του Jim Jarmusch
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1617_gimme-danger.jpg

Καταγραφή της καλλιτεχνικής  διαδρομής και της παρουσίας μιας σημαντικής επιδραστικής μπάντας –των Iggy Pop & The Stooges -, η ταινία του Jim Jarmusch είναι επιπλέον και μια όχι και τόσο νοσταλγική επιστροφή στο χθες: στα χρόνια της νεότητας και αθωότητας της ροκ μουσικής.
Με κεντρικό άξονα το λόγο και τις αναμνήσεις του Iggy Pop –πραγματικό όνομα James Osterberg -, ο σκηνοθέτης με τρόπους συμβατικούς, εστιάζει στη δημιουργική παρουσία των Iggy Pop & The Stooges, τις επιρροές που δέχτηκαν, τις επιδράσεις που άσκησαν, στη θέση τους, εντέλει, μέσα στην ροκ κουλτούρα. Με επιπλέον υλικό το λόγο και τις αναμνήσεις των άλλων μελών του συγκροτήματος -με το τρόπο του "talking head"-, σκηνών animation που εικονογραφούν κάποια ιδιαίτερα στιγμιότυπα, αλλά και το απαραίτητο υλικό αρχείου από τις εμφανίσεις (και όχι μόνο) του συγκροτήματος, το ντοκιμαντέρ διατρέχει όλους τους χρόνους και εποχές. Συνοδευτικά, ένα ευρύ φάσμα αναφορών στην ποπ κουλτούρα, ορίζουν το πλαίσιο και τις συνθήκες της παρουσίας: Lucille Ball, Yul Brynner, John Wayne, και φυσικά οι κωμικοί The Three Stooges που έδωσαν το όνομα στο γκρουπ.
Αφετηρία είναι τα χρόνια των εφηβικών αναζητήσεων στην επαρχιακή πόλη Ann Arbor, και κατάληξη η στιγμή της "θεσμικής" τους καταξίωσης με την είσοδό τους στο Rock and Roll Hall of Fame: ό,τι υπάρχει ενδιάμεσα είναι η ιστορία του ροκ –η «λαμπρή» δεκαετία του 60, της οποίας οι Stooges υπήρξαν αποσυνάγωγοι, τα χρόνια της παρακμής της δεκαετίας του 70, η αναζωογόνηση του πανκ, η καταξίωση. Και φυσικά οι προσωπικές ιστορίες των μελών του συγκροτήματος: οι εξαρτήσεις από τα ναρκωτικά και τα προβλήματα τους, οι αλλαγές στους προσανατολισμούς και οι ιδιωτεύσεις, οι αναταράξεις μιας ροκ καριέρας, οι απουσίες...
«Η μουσική είναι ζωή και η ζωή δεν είναι business»: η φράση που ακούγεται από τον  Iggy Pop συμπυκνώνει τις προθέσεις και προδιαγράφει την κατάληξη. Οι Stooges ποτέ δεν έγινε ένα τυπικό ροκ γκρουπ, και ποτέ δεν εξαργύρωσαν, στο βαθμό που έκαναν άλλα συγκροτήματα, την καλλιτεχνική τους παρουσία.
Ό,τι δίνει δύναμη στο ντοκιμαντέρ δεν είναι ασφαλώς η συμβατικότητα της σκηνοθετικής γραμμής, αλλά η ακατέργαστη δύναμη που ακόμα κάποιος μπορεί να διακρίνει στην παρουσία κυρίως του Iggy Pop. I Wanna Be Your Dog, No Fun, Search and Destroy, Raw Power:  Αυτά τα εμβληματικά μιας εποχής και μιας στάσης τραγούδια, δεν είναι μόνο απόδειξη μιας πάντα επίκαιρης μινιμαλιστικής στάσης απέναντι στη ροκ μουσική –και κατά αυτόν τον τρόπο σύμφωνα με το μινιμαλισμό που χαρακτηρίζει τη σκηνοθετική διαδρομή του Jim Jarmusch. Είναι αυτά τα τραγούδια η μουσική υπόκρουση της σκηνικής παρουσίας ενός εξαιρετικού περφόρμερ: του Iggy Pop. Στις σκηνικές του παρουσίες –που παρακολουθούμε από υλικό αρχείου-, αλλά και στις ρυτίδες του σήμερα αναγνωρίζουμε τα σημάδια ενός αληθινού πάθους. Στο λιπόσαρκο, ημίγυμνο, νευρώδες ανδρικό σώμα, στον τρόπο που η κίνηση του συνόδευε την ακατέργαστη φωνητική ερμηνεία του αναγνωρίζουμε κάτι πέρα από το ροκ και τις μυθολογίες του. Αναγνωρίζουμε τη χορευτική έκφραση ενός αποσυναγώγου, κάποιου που έχει ενσωματώσει την πίεση και υποφέρει, για να εξεγερθεί εντέλει με το σώμα του.
Και αυτό είναι σίγουρα μια ροκ στάση ζωής…

Δημήτρης Μπάμπας