του Babak Jalali
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
Η Ντόνια δουλεύει σ’ ένα κινέζικο εργοστάσιο με μπισκότα τύχης, δίπλα απ’ το Φρίμοντ, την πόλη που ζουν πολλοί συμπατριώτες της Αφγανοί. Πριν δούλευε ως μεταφράστρια για τον στρατό των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και ήρθε μαζί με τους Αμερικανούς όταν φύγαν απ’ τη χώρα. Αυτός είναι ο λόγος που δεν είναι σε όλους συμπαθής - ο άνδρας της μιας φίλης της ούτε καν της μιλάει. Τα βράδια έχει αυπνίες, αλλά δεν ξέρει γιατί. Ο ψυχίατρος στον οποίο -με το έτσι θέλω- καταφεύγει προσπαθεί να την βοηθήσει ν’ ανοιχτεί, ακόμα και με το αγαπημένο του βιβλίο. Η Ντόνια έχει καιρό που νοιώθει μοναξιά κι έτσι όταν της δίνουν προαγωγή, αναθέτοντάς της να γράφει αυτή τα ρητά στα μπισκότα, γράφει σ΄ ένα το όνομα και το τηλέφωνό της και το ανακατεύει με τα υπόλοιπα. Τώρα το μόνο που χρειάζεται είναι να περιμένει…
Αν η κριτική μιας ταινίας έχει ως στόχο ν’ αποδώσει μαζί με την ιστορία της και την αίσθηση που θα έχει κανείς όταν τη δει, τότε το πρώτο που πρέπει να ειπωθεί για το ασπρόμαυρο, στιλιζαρισμένο, εξαιρετικά δουλεμένο από πλευράς πλάνων, καδραρίσματος, φωτισμού, μοντάζ, αλλά και σεναριακής οικονομίας και ανέκφραστου χιούμορ, Fremont του Babak Jalali, είναι πως σε ερώτηση για τις επιρροές που τον καθόρισαν, ο σκηνοθέτης δίστασε λίγο πριν απαντήσει το όνομα που θα χορεύει στο ασυνείδητο του θεατή όση ώρα θα κοιτάει γουργουρίζοντας ευχαριστημένος την ταινία του. «Καουρισμάκι».
Όνομα διόλου άσχετο και με το επάξια κερδισμένο βραβείο της σκηνοθεσίας που ο Jalali πήρε από το Φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι, μια κι εκ του αποτελέσματος κρίνοντας, αφού μελέτησε ενδελεχώς όλα τα συστατικά του καουρισμάκιου σύμπαντος, στη συνέχεια, - με τη βοήθεια μιας δόσης Τζάρμους και ολίγου ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά-, τα αφομοίωσε και τα παρουσίασε με τον δικό του σκηνοθετικό τρόπο, που δεν είναι ακόμα εντελώς αυτόφωτος, αλλά ήδη αρκετά δουλεμένος, προσθέτοντας τη δική του ανθρωποκεντρική ματιά πάνω στην ανθρώπινη μοναξιά, τα μικρά στιγμιότυπα, την αναγκαιότητα της συνάντησης και τον νομοτελειακό τρόπο με τον οποίο κανείς τη βρίσκει. Ο Jalali ήθελε η ταινία του να αφορά την Αφγανική κοινότητα (το Fremont είναι η πόλη με τους περισσότερους Αφγανούς στις ΗΠΑ) και η ιστορία να καθρεφτίζει κάτι απ’ τα περίπλοκα κι αντικρουόμενα συναισθήματα ανακούφισης, ενοχής κι εκτοπισμού που έχουν οι Αφγανοί μεταφραστές που γλύτωσαν απ’ τους Ταλιμπάν και βρίσκονται τώρα στην Αμερική χάρη στη συνεργασία τους με υπηρεσίες των ΗΠΑ. Ο τρόπος, όμως, που εξελίσσει την ιστορία της Ντόνια, παρ’ ότι την περνά μέσα απ’ όλα αυτά, καθιστά την συνθήκη αυτή περίβλημα -πάνω στο οποίο καλείται βέβαια κανείς και να σκεφτεί- μιας γενικότερης ανθρώπινης κατάστασης, πολύ πιο υπαρξιακής που αφορά στη μοναξιά και στο ότι όλοι μας είμαστε ή μπορεί να νοιώθουμε εξόριστοι από κάπου.
Κι επειδή το πνεύμα του Καουρισμάκι δεν έχει επηρεάσει το Jalali μόνο σκηνοθετικά, αλλά και στην αποφασιστικότητα να χαρίσει μια εξαιρετική λύση στην πρωταγωνίστριά του (πολύ ταιριαστή με το πνεύμα της ταινίας η μη επαγγελματίας Anaita Wali Zada), στο δρόμο της θα βρεθεί ο Jeremy Allen White ως Ντάνιελ σε μια συνάντηση που από μόνη της θα μπορούσε να είναι μικρού μήκους ταινία. Για τη συνέχεια δεν θα αποφασίσει πια η τύχη και σίγουρα όχι η γυναίκα του αφεντικού, αλλά η ίδια η πρωταγωνίστρια με τον σκηνοθέτη, να είναι απλά ο εκφραστής της δικής της επιθυμίας.
«Τα πλοία είναι ασφαλή στο λιμάνι, αλλά δεν φτιάχτηκαν γι αυτό» λέει σε κάποια στιγμή της ταινίας ο ψυχίατρος στην Ντόνια με νόημα, και θα είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε, αν ο σκηνοθετικά έτοιμος Jalali, θα επιχειρήσει να απομακρυνθεί απ’ αυτά που μέχρι εδώ τον καθόρισαν ή αν θα επιμείνει να παραμείνει στο λιμάνι του, χαρίζοντάς μας κι άλλες ωραίες βόλτες.
Karlovy Vary 2023