του Sam Mendes
(η κριτική του Θόδωρου Σούμα)
Το 1917 , μια αγγλικοαμερικάνικη παραγωγή, που αναφέρεται στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, αποτελεί μια από τις κορυφαίες ταινίες του Άγγλου Σαμ Μέντες (πρόσφατα γύρισε τα δύο τελευταία, ζοφερά, αδρά και ψυχογραφικά φιλμ του Τζέιμς Μποντ με τον Ντάνιελ Γκρεγκ, Skyfall,2011, και Spectre, 2015). Στις κορυφαίες του ταινίες συνυπολογίζουμε την πρώτη, ευφορική και διασκεδαστική, υπαρξιακή και ερωτική, μεγάλου μήκους μυθοπλασία του, American beauty (1999)· καθώς επίσης την τέταρτη ταινία του, Ο δρόμος της επανάστασης (Revolutionary Road, 2008), με το εκπληκτικό ζευγάρι Κέιτ Γουίνσλετ - Λεονάρντο ντι Κάπριο.
Το 1917 είναι ένα φιλμ το οποίο ξεφεύγει οπωσδήποτε από την αισθητική, το ύφος και την άποψη των κλασικών, ηρωικών κι επικών, πολεμικών ταινιών δράσης των μετρ του είδους στο κλασικό Χόλιγουντ, Ντμίτρικ, Χοκς, Μαϊλστόουν, Φούλερ, Άλαν Ντουάν, κ.α., διότι η στυλιστική προσέγγιση του Μέντες κατάγεται από το νέο Χόλιγουντ των δεκαετιών του '70 και '80 και τους δημιουργούς του, Κόπολα, Όλιβερ Στόουν και πρώτα απ' όλα τον Σπίλμπεργκ της Διάσωσης του στρατιώτη Ράιαν (1998), με την οποία ταιριάζει θεματικά. Με τα παραπάνω εννοούμε πως, όπως οι σκηνοθέτες-δημιουργοί του νέου κι ανανεωμένου αμερικάνικου σινεμά του '70 και του '80, ο Μέντες πρωτοτυπεί αναφορικά με τη φόρμα και την αισθητική του. (Δεν βρίσκεται μακριά κι από τις Σημαίες των προγόνων μας, 2006, του Κλιντ Ίστγουντ ή τη Δουνκέρκη,2017, του Νόλαν).
Στο πρώτο πλάνο, προέχει και κυριαρχεί η αλληλεγγύη μεταξύ των συμπολεμιστών και φίλων, ο αγώνας για την επιβίωση και ταυτοχρόνως τη βοήθεια προς τον σύντροφο, η ανθρωπιά, το θάρρος, η συμπόνοια, η φιλία κι η αψηφισιά των κινδύνων· ο ηρωισμός ακολουθεί. Οι εικόνες των σκοτωμένων στις μάχες, των θανάτων και των απροσδόκητων συγκρούσεων, ακόμη και σώμα με σώμα, με επίδικο τη ζωή του στρατιώτη, μας κάνουν να ανατριχιάζουμε. Ο θάνατος, για όλους, καραδοκεί και κάποια στιγμή θα σε περιμένει απροειδοποίητα στη γωνία. Το 1917 ζωντανεύει μπροστά μας τη φρίκη, τις σφαγές, το χάος και τον παραλογισμό του πολέμου, που τους διασχίζουν δυο νέοι με την ανθρωπιστική αποστολή της διάσωσης των συμπολεμιστών τους από μια μάταιη, εκ των προτέρων χαμένη μάχη. Η ταινία των Μέντες, Ντίκινσον και σία, είναι ένα ανάγλυφο και παραστατικό, πολεμικό αντιπολεμικό φιλμ (ή αντιπολεμικό πολεμικό φιλμ)
Η ιστορία είναι απλή και βασίζεται σε αφηγήσεις περιστατικών από τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, του παππού του Σαμ Μέντες, ο οποίος είχε επιφορτισθεί με δύσκολες κι επικίνδυνες μεταφορές μηνυμάτων: Δυο νεαροί, αναλώσιμοι στρατιώτες παίρνουν διαταγή από τον στρατηγό τους να παραδώσουν, το γρηγορότερο δυνατόν, το μήνυμα της ακύρωσης της επίθεσης του αγγλικού στρατού σε μια τοποθεσία της Γαλλίας, γιατί οι Γερμανοί τους έχουν στήσει παγίδα και τους περιμένουν. Στο αγγλικό σύνταγμα που θα επιτεθεί υπηρετεί ο μεγάλος αδελφός του ενός στρατιώτη. Οι δυο νέοι σπεύδουν με αυταπάρνηση, μέσα από την εμπόλεμη ζώνη, αψηφώντας τον εχθρό και τους τεράστιους κινδύνους, να παραδώσουν το σύνθημα της αναδίπλωσης, με στόχο να σώσουν τους συμπατριώτες τους, επιβιώνοντας οι ίδιοι, σε μια σχεδόν ακατόρθωτη αποστολή.
