του Woody Allen
(σχετικά με την ταινία)
irrational-man.jpg

Ο καθηγητής φιλοσοφίας Abe Lucas βρίσκεται σε συναισθηματικό αδιέξοδο, αδυνατώντας να βρει οποιοδήποτε νόημα ή χαρά στη ζωή του. Αμέσως μετά την άφιξή του στο πανεπιστήμιο μικρής πόλης όπου καλείται να διδάξει, ο Abe γνωρίζει δύο γυναίκες. Τη Rita Richards, μια μοναχική καθηγήτρια, η οποία θέλει απλά να βγει από ένα δυστυχισμένο γάμο και τη Jill Pollard, την καλύτερή του φοιτήτρια που γίνεται και η καλύτερη φίλη του. Η καθαρή τύχη αλλάζει τα πάντα, όταν ο Abe και η Jill ακούνε τυχαία τη συνομιλία ενός αγνώστου προσώπου. Από τη στιγμή που ο Abe πάρει τη μεγάλη απόφαση της επιλογής θα μπορέσει να ζήσει ξανά μια ολοκληρωμένη ζωή. Η απόφασή του όμως αυτή ενεργοποιεί μια σειρά γεγονότων που θα επηρεάσουν τόσο τον ίδιον όσο και τις δυο γυναίκες του περιβάλλοντός του. Η υπαρξιακή κρίση ενός ώριμου άντρα και ο έρωτας του για μια νεότερη γυναίκα βρίσκεται στο επίκεντρο και αυτής της ταινίας του Allen. Η ταινία-στην οποία πρωταγωνιστούν οι Joaquin Phoenix και η Emma Stone- δανείζεται τον τίτλο της από το ομώνυμο βιβλίο του William Barrett, μια εισαγωγή στην υπαρξιακή φιλοσοφία, η οποία κυκλοφόρησε το 1958 και διαμόρφωσε ως ένα βαθμό τη διανοητική εξέλιξη του σκηνοθέτη, στις αρχές της δεκαετίας του 60. Μυστήριο, jazz και η γνωστή ατμόσφαιρα των τελευταίων του ταινιών φαίνεται να κυριαρχούν στην ταινία.

Ο Woody Allen δηλώνει, σε συνέντευξή τύπου κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Καννών 2015: «Δεν υπάρχει μία απόλυτη απάντηση στην μελανή πραγματικότητα της ζωής. Ό,τι κι αν μας λένε οι φιλόσοφοι, οι παπάδες ή οι ψυχαναλυτές. Η ζωή έχει τη δική της ατζέντα και σε ισοπεδώνει. Όλοι ξέρουμε που θα καταλήξουμε μια μέρα. Το μόνο που μπορεί να κάνει ένας καλλιτέχνης είναι να προσπαθήσει να πείσει τον κόσμο ότι αξίζει να ζει - κι αυτό μπορεί να το κάνει μόνο λέγοντάς του ψέματα. Απασχολώντας τον με ταινίες. Αυτό είναι το μόνο συμπέρασμα που έχω βγάλει στα 80 μου χρόνια. Δεν υπάρχουν απαντήσεις. Μόνο αντιπερισπασμοί. Ανοίξτε την τηλεόραση, δείτε μία ταινία, μη σκέφτεστε. Αυτό κάνω κι εγώ: βλέπω ταινίες ή γυρίζω ταινίες και δεν σκέφτομαι ότι κάποτε θα γεράσω και θα πεθάνω. Είναι προτιμότερο να πιστεύω ότι το πρόβλημα της ζωής μου είναι πώς θα στήσω ένα δύσκολο πλάνο, από το ότι ο πλανήτης θα καταστραφεί, θα μας κάψει ο ήλιος, όσα κάναμε δε θα υπάρχουν πια, εμείς δε θα υπάρχουμε πια, τίποτα δε θα υπάρχει πια. Από τον Φρόιντ μέχρι τον Νίτσε και τον Γιουτζίν Ο’ Νιλ, όλοι το έχουν πει: η πραγματικότητα είναι αβάσταχτη...
(...) Ήθελα από μικρός να κάνω σοβαρά έργα - ήρωάς μου ήταν ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Έκανα κωμωδίες γιατί εκεί ήταν το ταλέντο μου. Με ήθελαν να κάνω τον κόσμο να γελάει, δεν ήθελαν τίποτα άλλο από μένα. Αν ήταν στο χέρι μου θα έκανα την μία βαριά ταινία μετά την άλλη. Δε θα έκανα, ποτέ, καμία κωμωδία...
(... Θα τις ξαναγύριζα όλες [τις ταινίες μου]. Έτσι κι αλλιώς το μόνο που θυμάμαι από αυτές είναι τα λάθη τους. Γι’ αυτό και δεν τις ξαναβλέπω ποτέ. Γιατί τα λάθη ξεπηδούν από την οθόνη και με στεναχωρούν. Ο Τσάρλι Τσάπλιν είχε την πολυτέλεια, γιατί τότε το φιλμ δεν ήταν ακριβό, να γυρίζει μία ταινία, να τη βλέπει, να σημειώνει τα λάθη και να τη γυρίζει όλη από την αρχή. Θα τις ξαναγύριζα όλες αν είχα τα χρήματα και οι ηθοποιοί μου το χρόνο...».

