του Jean Renoir
(δηλώσεις και απόψεις)
Paul Schrader, σκηνοθέτης
Ο «Κανόνας του παιχνιδιού» ξεχωρίζει από κάθε άλλο φιλμ γιατί, απλούστατα, τα έχει όλα. Αν υπάρχει μια ταινία που μπορεί να υποκαταστήσει όλες τις υπόλοιπες σε σχέση με το μέχρι που μπορεί να φτάσει το σινεμά, αυτή είναι ο «Κανόνας».
Υπερέχει σε κάθε επίπεδο. Η κίνηση της κάμερας είναι εφευρετική υπηρετώντας πάντα την αφήγηση. Η exposition των χαρακτήρων, το βάσανο όλων των σεναριογράφων, είναι θεσπέσια. Οχτώ ξεχωριστοί χαρακτήρες, μπαίνουν σε κίνηση. Ο καθένας αλληλεπιδρά με τον δικό του τρόπο με τους υπόλοιπους.
Ο διάλογος είναι αιχμηρός, λιτός και περιεκτικός, πλέκοντας ακατάπαυστα εντάσεις με την υποστήριξη των ντεκόρ, των κουστουμιών, των λεπτομερειών.
Ο Ρενουάρ δημιουργεί έναν κόσμο ανώτερων και κατώτερων τάξεων, ανδρών και γυναικών, σωφρόνων και ηλιθίων, ασήμαντων και λαμπερών. Κάθε μορφή έχει και τη σκιά της. Πρόκειται για δεξιοτεχνία του υψηλότατου δυνατού επιπέδου.
Όμως, πάνω απ’ όλα, ο «Κανόνας» είναι ένα βαθιά ανθρωπιστικό έργο.
Ο Ρενουάρ περιγράφει με λεπτομέρεια τους περίπλοκους κόμπους της εμπειρίας και μετά, με την αυτοπεποίθηση ενός θεατρίνου, κάνει ένα βήμα πίσω και αποκαλύπτει την περίτεχνη ταπισερί:
Έναν κόσμο χτισμένο πάνω σε κανόνες που σύντομα δεν θα ισχύουν πια.
Στο τέλος μιας εποχής, στο λυκαυγές του Β’ παγκοσμίου Πολέμου, ο Ρενουάρ χρησιμοποίησε ένα είδος που πέθαινε (την φάρσα δωματίου) και κατάφερε να περιγράψει ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Alain Resnais, σκηνοθέτης
Είδα το φιλμ μόλις το 1944. Ακόμα παραμένει η συγκλονιστικότερη κινηματογραφική εμπειρία της ζωής μου. Θυμάμαι που βγήκα από το σινεμά και χρειάστηκα να κάτσω για πέντε λεπτά στο πεζοδρόμιο. Μετά, περιφερόμουν στους δρόμους του Παρισιού επί δυο ώρες.
Ήρθαν τα πάνω κάτω, όλες μου οι ιδέες για το σινεμά μπήκαν σε αμφισβήτηση.
Η επίδραση του φιλμ πάνω μου ήταν σχεδόν σωματική. Σε πολλές σεκάνς ένοιωσα πώς ένα πλάνο ακόμα και θα αρχίζω να ουρλιάζω ή θα βάλω τα κλάματα.
Και βέβαια, από τότε, όπως όλοι οι περισσότεροι κινηματογραφιστές της γενιάς μου πρέπει να ξαναείδα την ταινία καμιά δεκαπενταριά φορές.
Francois Truffaut, σκηνοθέτης- κριτικός
Ο «Κανόνας του παιχνιδιού» είναι το σύμβολο της πίστεως για κάθε σινεφίλ, η ταινία των ταινιών, το φιλμ που περιφρονήθηκε περισσότερο από κάθε άλλο στην πρώτη προβολή του κι αυτό που γνώρισε την καταξίωση με την τρίτη επανέκδοσή του στην πλήρη, χωρίς περικοπές εκδοχή του.
