(Men of Deeds)
του Paul Negoescu
(η κριτική της Καλλιόπης Πουτούρογλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_men-of-deeds.jpg

Ένας διάλογος σε ένα μικρό αστικό διαμέρισμα ανοίγει την ταινία του Paul Negoescu (Two Lottery Tickets, 2016) Men of Deeds, φωτίζοντας αμυδρά σημαντικές πτυχές του κεντρικού της χαρακτήρα. Ο Ilie, αστυνομικός πλέον στην επαρχία, διαπραγματεύεται την πώληση ενός ακινήτου, προκειμένου να πραγματοποιήσει το όνειρό του, την αγορά ενός κτήματος με οπωροφόρα. Πολύ σύντομα η δράση θα μεταφερθεί στην αγροτική ενδοχώρα της βορειοανατολικής Ρουμανίας, στα σύνορα με τη Μολδαβία, εκεί όπου τα τελευταία χρόνια ο Ilie ασκεί, όχι με ιδιαίτερη ζέση, τα καθήκοντα του αστυνομικού, απολαμβάνοντας τα προνόμια μιας ήρεμης και ατάραχης ζωής. Αλλά και εκεί όπου επικρατεί «ο νόμος και η τάξη» του τοπικού δημάρχου, ένα βαθιά διαβρωμένο σύστημα παράνομων συναλλαγών και ανταποδόσεων. Έως ότου ένας μυστηριώδης φόνος, μία γοητευτική χήρα και κυρίως η έλευση ενός νεαρού αστυνομικού με διαφορετικές απόψεις θα πυροδοτήσουν μια σειρά από γεγονότα, μετατοπίζοντας σε νέες περιοχές τη δράση, τον κεντρικό ήρωα αλλά και το ίδιο το είδος της ταινίας.
Βαλκανικό θρίλερ ή μαύρη κωμωδία στα ίχνη των αδελφών Κοέν, με έντονο το κοινωνικοπολιτικό σχόλιο, το Men of Deeds, που με την τελευταία του σκηνή περνάει και στην επικράτεια των ταραντινικών γουέστερν, δεν παύει ούτε στιγμή να είναι και μια αργόσυρτη αλλά υποβλητική ταινία χαρακτήρων. Κινούμενοι διαρκώς μεταξύ καλού και κακού, με το κίνητρο μιας εύπλαστης αλλά και επίπλαστης ευημερίας, οι ήρωες της συνιστούν χαρακτηριστικές φιγούρες, εύκολα αναγνωρίσιμες σε κλειστές τοπικές κοινωνίες. Εκεί όπου οι άνθρωποι της εξουσίας και των πράξεων προχωρούν αβίαστα χωρίς ηθικές αρχές, έχοντας ως μότο τη γνωστή ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Ανάμεσά τους ένας αυθεντικός αντιήρωας, ο Ilie, αδύναμος αλλά και τόσο ανθρώπινος, παθητικός αλλά και εσωτερικά ανήσυχος, με μια δική του μονίμως θλιβερή, πονεμένη όψη. Η ταινία τον ακολουθεί από κοντά ή από απόσταση, μέσα από μεγαλοπρεπή γενικά πλάνα,- που συνοδεύονται από έναν μινιμαλιστικό, ζοφερό μουσικό τόνο-, καθώς περιδιαβαίνει την ύπαιθρο χώρα, μοναχικός καβαλάρης ή καλύτερα κοτόπουλο ξέμπαρκο, που αναζητά στην ουσία βάση για ένα νέο ξεκίνημα. Τη διαδρομή του παρακολουθεί ο Negoescu, άλλοτε με ανεκτική κι άλλοτε με επικριτική διάθεση, πάντα όμως με χιούμορ και συμπάθεια, για να τον εξιλεώσει οριστικά μέσα από την γκροτέσκα εκρηκτική σκηνή του τέλους.