(πηγή επίσημος ιστότοπος, κατάλογος του φεστιβάλ Καννών, δημοσιεύματα του τύπου. Σύνταξη Π.)



Οι δηλώσεις του σκηνοθέτη

Από την νεαρή μου ηλικία, για κάποιο λόγο, πάντα με προσέλκυαν αυτά που ο κόσμος αποκαλεί ‘μεγάλα ερωτήματα’. Είναι το βασικό θέμα στις ταινίες μου, είτε το διακωμωδώ στις κομεντί είτε το αντιμετωπίζω πιο σοβαρά στις δραματικές ταινίες.
Τότε δεν είχα διαβάσει Νίτσε ή Κίρκεγκορ, τους φιλοσόφους που επηρέασαν περισσότερο τον Μπέργκμαν, αλλά το έργο του, τα όσα ρώταγε και έθιγε, με άγγιξαν. Έπειτα, διάβασα αρκετά για να έχω μια καλύτερη κατανόηση όλων όσα έθιξε. Τελικά διαπίστωσα ότι ήταν μια ευχάριστη διαδικασία για μένα, να διαβάζω διάφορους φιλοσόφους και να προσπαθώ να κατανοήσω τον τρόπο με τον οποίο επιχειρούν να απαντήσουν ερωτήματα που δεν έχουν απάντηση, συχνά αντικρούοντας ο ένας τον άλλο. Δεν έχω γράψει κάτι πρωτότυπο στις ιστορίες μου, είμαι απλώς το προϊόν των φιλοσόφων που έχω μελετήσει. Το μόνο που μπορεί να ισχυριστεί κανείς είναι ότι υπάρχει μια φιλοσοφική συνέπεια στις ταινίες μου, αλλά γενικά είναι απλώς εμμονές μου σχετικά με θέματα που απασχολούν τους πάντες. Με ενδιαφέρουν καταθλιπτικές πραγματικότητες που με στοιχειώνουν, και τις φιλτράρω μέσα από την δική μου οπτική.

(...) [Σχετικά με τον κεντρικό χαρακτήρα τον Έιμπ/ Abe Lucas, που υποδύεται ο Joaquin Phoenix] Η ασχήμια και ο πόνος της ανθρώπινης ύπαρξης τον έχουν καταρρακώσει. Αισθάνεται αποτυχημένος γιατί ποτέ δεν άφησε το σημάδι του. Έχει γράψει διάφορες διατριβές που έχουν εμπνεύσει καθηγητές και φοιτητές, αλλά απλώς δεν νοιάζεται πια για τίποτα – κάτι το οποίο δηλώνει ευθαρσώς και στους φοιτητές του, μόλις φτάνει στο καινούριο του πόστο σε ένα μικρό πανεπιστήμιο.
(...) Ξαφνικά επανεκτιμά την ίδια τη ζωή. Βρίσκει κάτι στο οποίο να πιστεύει, και αυτό ήταν ακριβώς ό, τι έψαχνε στη ζωή του, χωρίς να το ξέρει ότι το έψαχνε. Είναι μια παράλογη νοοτροπία, το αποτέλεσμα των διαστρεβλώσεων και του θυμού και της αγανάκτησής του για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο κόσμος και την συμπεριφορά των ανθρώπων. Φυσικά δεν είναι ο λογικός άνθρωπος που νομίζει ότι είναι. Είναι καλός στα λόγια, έχει φανταχτερά επιχειρήματα αλλά όταν τα εξετάσεις προσεκτικά, δεν στέκουν.

(...) Πιστεύω ότι οι “μικρότερες” ιστορίες γράφουν καλύτερα σε widescreen, αντίθετα με την ιδέα ότι αυτό ταιριάζει σε επικές πολεμικές ταινίες ή γουέστερν. Είναι εύκολο να κάνεις μια ταινία για το Παρίσι της δεκαετίας του ’20 και να το κάνεις να φαίνεται μαγικό. Η πρόκληση είναι να γυρίσεις ελκυστικές εικόνες σε μια τέτοια ‘μικρότερη’ ιστορία αλλά δεν θέλησα να υπερβάλλω όσον αφορά το στιλ, γιατί νομίζω ότι η ιστορία ήθελε ρεαλισμό. Το σημαντικό είναι το κοινό να βρει συναρπαστικούς τους χαρακτήρες και τις θεματικές της ιστορίας, και ευτυχώς αυτό το φρόντισαν οι ηθοποιοί. Εγώ απλώς τους έδωσα το υλικό και τις σκέψεις μου.

(...) Πιστεύω ακράδαντα στο, δίχως απολύτως κανένα νόημα, τυχαίο της ύπαρξης. Αυτό ήθελα να πω στο “Match Point” και αυτό διδάσκει ο Έιμπ στην τάξη του. Η ύπαρξη δεν έχει κανένα νόημα ή λογική. Όλοι υπόκεινται στο εντελώς εύθραυστο απρόοπτο της ζωής. Το μόνο που χρειάζεται είναι μια λανθασμένη στροφή στο δρόμο και έπειτα…

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)