(σχόλιο για την ταινία Ripley's Game της Liliana Cavani)
ripley3.jpg
Η αρχή της ταινίας Ripley' s Game είναι ενδεικτική της αντίθεσης που διατρέχει όλη την αφηγηματική γραμμή: Δύο άνδρες βαδίζουν σε μια πλατεία του Βερολίνου: από τα λεγόμενα τους αντιλαμβανόμαστε ότι κατευθύνονται σ' ένα ραντεβού σχετικό με μια (παράνομη;) αγοραπωλησία έργων τέχνης. Ξαφνικά αντιλαμβανόμαστε ότι ο ένας από τους δύο αντιμετωπίζει τον δεύτερο με περιφρόνηση και απαρέσκεια. Η αφορμή; προφέρει λάθος το όνομα ενός ιταλού ζωγράφου. Ο πρώτος -που είναι ο Ripley- επίτιμα τον δεύτερο, έναν άξεστο βρετανό γκάνγκστερ, γι' αυτή την ανεπαρκή κατανόηση των έργων τέχνης. Όμως στην επόμενη σκηνή της ταινίας κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων, ο Ripley θα επιτεθεί με σφοδρότητα και απίστευτη βιαιότητα στον σωματοφύλακα του έμπορου τέχνης. Και εδώ τα αίτια γι' αυτή την απροσδόκητη έκρηξη του Ripley είναι μάλλον δυσανάλογα ως προς το γεγονός που τη προκάλεσε: ο σωματοφύλακας μεταχειριζόταν όχι με τον προσήκοντα σεβασμό τα ανεκτίμητης αξίας έργα τέχνης. Αυτά τα δύο επεισόδια που ανοίγουν την αφήγηση στην ταινία Ripleg's Game συστήνουν ίσως με τον καλύτερο τρόπο: ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ένα πρόσωπο γεμάτο αντιφάσεις και αντιθέσεις, όχι και τόσο συνήθεις γι' ένα "κακό". Γιατί αυτός είναι ο Ripley ένας ασυνήθιστος "κακός": ο αισθητισμός συνυπάρχει μέσα του με την κακότητα, η προσήλωση και η εμμονή στην ομορφιά και στην καλλιέργεια των τεχνών με την διάπραξη αποτρόπαιων πράξεων.
ripley1.jpgΚεντρικός χαρακτήρας μιας τετραλογίας της Patricia Highsmith, ο Tom Ripley είναι ένας αμερικανός, που σιγά -σιγά εξευρωπαίζεται. Βυθίζεται στα ήθη και την αισθητική της Γηραιάς Ηπείρου, ενστερνίζεται τις αισθητικές της αξίες, αποβάλλει τα οποία νεωτεριστικά στοιχεία της αμερικανικής κουλτούρας. Με πρώτο μυθιστόρημα το The Talented Mr. Ripley (1955) - που γυρίστηκε ταινία δύο φορές από τους Rene Clement και πρόσφατα με τον Anthony Minghela- παρακολουθούμε ένα πρόσωπο που αρνείται τον αμερικάνικο πολιτισμό, επιλέγοντας τις ηδονές και απολαύσεις της υψηλής τέχνης: κλασική μουσική, ζωγραφική, γλυπτική, υψηλή γαστρονομία. Την ίδια εποχή που η Ευρώπη ακολουθούσε την αντίθετη διαδρομή: δηλαδή εγκατέλειπε σταδιακά στοιχεία της πολιτιστικής ταυτότητας και υιοθετούσε τα πιο ελκυστικά και μοντέρνα στοιχεία του αμερικάνικου πολιτισμού.
Όμως δεν είναι μόνο αυτή η μεταμόρφωση που κάνει άξιο λόγου τον Ripley: είναι οι ίδιες του οι πράξεις, η παράνομη και εγκληματική δραστηριότητα που συνυπήρχε μ' αυτό τον παλιομοδίτικο αισθητισμό. Ο Ripley είναι ένας εγκληματίας παραδομένος, όχι στις σύνηθες ταπεινές απολαύσεις, αλλά στις εκλεπτυσμένες ηδονές που μόνο η υψηλή τέχνη παρέχει στους εραστές της. Και η συνύπαρξη του υψηλού (της τέχνης) με το ταπεινό (του εγκλήματος) τον κάνει εμβληματικό μιας μη- τυπικής αντίληψης για το κακό.
