του Marc Webb
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
Πριν διαβάσω το "(500) Μέρες με τη Σάμερ", είχα χάσει κάθε ενδιαφέρον για το είδος της ρομαντικής κωμωδίας. Κάπου ανάμεσα στην εφηβεία και στην περίοδο που άρχισα να πληρώνω φόρους, σταμάτησα να πιστεύω στον κόσμο που μου υπόσχονταν τα κορίτσια με τα ροδοκόκκινα μάγουλα και τους πλεκτούς μπερέδες. Τι σχέση είχε αυτός ο κόσμος με μένα;
Όταν έκατσα να διαβάσω το τσαλακωμένο σενάριο, μετά από τρεις εβδομάδες παραμέλησης στο σάκο μου, δεν το έκανα με ιδιαίτερη όρεξη. Ο τίτλος ήταν που μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Δε χρειάζεται να πω πως κάτι έκανε κλικ μέσα μου. Οι σεναριογράφοι, Σκοτ Νεστάντερ και Μάικλ Βέμπερ – χωρίς να προσφεύγουν σε κάποια εξαιρετικά μεγάλη ιδέα – έπλασαν μια σχέση που ήταν ταυτόχρονα καλλιτεχνική και ρεαλιστική. Μεταφορική και κυριολεκτική.
Όλοι γνωρίζουμε την Σάμερ, διότι η Σάμερ δεν είναι απλά ένα κορίτσι. Είναι ένα γεγονός. Πρωτογνώρισα την Σάμερ όταν ήμουν 17 ετών. Με έπεισε να κάνω κοπάνα ώστε να μου διαβάσει το "Ο Φύλακας στη Σίκαλη" στο Vilas Zoo, στο Μάντισον του Ουισκόνσιν (απίστευτο ε;). Την εποχή εκείνη πίστευα πως ο έρωτας είναι ένα μαγικό χάπι που θα συνέδεε την ψυχή μου με το σύμπαν και θα μου παρείχε εύκολα ατελείωτη ευλογία.
Δεν θα μπω σε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες αλλά αρκεί να πω πως τα όμορφα κορίτσια έχουν μεγάλη ζήτηση. Μερικοί άνθρωποι καταλήγουν με την Σάμερ τους. Εγώ δεν ήμουν ένας από αυτούς. Χωρίσαμε και βρέθηκα σε μια πολύ περίεργη κατάσταση – δεν μπορούσα να αποβάλλω το συναίσθημα πως κάτι πήγε τραγικά στραβά στο σύμπαν. Η πραγματικότητα την οποία ανέμενα και η πραγματικότητα την οποία βίωνα ήταν ξαφνικά πολύ διαφορετικές. Η ειρωνεία είναι πως αυτό που με έκανε να νιώθω μόνος ήταν αυτό ακριβώς που τόσοι άνθρωποι – διαφορετικοί μεταξύ τους – μπορούν να κατανοήσουν: όλοι γνωρίζουμε πώς είναι να ραγίζει η καρδιά. Είτε είμαστε 17 είτε 70 ετών.
Κατά κάποιο τρόπο, η δημιουργία αυτής της ταινίας – της πρώτης μου κινηματογραφικής ταινίας – ήταν το ευτυχισμένο τέλος που δεν είχα με την Σάμερ. Περιέχει το πνεύμα του μη κυνικού παιδιού από το Vilas Park Zoo. Κάτω από το χιούμορ και τα ευτράπελα του "(500) Μέρες με τη Σάμερ", υπάρχει μια ουσιώδης αλήθεια: ναι, ο έρωτας μπορεί να είναι σκληρός, αμείλικτος και δύσκολος, αλλά είναι και το καλύτερο πράγμα που έχει να προσφέρει η ζωή.
Προέρχομαι από έναν κόσμο όπου υπάρχουν πολύ λίγοι κανόνες, όπου δεν είσαι υποχρεωμένος να ακολουθείς μια αυστηρή αφηγηματική δομή, οπότε μπορείς να αψηφάς τις κοινοτυπίες. Λάτρεψα λοιπόν την ιδέα τού να ασχοληθώ με μια κωμωδία που είχε την ελευθερία να μην είναι γραμμική και να είναι λίγο φανταστική. Η πρόκληση για μένα ήταν να βρω έναν τρόπο, μέσα στο πλαίσιο αυτό, να διατηρήσω τους χαρακτήρες αληθινούς ώστε οι θεατές να μπορέσουν να ταυτιστούν σε ένα βαθύ συναισθηματικό επίπεδο. Μπορείς να πεις πως ήθελα να βρω τη γραμμή ανάμεσα ακριβώς από την πραγματικότητα και την μαγεία.
(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)