(μια συνέντευξη)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2021_liperti.jpg

Σκηνοθέτης πρωτοεμφανιζόμενος, με ένα εντυπωσιακό ντεμπούτο, -ένα σύγχρονο western διαδραματιζόμενο πάνω στην "πράσινη γραμμή" της Λευκωσίας-, ο Σταύρος Παμπαλλής στη συνέντευξη που ακολουθεί, εξηγεί το πως προέκυψε η Πολιορκία στην οδό Λιπέρτη  εν μέσω κρίσης. Παράλληλα, αναφέρεται στις δυσκολίες (...ή τις ευκολίες) τού να κάνεις σινεμά στην Κύπρο, ενώ εστιάζει και στα συναισθήματα που προκαλούνται σ' ένα δημιουργό από τη διαδικτυακή διανομή της ταινίας του, ελέω πανδημίας...
Δ.Μ.

Ποία υπήρξε η αφορμή, η πρώτη εικόνα που σας οδήγησε στο γράψιμο του σεναρίου και τη δημιουργία της ταινίας; Τι σας ώθησε στη δημιουργία αυτής της ταινίας;

Η Πολιορκία είναι μια ταινία που μιλά για την ευθύνη. Την ατομική, και τη συλλογική. Το Πάσχα του 2013 όταν η Κύπρος έμπαινε στο πρώτο μνημόνιο ένιωσα μια αγανάχτηση, μια απογοήτευση που μόνο σεναριακά μπορούσα να αντιμετωπίσω. Τα αισθήματα αυτά δεν δημιουργήθηκαν το 2013, υπέβοσκαν, απλά το Μάρτη του ’13 βρήκα την αφορμή, και το πλαίσιο για να τα εκφράσω.  Η πρώτη εικόνα που μου ήρθε στο μυαλό όταν έγραφα ήταν η προτελευταία σκηνή της ταινίας. Μια πράξη ανάληψης ευθύνης ενός ανθρώπου περιτριγυρισμένου από εθνικά, κοινωνικά, οικονομικά και οικογενειακά αδιέξοδα.

Ποία από τα στάδια παραγωγής υπήρξε το πιο σημαντικό για την τελική μορφή της ταινίας; Η συγγραφή του σεναρίου, η προετοιμασία για τα γυρίσματα, τα γυρίσματα, το μοντάζ, post-production;  Σε ποιο στάδιο πιστεύετε ότι η ταινία δημιουργήθηκε ;

Εργάζομαι ως σεναριογράφος από το 2008, και, καλώς ή κακώς, το σενάριο αποτελεί για μένα το πιο σημαντικό στάδιο στη δημιουργία μιας ταινίας. Παρόλα αυτά, ανακάλυψα, ως πρωτάρης σκηνοθέτης, πως η επίδραση της όλης διαδικασίας παραγωγής αλλά και του μοντάζ στο τελικό αποτέλεσμα είναι όχι μόνο αναπόφευκτη, αλλά και ωφέλιμη. Ήμουν τυχερός με όλους τους βασικούς μου συνεργάτες, τεχνικούς και ηθοποιούς, και ο καθένας τους προσέφερε σημαντικά στην διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος.

Η ταινία, όσον αφορά τη μυθοπλασία, έχει μια ισχυρή κυπριακή ταυτότητα. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι  να κάνεις σινεμά σήμερα στην Κύπρο; Τόσο στο χρηματοδοτικό σκέλος, την παραγωγή, όσο και το δημιουργικό, την οργάνωση της παραγωγής;

Ήταν πολύ σημαντικό για μένα η ταινία να είναι Κυπριακή - ο τόνος, η γλώσσα και οι χαρακτήρες της να αντικατοπτρίζουν τις ιδιαιτερότητες τις Κύπρου, τη νοοτροπία, το χιούμορ και τη αισθητική μας . Προερχόμενοι από μικρή αγορά, και με την ελπίδα να “παίξουμε στην Ελλάδα”, πολλές φορές οι Κύπριοι δημιουργοί προσεγγίζουμε την τοπιολαλιά και το ιδιότυπο ύφος μας με αμηχανία αλλά προσωπικά πιστεύω πως μόλις επιβάλεις σε ένα “Λευκωσιάτη” τα “σωστά” Ελληνικά, και ύφος “Αθηναίου” του δημιουργείς φραγμό στην αυτοέκφραση.
Όσο αφορά την παραγωγή, δεν θα έλεγα πως είναι λιγότερο ή περισσότερο δύσκολο να στήσεις ταινία (να βρεις τα χρήματα δηλαδή) στην Κύπρο σε σχέση με την Ελλάδα. Και στις δυο χώρες είναι απαράδεχτα δύσκολο και χρονοβόρο.  
Όσο αφορά την οργάνωση και την εκτέλεση, πιστεύω πως διαθέτουμε εξαιρετικούς παραγωγούς και τεχνικούς (που τους αξιοποιούν άλλωστε οι ξένες παραγωγές που έρχονται να γυριστούν στην Κύπρο) και αυτό φαίνεται, τόσο στην Πολιορκία αλλά και σε άλλες πρόσφατες Κυπριακές ταινίες όπως το Φυγαδεύοντας τον Χέντριξ του Μάριου Πιπερίδη και την Παύση της Τώνιας Μισιαλή.