Η σκηνοθέτις της ταινίας σέβεται την σχεδίαση τον Ripley, που έκανε η Patricia Highsmith και θέτει ακριβώς αυτήν στο κέντρο της δραματική πλοκής. [Μια αυστηρή κριτική της ταινίας θα στεκόταν στην ανυπαρξία ουσιαστική διερεύνησης της σχέσης Ripley -Τζόναθαν. Η σχέση αυτή είναι γεμάτη με συγκρούσεις και ισορροπεί στη λεπτή διαχωριστική γραμμή έλξης- απώθησης. Η σαγηνευτική φιγούρα του Ripley έτσι θα αποκτούσε και άλλες διαστάσεις, που τώρα δεν υπάρχουν στην ταινία]. Υποστηριζόμενος από την υποκριτική του John Malkovich, ο Ripley βρίσκεται στο κέντρο της ταινίας, αλλά όχι στο κέντρο της δραματικής πλοκής. Η αφήγηση επικεντρώνεται στο πρόσωπο ενός οικογενειάρχη, του Τζόναθαν, που πάσχει από λευχαιμία: αυτός είναι το Παιχνίδι του Ripley. Η μετάβαση του από την ήρεμη ζωή που διάγει (όπου το μόνο που τελικά αναμένει είναι ο θάνατος) στις γεμάτες εντάσεις περιπέτειες ενός επί πληρωμή δολοφόνου, διαγράφεται καθ' όλη την διάρκεια της ταινίας.
ripley2.jpgΌμως σ' αυτή την διαδρομή που διανύει ο φιλήσυχος οικογενειάρχης υπάρχει ένας φύλακας "άγγελος", ο Ripley. Δημιούργημα του ο δολοφόνος, καθώς ο Ripley τον παρακολουθεί και τον προστατεύει, τον μυεί στις εντάσεις και στις απολαύσεις της εγκληματικής ζωής. Ένα ταξίδι μύησης (ή διαφθοράς αν προτιμάτε) ζει ο ήρωας -και σ' αυτό ο Ripley είναι ο ξεναγός. Μετά το τέλος μιας επικίνδυνης σύγκρουσης ο ήρωας μαζί με τον Ripley επιστρέφουν σπίτι. Ο διάλογος ανάμεσα τους είναι αποκαλυπτικός για τα βαθύτερα κίνητρα αυτών των ενεργειών: "Όλα αυτά δεν γίνονται για τα χρήματα. Αλλωστε είμαστε πολιτισμένοι άνθρωποι".
Το παράδοξο αυτής της δήλωσης φωτίζεται μόνο στην τελευταία σκηνή της ταινίας. Σ' αυτή -και μετά τον θάνατο του Τζόναθαν- ο Ripley καταφθάνει καθυστερημένος στο κοντσέρτο της ερωτικής του συντρόφου, σ' ένα εντυπωσιακό θέατρο στην περιοχή Βένετο της Βόρειας Ιταλίας. Υπό τους ήχους του κλαβέσινο στην μνήμη του ανασύρονται οι γεμάτες ένταση σκηνές των φόνων, που μόλις πριν λίγο έζησε. Τώρα το αινιγματικό του χαρακτήρα του Ripley μπορεί να εξηγηθεί: στις απολαύσεις της υψηλής τέχνης βρίσκει όλες τις εντάσεις μιας εγκληματικής δραστηριότητας.
Ο Ripley είναι ένας αληθινός εστέτ: ζει την τέχνη πραγματικά.
Και γι' αυτό αντιμετωπίζει το έγκλημα ως τέχνη: δηλαδή ως ένα τρόπο για να προκαλούνται αληθινές συγκινήσεις και εντάσεις.
Και είναι ακριβώς αυτό που προτείνει στον άμοιρο οικογενειάρχη που διανύει τις τελευταίες μέρες της ζωής του.

Δημήτρης Μπάμπας

Ripley's Game (ε.τ. Το παιχνίδι του κυρίου Ρίπλεϊ) (2002)
Σκηνοθεσία: Liliana Cavani
Σενάριο: Liliana Cavani, Charles McKeown, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Patricia Highsmith
Φωτογραφία: Alfio Contini
Μουσική: Ennio Morricone
Ηθοποιοί: John Malkovich, Dougray Scott, Chiara Caselli, Ray Winstone.
Διάρκεια: 110'