του Andrew Dominik
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
[Το μυθιστόρημα του Ron Hansen] Ήταν ένα πορτρέτο του Ρόμπερτ Φορντ που δεν είχα ξαναδεί ποτέ μου. Σου δίνει μια αίσθηση γύρω από το τι πραγματικά θα μπορούσε να σήμαινε αυτό το γεγονός για εκείνον –να πυροβολήσει έναν άνθρωπο μέσα στο ίδιο του το σπίτι, ενώ η γυναίκα και τα παιδιά του Τζέσε ήταν εκεί κοντά, και μετά να περιμένει άπραγος στο δικό του σπίτι επί μέρες, με έναν αδελφό που ήταν ολότελα φοβισμένος, και να προσπαθεί να αντιμετωπίσει την αγριότητα της αντίδρασης του κόσμου. Βλέπεις το άγχος, τη φτώχεια και τη φιλοδοξία του και σκέφτεσαι, ‘Το πιθανότερο είναι ότι έτσι ήταν τα πράγματα’. Αυτό είναι που με συγκίνησε στο βιβλίο κι αυτό που ήθελα να αποτυπώσω στη μεγάλη οθόνη.
Απ’ όλα όσα λέγονται, ο Τζέσε ήταν ένα πολύ απομονωμένο άτομο. Δεν είμαι σίγουρος για το πόσο πρόσεχε τους ανθρώπους που ήταν γύρω του. Τον αποκάλεσαν ψυχοπαθή, αλλά αυτός, εξ‘ ορισμού, είναι ένα πρόσωπο που του λείπει η συνείδηση και δεν είναι πολύ συναισθηματικός, και δεν νομίζω ότι αυτή ακριβώς είναι η περίπτωση του Τζέσε, ο οποίος διέτρεχε την κλίμακα συναισθημάτων: από βίαια ξεσπάσματα ως διαστήματα έντονου διαλογισμού. Σε κάθε περίπτωση, ήταν σίγουρα πνευματικά διαταραγμένος.
Ο Φορντ είναι το πρόσωπο με το οποίο ταυτιζόμαστε. Αλλά το να ταυτιστείς μαζί του σε κάνει να νιώθεις άβολα, εξαιτίας της ανασφάλειας και της ανικανότητάς του να βάλει όρια. Είναι σαν εκείνο το κομμάτι του εαυτού σου που θα ευχόσουν να μην είχες. Ο Ρόμπερτ Φορντ παίρνει αυτό που θέλει και πετυχαίνει να κερδίσει ένα μεγάλο κομμάτι δόξας αλλά και φήμης, αλλά τότε ανακαλύπτει ότι δεν είναι όπως το είχε φανταστεί …όπως επίσης για τον Τζέσε Τζέιμς και τη ζωή που έζησε, μπορεί να μην ήταν όπως την είχε φανταστεί.
[Η χώρα εκείνη την εποχή ] Ήταν περισσότερο Βικτωριανή και μετ-εμφυλιακή απ’ ό,τι στην απομονωμένη παραμεθόριο. Δε φοράνε καουμπόικα καπέλα. Το όπλο που ο Τζέσε κάνει δώρο στον Ρόμπερτ έχει μια λαβή από βακελίτη, που το κάνει να δείχνει αρκετά μοντέρνο. Η αλήθεια είναι ότι δεν πρόκειται για το παλιό Ουέστ, δεν είναι στα απομονωμένα σύνορα. Ζούνε στο Κάνσας Σίτι και στο Σεν Τζότζεφ του Μιζούρι, που και τα δυο είναι μεγάλα αστικά κέντρα εκείνης της εποχής. Βρισκόμαστε στο 1880. Το τηλέφωνο μόλις είχε εφευρεθεί.
(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)