Σε αυτή την «δραματική κωμωδία» ο Ρενουάρ εκφράζει πολλές γενικότερες ή πιο συγκεκριμένες ιδέες του, χωρίς εμμονές και πιο πολύ εκφράζει την μεγάλη του αγάπη για τις γυναίκες.
Ο «Κανόνας του παιχνιδιού» μαζί με τον «Πολίτη Κέιν» είναι αναμφίβολα τα δυο φιλμ που πυροδότησαν τις καριέρες των περισσοτέρων σκηνοθετών.
Παρακολουθούμε αυτήν την ταινία με ένα ισχυρό αίσθημα συμμετοχής.
Εννοώ, ότι αντί να απολαμβάνουμε ένα ολοκληρωμένο προϊόν που παραδίδεται για να ικανοποιήσει την περιέργειά μας, νιώθουμε πως είμαστε παρόντες στην ίδια τη δημιουργία του φιλμ, σχεδόν νομίζουμε πως βλέπουμε τον Ρενουάρ να οργανώνει τα πάντα ενώ συγχρόνως παρακολουθούμε την προβολή. Για μια στιγμή σκεφτόμαστε: «Θα περάσω κι αύριο να δω αν όλα εξελιχθούν με τον ίδιο τρόπο».
Κι αυτός είναι και ο λόγος που μπορούμε να περάσουμε μερικές από τις καλύτερες βραδιές μας βλέποντας τον «Κανόνα του παιχνιδιού».
Andres Bazin, κριτικός-θεωρητικός
«Σε όλη τη διάρκεια του τελευταίου μέρους, η κάμερα ενεργεί σαν ένας αόρατος καλεσμένος που περιφέρεται γεμάτος περιέργεια στα σαλόνια και τους διαδρόμους, χωρίς όμως να διαθέτει κανένα πλεονέκτημα πέρα από την ίδια την αόρατη φύση του. Η κάμερα δεν είναι περισσότερο κινητική από τους ανθρώπους (και οι προσκεκλημένοι του πύργου τρέχουν πολύ). Φτάνει στο σημείο να σταθεί παγιδευμένη σε μια γωνιά, αναγκασμένη να παρακολουθεί τη δράση από προκαθορισμένη θέση, ανίκανη να κινηθεί χωρίς να αποκαλύψει την παρουσία της και να επηρεάσει τους πρωταγωνιστές. Αυτή η προσωποποίηση της κάμερας πιστώνεται την εξαιρετική ποιότητα αυτής της μεγάλης σεκάνς. Η έντασή της δεν οφείλεται στους διαλόγους ή στις ερμηνείες, αλλά είναι αποτέλεσμα του μισοδιασκεδαστικού – μισοαγχωμένου τρόπου με τον οποίο ο Ρενουάρ παρατηρεί τα πράγματα.
Κανείς δεν συνέλαβε την αληθινή φύση της οθόνης καλύτερα από τον Ρενουάρ. Κανείς δεν απαλλάχθηκε με τόση επιτυχία από τις διφορούμενες αναλογίες της με την ζωγραφική και το θέατρο. Εικαστικά, η οθόνη συχνά αντιμετωπίζεται ως ένας οριοθετημένος καμβάς, δραματουργικά διαμορφώνεται ως συνέχεια της θεατρικής σκηνής. Έχοντας στο μυαλό τους αυτές τις παραδοσιακές αναφορές, οι σκηνοθέτες το σινεμά τείνουν να συλλαμβάνουν τις εικόνες εγκλωβισμένες σε ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο, όπως οι ζωγράφοι και οι θεατρικοί σκηνοθέτες. Ο Ρενουάρ αντίθετα, κατανοεί πως η οθόνη δεν είναι ένα απλό παραλληλόγραμμο αλλά ένα ομοθετικό επίπεδο του βιζέρ της κάμεράς του. Το ακριβώς αντίθετο του κάδρου.
Η οθόνη είναι μια μάσκα που περισσότερο κρύβει παρά αποκαλύπτει την πραγματικότητα.
(πηγή δελτίο τύπου)