Η ιδιαιτερότητα του επικού και ταυτοχρόνως ποιητικού 1917 έγκειται κυρίως στη σκηνοθετική φόρμα του, στα εκπληκτικά, μακριά σε διάρκεια, μονοπλάνα με την κάμερα κινούμενη, στο steadicam, σε διάφορες, ιδιόμορφες και δύσκολες χρήσεις του· σε συνδυασμό με την εκπληκτική φωτογραφία του βραβευμένου Ρότζερ Ντίκινς, η οποία από ένα σημείο κι έπειτα παίρνει διαστάσεις αριστουργηματικού έργου, με παράξενα χρώματα και εικόνες, ημερήσιες ή νυχτερινές, εξίσου εντυπωσιακές κι εφιαλτικές. Γυρισμένες σε σπουδαία σκηνικά, επιμελώς φτιαγμένα κι οικοδομημένα, με εικαστικές παραμέτρους, που άλλοτε υπενθυμίζουν την κατασκευή τους (τα γερμανικά χαρακώματα με τα επιμελώς τοποθετημένα σακιά, μπορεί να μοιάζουν με εγκαταστάσεις του Κουνέλη) και άλλοτε μας δυναμιτίζουν το μυαλό με φανταστικές, αποκαλυπτικές εικόνες (στην έρημη, σκοτεινή και πορτοκαλιά νεκρόπολη, εικόνες που λες και προέρχονται από την κόλαση του Δάντη). Μας θαμπώνουν όμως και τα εξωτερικά τοπία κι η φωτογράφισή τους, καθώς και η δράση ή οι ανεξάντλητες πορείες μέσα στην αναταραχή και το κομφούζιο. Παρακολουθούμε τον εφιαλτικό αγώνα δρόμου των δυο νεαρών στρατιωτών με την ψυχή στο στόμα, σε παράξενα χαρακώματα, άλλοτε καφετιά και άλλοτε κάτασπρα, σε λαγούμια, μέσα στις λάσπες ή ανάμεσα στους αρουραίους, σε πεδία της μάχης σπαρμένα με σαπισμένα ή αιματοβαμμένα πτώματα, σε φωτεινά χωράφια ή ερείπια χωριών κι αγροκτημάτων, σε υπόγειες παγίδες, σε σκοτάδια, σε δάση και ποταμούς...
Τα μεγάλα μονοπλάνα (πλαν-σεκάνς) κρύβουν τρομερή ακρίβεια και επιδεξιότητα, με στιβαρό ρυθμό (που θα ήταν θετικό να υπήρχε στον Αγγελόπουλο, ο οποίος δείχνει όμως να υπάρχει κάπου στην κινηματογράφηση του Μέντες, όπως και ο Σπίλμπεργκ του Στρατιώτη Ράιαν και οι επιφανείς Άγγλοι σκηνοθέτες, Ντέιβιντ Λιν και Ατένμπορο, του πολεμικού είδους).