχουν αξίες που είναι παρούσες. Αλλά η αλήθεια είναι ότι κινδυνεύουμε να τα χάσουμε όλα.
-Η διατήρηση της υγείας και της παιδείας είναι το όριο που πρέπει να διατηρηθεί;
-Ακριβώς. Ο κίνδυνος σ’ ένα άνοιγμα χωρίς όρια είναι να σε στείλει στο άλλο άκρο. Αυτό θα ήταν μοιραίο. Αλλά αυτός είναι ο κίνδυνος που διατρέχουμε. Παρ’ όλα αυτά, θέλω να είμαι αισιόδοξος. Υπάρχει πολύς κόσμος που θέλει να διαφυλάξει όλες αυτές τις αξίες και να κατάσταση σ’ ένα βαθμό εξακολουθεί να υπάρχει. Αλλά τώρα μέσα σ’ όλα αυτά, αρχίζει να εμφανίζεται η διπροσωπία και η υποκρισία. Είναι αξιοθρήνητο.
-Ελευθερία έκφρασης: Πώς αντέχει ένας διανοούμενος αυτό το έλλειμμα;
-Αυτό που με στενοχωρεί είναι η έλλειψη πληροφόρησης, επαφών με άλλους πολιτισμούς. Τώρα με στενοχωρεί όσο ποτέ το γεγονός ότι είμαστε νησί, ότι είμαστε απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο. Όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης, δεν ξέρω τι να πω. Τώρα με ρωτάνε αν θα μου άρεσε να κάνω μια ταινία στο Χόλιγουντ και απαντώ ως εξής: Αν είχα την ελευθερία να κάνω τις ταινίες που έκανα και το σεβασμό που είχα εδώ, ναι, θα μου άρεσε.
Το θέμα της ελευθερίας της έκφρασης είναι ένα παιχνίδι που μπορεί να γίνεται πιο σύνθετο ή πιο απλό. Σε τελική ανάλυση, πάντα αυτός που βάζει τα λεφτά σου λέει τι μπορείς να πεις, σου βάζεις τα όρια. Λοιπόν, είμαι σίγουρος ότι στην Αμερική υπάρχει ανεξάρτητος κινηματογράφος και ότι γίνονται σπουδαίες ταινίες στις οποίες λέγονται αρκετά πράγματα. Αλλά είναι ένας μηχανισμός τόσο ελεγχόμενος όσο κι αυτός που έχουμε εδώ.
-Πόσα κερδίζετε;
-Τίποτα. Τον ίδιο μισθό με οποιονδήποτε άλλον.
-Αυτή η έλλειψη κινήτρων δεν σκοτώνει την πρωτοβουλία του κόσμου;
-Εγώ, ολοκληρώνομαι, πνευματικά σ’ ένα άλλο επίπεδο και όχι απλά στο οικονομικό. Αυτό που έκανα γέμιζε τη ζωή μου. Έτσι ήταν για πολύ καιρό. Δεν με ενδιέφερε καθόλου το ότι δεν είχα ούτε ένα σεντάβο στην τράπεζα. Στο βαθμό που το να κάνω ότι ήθελα σήμαινε επίσης ότι ζούσα σε μια κοινωνία πιο δίκαιη, στην οποία δουλεύαμε για ένα ιδανικό, εγώ ήμουν ευχαριστημένος. Αλλά είναι αλήθεια ότι έτσι και σπάσει αυτό, επειδή αυτό που γίνεται δεν γίνεται καλά, αρχίζει κανείς να μην πιστεύει σε ορισμένα πράγματα. Τότε απομακρύνεσαι, αναρωτιέσαι τι κάνεις. Στην πραγματικότητα, τώρα θα ήθελα να κάνω μια ταινία στο Χόλιγουντ ή αλλού, όπου θα μπορούσα να κερδίσω χρήματα. Εφόσον, βέβαια, είχα τη δυνατότητα να την κάνω όπως ήθελα……
[Συνέντευξη στην ισπανική εφημερίδα «El Pais», 19 Μαρτίου 1995. Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύθηκε στην εφ. Η Εποχή, Κυριακή, 28 Απριλίου 1996.]