Η ταινία κάνει τη διαδικτυακή της πρεμιέρα, χωρίς να έχει προβληθεί στις αίθουσες λόγω της πανδημίας . Πως αισθάνεστε γι’ αυτό; Είναι, εντέλει, οι διαδικτυακές πλατφόρμες, με τις τεχνικές δυνατότητες τους να προσεγγίζουν μεγάλα σύνολα θεατών χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς, η λύση στο ζήτημα της προβολής για το ανεξάρτητο καλλιτεχνικό σινεμά;

Ανάμεικτα συναισθήματα. Φυσικά θα προτιμούσα την αίθουσα, αλλά είμαι πραγματικά ευγνώμων που μας δόθηκε η ευκαιρία, υπό τις περιστάσεις, να γίνουμε η πρώτη Ελληνική ταινία που αρχίζει την διαδρομή της διαδικτυακά. Την ταινία, άλλωστε, την έκανα για να την δει ο κόσμος, με κάθε μέσο.
Όσο αφορά τις διαδικτυακές πλατφόρμες γενικά, ναι είμαι σίγουρος πως θα βοηθήσουν, πρωτίστως γιατί θα εκδημοκρατικοποιήσουν την έννοια της διανομής. Πριν από την πανδημία, μια ταινία που δεν κυκλοφορούσε στα σινεμά ήταν στιγματισμένη, αλλά για να βγει στις αίθουσες έπρεπε πρώτα να βρει διανομέα. Πιστεύω πως είναι πολύ καλό για τους κινηματογραφιστές να απεξαρτηθούν από τους παραδοσιακούς διανομείς και να αλλάξει λίγο η δυναμική μεταξύ παραγωγού - διανομέα. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα πάψουν οι κινηματογραφιστές να αναζητούν προβολές σε αίθουσες ή να συνεργάζονται με τους παραδοσιακούς διανομείς. Απλά νομίζω πως οι ψηφιακές πλατφόρμες δίνουν περισσότερη ευελιξία στους παραγωγούς και αυτό είναι καλό για το ανεξάρτητο σινεμά.  

Ποιοι σκηνοθέτες ή ποίες ταινίες τροφοδότησαν τα όνειρά σας στο σινεμά; Από τι ή ποιους επηρεαστήκατε στο δρόμο σας στον κινηματογράφο;

Νιώθω τυχερός γιατί, μεγαλώνοντας σε μια μικρή χώρα στη δεκαετία του ’80, δεν γνώριζα ούτε για ρεύματα, ούτε για ιερά τέρατα του σινεμά, αλλά ούτε και ποιες ταινίες θεωρούντο “καλλιτεχνικές” και ποιες όχι. Απλά ανακάλυπτα ταινίες στο βίντεο κλαμπ και τις έλιωνα στις επαναλήψεις. Έτσι, για μένα, οι Martin Scorsese (Taxi Driver), Francis Ford Coppola (Apocalypse Now), John Schlesinger (Midnight Cowboy) από τη μια και οι George Lucas (Star Wars), Steven Spielberg (Indiana Jones) και Robert Zemeckis (Back To The Future) από την άλλη, έχουν την ίδια αξία. Ήταν όλοι απίθανοι αφηγητές που ήξεραν να προσαρμόζουν τις στιλιστικές τους ιδιαιτερότητες στην υπηρεσία της πλοκής και των χαρακτήρων τους.
Συνειδητοποιώ τώρα πως όλοι τους μου έμαθαν ό,τι ο τρόπος που επιλέγεις να πεις μια ιστορία είναι απόλυτα συνυφασμένος με την ίδια την ιστορία που θέλεις να διηγηθείς. Όλοι τους ανεξαιρέτως, (αλλά και οι σκηνοθέτες που αγάπησα μεταγενέστερα - Bergman, Kiarostami, Kustrurica, Kassovitz, Wong Kar Wai- όσο στιλιστικά καινοτόμοι και να ήταν), πάντα υπηρετούσαν την ιστορία και τους χαρακτήρες τους.

Τι σχέδια έχετε για το μέλλον; Ποία θα είναι η επόμενη ταινία σας;

Καλή ερώτηση! Με την πανδημία ήρθαν όλα λίγο άνω-κάτω και τώρα έχω διάφορα που τρέχουν παράλληλα ως σεναριογράφος, αλλά και ως σκηνοθέτης. Αλλά επειδή τίποτε πλέον δεν είναι σίγουρο πριν το πρώτο “κάμερα τρέχει”, επιτρέψτε μου να επανέλθω με λεπτομέρειες όταν όλα έχουν πάρει το δρόμο τους για τα καλά!

(Η συνέντευξη διεξήχθη διαδικτυακά. Ερωτήσεις Δημήτρης Μπάμπας)