του George Miller
mad-max-fury-road.jpg

35 χρόνια μετά από την ταινία που σημάδεψε μια γενιά σινεφίλ και σύστησε τον Mel Gibson σαν πρωταγωνιστή, ο αυστραλός σκηνοθέτης και ο ήρωάς του ο «τρελός Μαξ» επιστρέφουν στις αχανείς αυστραλιανές ερήμους.
Μετά την Καταστροφή. Στην έρημο, ο μοναχικός Max συναντά την Furiosa, μια γυναίκα που θέλει να διασχίσει την έρημο. Όμως ο Max αιχμαλωτίζεται από τη συμμορία του Immortan Joe. Η μόνη ελπίδα του Max για να απελευθερωθεί είναι η Furiosa. Την αναζητά ο Immortan Joe επειδή του έκλεψε το πιο πολύτιμο αγαθό του: πέντε νεαρές γυναίκες που φυλούσε ως πολύτιμο θησαυρό και σκοπός των οποίων ήταν να τεκνοποιήσουν την επόμενη γενιά. Χρειάζονται οι γνώσεις και η εμπειρία του Max για να διασχίσουν την έρημο με ασφάλεια και να ξεφύγουν από την οργή των εχθρών τους.
Κλασική ταινία επιστημονικής φαντασίας, η ταινία Mad Max (1979) υπήρξε ένα δυστοπικό γουέστερν για την εποχή μετά την Αποκάλυψη. Στις εικόνες της τριλογίας απεικονίζονται όλες οι φοβίες του σύγχρονου πολιτισμού των μητροπόλεων: η απουσία των νόμων και της τάξης, η έλλειψη νερού και πετρελαίου, η κατάρρευση των δικτύων επικοινωνίας, ο αφανισμός του σύγχρονου τεχνολογικού πολιτισμού. Ωστόσο, ήταν το αχανές τοπίο της ερήμου, ως ένα θέατρο για την έντονη δράση και τους περιπετειώδεις ρυθμούς, ό,τι καθορίζει την αφήγηση. 35 χρόνια μετά, και πιο κοντά σ’ αυτά που οι ταινίες της τριλογίας -Mad Max (1979), Mad Max 2: The Road Warrior (1981), και Mad Max Beyond Thunderdome (1985)- αφηγούνται, ο αυστραλός σκηνοθέτης δίνει έμφαση όχι μόνο στους έντονους ρυθμούς της δράσης, αλλά και στα πολιτιστικά συμφραζόμενα.

Ο George Miller δηλώνει σχετικά, στον ιστότοπο craveonline.com: “Ένας από τους λόγους που κάναμε το Fury Road είναι όταν συνειδητοποίησα, ότι στην Ιαπωνία τον ήρωα των 3 πρώτων ταινιών τον έβλεπαν ως ένα σαμουράι. Στη Σκανδιναβία τον έβλεπαν ως ένα μοναχικό Βίκινγκ. Οι Γάλλοι ήταν οι πρώτοι που το αντιμετώπισαν ως ένα γουέστερν στις 4 ρόδες. Βασιζόταν η σειρά σ’ ένα αρχέτυπο. Είναι βασικά ένα γουέστερν, και τα γουέστερν - σε οποιαδήποτε μορφή, είτε τα κλασικά αμερικανικά ή τα σπαγγέτι γουέστερν - είναι ουσιαστικά αλληγορικές ιστορίες, και πολύ γυμνά και λιτά. Αυτό, για έναν αφηγητή, είναι κάτι πολύ ελκυστικό.
Σ’ αυτή την ιστορία τα πάντα βασίζονται στον κανόνα: από την επόμενη Τετάρτη, ό,τι κακό βλέπουμε στις ειδήσεις συμβαίνει -οικονομική κατάρρευση, κατάρρευση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, πετρελαϊκοί πόλεμοι, πόλεμοι για το νερό, και άλλα πολλά. Κλείνεις τα μάτια, κανείς ένα άλμα 45 χρόνων, και: αυτός είναι ο κόσμος.
[Τα ειδικά εφέ, το CGI και ο ψηφιακό κινηματογράφο] Είναι στο DNA των ταινιών. Σ’ αυτή η ταινία, τίποτε δεν αψηφά τους νόμους της φυσικής. Δεν υπάρχουν άνθρωποι που ίπτανται ή ιπτάμενα διαστημόπλοια. Όταν μπορείτε να έχετε ένα πραγματικό αυτοκίνητο, σε πραγματικό περιβάλλον, που συγκρούεται μ’ ένα άλλο πραγματικό αυτοκίνητο, γιατί να το κάνετε ψηφιακά; Και γυρίσαμε τις σκηνές όσο το δυνατόν περισσότερο στην χρονολογική τους σειρά, έτσι που τα πάντα να είναι πιο αυθεντικά, όπως η φθορά στους χαρακτήρες και τα οχήματα. Και αυτό είναι εμφανές στην ταινία , επειδή ήμασταν εκεί έξω σε ένα απομονωμένο μέρος με τα logistics του πολέμου και την οργάνωση των ανθρώπων. Η σκόνη και η ζέστη, όλα αυτά, ακόμη και το κρύο τα πρωινά. Αυτά εμποτίζουν την ταινία.”

Δ.