Ο σχολιασμός της ταινίας του Στήβεν Σπήλμπεργκ/ Steven Spielberg, κρύβει ένα κίνδυνο: την εκτροπή του κείμενου από τα κινηματογραφικά δρώμενα και την ενασχόληση του με το θέμα της μυθοπλασίας-τη θέση δηλαδή του Ολοκαυτώματος στη συνείδηση του σημερινού θεατή. Ένα ιστορικό γεγονός όπου το συναίσθημα είναι δικαιολογημένα κυρίαρχο και οι σημασίες του τραγικά επίκαιρες.
Είναι όμως το συναίσθημα που συνδέει την ταινία με το φιλμικό παρελθόν του σκηνοθέτη, αφού αυτό αποτελεί και τον κοινό παρονομαστή στις διαφορετικές μυθοπλασίες. Οργανώνοντας λοιπόν την αφήγηση ανάμεσα σε δύο πόλους -την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Γερμανού βιομήχανου και τους καταδικασμένους σε αφανισμό Εβραίους- ο σκηνοθέτης επιλέγει την συναισθηματικοποίηση του τρόμου. Ενός τρόμου όμως, που η δύναμη του δεν βρίσκεται στην διαχείριση των φαντασμάτων του θεατή (χαρακτηριστικό των ανάλογων ταινιών), αλλά στη ψυχρή έκθεση ενός ιστορικού γεγονότος. Η αφηγηματική γραμμή της ταινίας βρίσκεται αρκετές φορές διχασμένη ανάμεσα στους δύο πόλους, στοιχείο που δημιουργεί μία αντίστοιχη ανισορροπία στα νοήματα της ταινίας. Ανισορροπία που υποδηλώνει μάλλον την ανεπάρκεια του σκηνοθέτη να διαχειριστεί τα νοήματα του θέματος του. Κάτι που δεν συμβαίνει, όσο η αφήγηση παραμένει προσανατολισμένη στους εγκλείστους των στρατοπέδων συγκέντρωσης και των γκέτο. Ο διχασμός και η αμηχανία του σκηνοθετικού βλέμματος αποκορυφώνεται στο μετέωρο τέλος, καθώς επιλέγεται μια αδικαιολόγητη -από την αφήγηση- σύνδεση του Ολοκαυτώματος με τη συγκρότηση του κράτους του Ισραήλ.
Τι είναι τελικά η ταινία; Είναι το πορτραίτο μιας αμφιλεγόμενης προσωπικότητας ή απεικόνιση της τραγωδίας ενός λαού; Απομένει μάλλον στον θεατή, με βάση την κοινωνική του συνείδηση, να ορίσει την ταινία, αφού ο σκηνοθέτης της δεν δείχνει έτοιμος να απαντήσει.
Δημήτρης Μπάμπας