του Tom Hooper
lesmis.jpg

Μιούζικαλ βασισμένο στο κλασικό μυθιστόρημα του Βίκτορος Ουγκό (στη μουσικο-θεατρική του εκδοχή των Alain Boublil, Claude-Michel Schönberg), η ταινία είναι επιπλέον ένα σκοτεινό μουσικό παραμύθι, που διαδραματίζεται σε εποχές ακραίων κοινωνικών αντιθέσεων.
Με εκκίνηση το 1815 και αποκορύφωμα τις μάχες στα οδοφράγματα του Παρισιού, στα 1832, η αφήγηση έχει στο κέντρο της τα δίπολα χαρακτήρων του μυθιστορήματος, τον Γιάννη Αγιάννη (στο ρόλο ο Hugh Jackman) και τον επιθεωρητή Ιαβέρη (στο ρόλο ο Russell Crowe), την Τιτίκα και τον Μάριο, αλλά και έκτυπους περιφερειακούς χαρακτήρες όπως η Φαντίνα (Anne Hathaway), το ζεύγος των Θερναδιέρων (σε μια κωμική εκδοχή η Helena Bonham Carter και ο Sacha Baron Cohen) ή η Επονίνα (Natalya Angel Wallace).
Καθώς η πλοκή είναι προβλέψιμη, οι χαρακτήρες γνώριμοι και η κατάληξη της αφήγησης δεδομένη, ότι έχει σημασία εδώ είναι ο χειρισμός του πρωτότυπου υλικού και το πώς η μουσική φόρμα -δηλαδή το μιούζικαλ- διαμορφώνει το τελικό αποτέλεσμα.
Χρωματίζοντας την εικόνα με τόνους σκοτεινούς, μ’ ένα ρεαλισμό θεατρικό, με την εκτεταμένη χρήση ευρυγωνίων φακών, η σκηνοθεσία υπογραμμίζει το κοινωνικό φόντο: βρισκόμαστε στα πρώτα χρόνια της βιομηχανικής επανάστασης, όταν οι κοινωνικές αντιθέσεις ήταν ακραίες και έντονες και τα λαϊκά στρώματα εξαθλιωμένα. Ωστόσο είναι η μουσική φόρμα, που μορφοποιεί αυτό το υλικό και επιβάλλει μια συγκεκριμένη οπτική. Με τη συνεχή ροή της μουσικής, επιβάλλεται ένας τόνος στις σκηνές, φορτίζονται οι εικόνες με συναισθήματα. Βρισκόμαστε μέσα στις επικράτειες του μελοδράματος -ο όρος και με τις δύο χρήσεις- όπου οι τα συναισθήματα και οι καταστάσεις εκφράζονται στον υπέρτερο τους βαθμό -πάντα υπό τη μουσική υπόκρουση.
Επιπλέον, καθώς τα τραγούδια -μουσικά νούμερα έχουν ένας δικό τους αυτόνομο και διακριτό χαρακτήρα -ερωτικό, κωμικό, δραματικό, λυρικό, επικό, θρησκευτικό-, το τελικό αποτέλεσμα είναι μια σύμμειξη αυτών των διαφορετικών (μουσικών) μερών. Έτσι παραδείγματος χάριν, στην δραματική κορύφωση της ταινίας -όταν δηλαδή ο Γιάννης Αγιάννης πεθαίνει- ο θρησκευτικός ύμνος επιβάλλει ένα συγκεκριμένο θρηνητικό τόνο. Για να το διαδεχθεί, αμέσως μετά, ένα τραγούδι (και μια σκηνή) σε τόνο επικό- επαναστατικό. Το πέρασμα μοιάζει βεβιασμένο και ανοίκειο, ωστόσο είναι απόλυτα σύμφωνο με τη φόρμα της ταινίας: εδώ βρισκόμαστε στις επικράτειες του μεταμοντέρνου όπου η σύμμειξη, η συρραφή και η εναλλαγή ανάμεσα σε ετερόκλιτα μέρη είναι ο κανόνας.
Είναι προφανές όμως, πως ότι χάνεται με μια τέτοια διαχείριση είναι η ιστορικότητα και το βάθος από το μυθιστόρημα του Βίκτορος Ουγκό. Και ότι κερδίζεται είναι η ποικιλομορφία της εικόνας και της μουσικής…

Δημήτρης Μπάμπας