των Alessandro Cassigoli & Casey Kauffman
(κριτική: Καλλιόπη Πουτούρογλου)
Οι άνθρωποι κουβαλούν τις ιστορίες τους και οι ιστορίες έρχονται με τους ανθρώπους. Όπως εδώ που η πραγματική ιστορία μιας δυναμικής όσο και συναισθηματικά ευάλωτης ναπολιτάνας κομμώτριας μεταφέρεται στην οθόνη από το σκηνοθετικό δίδυμο Cassigoli & Kauffman, παίρνοντας σάρκα και οστά από την ίδια την ηρωίδα και την οικογένειά της.
Η σαραντάχρονη Jasmine ( Marilena Amato) έχει όλα όσα θα μπορούσαν να την κάνουν ευτυχισμένη: έναν εργατικό και αφοσιωμένο σύζυγο, τρεις αξιαγάπητους γιους, μια υποστηρικτική αδελφή και μια καλοστημένη επιχείρηση στην Torre Annunziata, βιομηχανική πόλη χτισμένη στον κόλπο της Νάπολης, στις νότιες πλαγιές του Βεζούβιου. Ωστόσο μετά τον θάνατο του πολυαγαπημένου της πατέρα (από μακροχρόνια έκθεση σε καρκινογόνες ουσίες στο χαλυβουργείο όπου εργαζόταν) στοιχειώνεται από ένα επαναλαμβανόμενο όνειρο, σημάδι κατά την ίδια αλλά και έκφραση μιας βαθιάς επιθυμίας: ένα ξανθό κοριτσάκι –σταλμένο από τον αποβιώσαντα πατέρα- τρέχει στην αγκαλιά της γεμίζοντας την με μια ανεξήγητη αίσθηση πληρότητας και απέραντης ευτυχίας. Η ιδέα απόκτησης μιας κόρης γίνεται σταδιακά εμμονή που η Jasmine δεν μπορεί να αγνοήσει. Αποφασίζει έτσι να ακολουθήσει το όνειρό της, παρά τις συζυγικές ενστάσεις και τις προφητικές αντενδείξεις (τα Ταρώ δεν εμφανίζουν την μελλοντική παρουσία μιας κόρης στην οικογένεια) και να βουτήξει στον δαιδαλώδη γραφειοκρατικό και δαπανηρό κόσμο της διεθνούς νομοθεσίας περί υιοθεσίας, θέτοντας σε δοκιμασία τον γάμο της, την ευημερία των γιων της αλλά και την ηθική της συνείδηση.
Με αφετηρία τη γνωριμία τους με τη Marilena Amato, κομμώτρια στην Torre Annunziata, κατά τα γυρίσματα της ταινίας τους Californie (2021), οι Alessandro Cassigoli και Casey Kauffman προχωρούν στην υλοποίηση της δεύτερης μυθοπλασίας τους (και οι δύο προέρχονται από τον χώρο του ντοκιμαντέρ), που έχει στο επίκεντρο τις φαινομενικά παράλογες ανάγκες μιας συζύγου και μητέρας που «καλείται» ξαφνικά να ακολουθήσει το ένστικτό της αλλά και τη δυναμική μιας οικογένειας σε αδιέξοδο. Παράλληλα μια απλή στη δομή της προσωπική ιστορία μεταμορφώνεται σε πολλαπλό καθρέφτη μιας τοπικής κοινωνίας (της ναπολιτάνικης εργατικής τάξης) που τα στερεότυπά της ανατρέπονται από την πορεία των γεγονότων. Στην πραγματικότητα η υπαρξιακή αγωνία της ηρωίδας γίνεται ο κινητήριος μοχλός μιας πολύπλοκης και διαρκώς μεταβαλλόμενης αφηγηματικής εξέλιξης.
Αν και η ταινία πατάει γερά στην αυθεντικότητα της πραγματικότητας που την γέννησε και ερμηνεύεται –οχτώ χρόνια μετά- από τους ίδιους τους ήρωες που την βίωσαν, αισθητικά κρατά αποστάσεις από τις ταινίες τεκμηρίωσης ή πιστής αναπαράστασης και διακρίνεται από μία δημιουργική ελευθερία, ξετυλίγοντας θαρρείς τα πεπρωμένα χαρακτήρων μυθικών, πλασμένων για την υπηρέτηση της αρχικής σκηνοθετικής ιδέας. Σα να βρισκόμαστε στο ανθρωποκεντρικό σινεμά των αδελφών Dardenne ή της Carla Simon, όπου ερασιτέχνες ηθοποιοί χρησιμοποιούνται ως όχημα για την αφήγηση μιας ιστορίας, ενός πολυπρόσωπου δράματος, δοσμένου κυρίως μέσα από την οπτική της κεντρικής ηρωίδας που βιώνει ένα ηθικό δίλημμα. Ταυτόχρονα εδώ διαφαίνεται μια ιδιαίτερη ευαισθησία και τρυφερότητα στον τρόπο που η κάμερα πλησιάζει όλους τους χαρακτήρες, από τον μεγαλύτερο έως τον μικρότερο, αποτυπώνοντας τα εσωτερικευμένα συναισθήματα, είτε με την επανάληψη έντονα κοντινών πλάνων είτε με την παρεμβολή σκηνών που μιλούν από μόνες τους. Το θορυβώδες κομμωτήριο, το νεκροταφείο, μια θρησκευτική πομπή, ένα οικογενειακό τραπέζι, το εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο στο λιμάνι, αλλά κυρίως μια ποδοσφαιρική γιορτή οπαδών της Νάπολης σκιαγραφούν όχι μόνο τον μικρόκοσμο της Torre Annunziata αλλά φωτίζουν και ως ένα βαθμό ερμηνεύουν τις εμμονές και τις παράλογες επιθυμίες της ανθρώπινης ψυχής.
Αυθεντική απεικόνιση (σε έντονη ναπολιτάνικη διάλεκτο) μιας οδυνηρής προσωπικής όσο και οικογενειακής δοκιμασίας; Ανθρώπινη ιστορία που στον πυρήνα της βρίσκεται η τετριμμένη- μα εντέλει τόσο πραγματική- άποψη ότι η άνευ όρων αγάπη μπορεί να σώσει τον κόσμο; Όπως και να τη δούμε η σε διαρκή κίνηση μα τόσο ισορροπημένη 80λεπτη «Vittoria» των Alessandro Cassigoli & Casey Kauffman συνιστά μια περιπέτεια κάθαρσης, τόσο για τους ήρωες όσο και για τους θεατές.
Φεστιβάλ Βενετίας 2024 / Orizzonti