(Σχόλια για τη Χειμερία νάρκη του Nuri Bilge Ceylan)
I.
Διαλεκτικές αντιπαραθέσεις σε έναν κόσμο απολιθωμένης ομορφιάς
Βαθυστόχαστη σπουδή ενός χαρακτήρα αλλά και ενός κόσμου που ξυπνάει από λήθαργο αποτελεί η τελευταία ταινία του τούρκου σκηνοθέτη Nuri Bilge Ceylan. Μια λεπτομερής ενδοσκόπηση στην ψυχή ενός σαιξπηρικού ήρωα, μέσα σε μια ατμόσφαιρα καθαρά τσεχωφική, με ψυχαναλυτική δύναμη που συναντάει κανείς στα έργα του Ντοστογιέφσκι. Η εξέλιξη της εσωτερικής κρίσης στη ζωή ενός μεσήλικα «ισχυρού» άντρα και οι σχέσεις εξουσίας που διαπλέκονται στην επικράτειά του βρίσκονται στο επίκεντρο μιας ταινίας που στην ουσία στερείται κέντρου. Μέσα από εκτενείς αλλά ευφυέστατους διαλόγους, που κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή, η ταινία συνιστά μια στοχαστική ενατένιση της πολύπλοκης και αντιφατικής ανθρώπινης ύπαρξης. Εστιάζει όμως και στη δυναμική των αντιθέσεων που ελλοχεύουν κάτω από τις κατεστραμμένες ανθρώπινες σχέσεις, συζυγικές, αδελφικές, κοινωνικές. Με εμφανή την ψυχογραφική αλλά με πάντα παρούσα και την πολιτική ματιά, ο Ceylan επιχειρεί την πιο πολυεπίπεδη ως τώρα ταινία του. Μέσα σε ένα τοπίο, που η εξωκοσμική του ομορφιά μπορεί να έχει και το συμβολικό της χαρακτήρα.
II.
Απομόνωση αλλά και επιθυμία για αναγνώριση
Ο κεντρικός χαρακτήρας , ο Aydin, είναι ένας άντρας με πολλές ιδιότητες. Ιδιοκτήτης μικρού γραφικού ξενοδοχείου σε χωριό της Καππαδοκίας και κληρονόμος μεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας από τη μια, πρώην ηθοποιός, αρθρογράφος και επίδοξος συγγραφέας από την άλλη, ενώ παράλληλα σύζυγος μιας όμορφης και πολύ νεότερης του γυναίκας. Οι ιδιότητες αυτές αποκαλύπτονται σταδιακά και δοκιμάζονται οι περισσότερες από τη σκληρή κριτική του περιβάλλοντός του. Γεγονός σχεδόν αδιανόητο, αφού η μόνωση, η ευγένεια και η διακριτική απόσταση του ήρωα από πρόσωπα και πράγματα προβάλλουν αρχικά τη συμπαθητική του πλευρά. Έτσι οι επιθέσεις εναντίον του φαντάζουν αναίτιες, υπερβολικές. Όσο όμως η ταινία αναπτύσσεται κυρίως μέσα από τους εκτενείς διαλόγους, αλλά και με κάποιες καθοριστικές σκηνές έντασης και δράσης, τόσο αναδύονται τα προβλήματα και οι επώδυνες αλήθειες. Οι επιθέσεις που ο ήρωας δέχεται με πρώτη αυτή του μικρού αγοριού και στη συνέχεια οι λεκτικές των γυναικών του περιβάλλοντός του-και ιδιαίτερα αυτή της ετοιμόλογης αδελφής του- έχουν διαφορετικές αιτίες. Για να σκιαγραφήσουν βαθμιαία το πορτρέτο ενός κυνικού και αδιάφορου άντρα, του οποίου η αυτάρεσκη αποστασιοποίηση συμβαδίζει με την επιθυμία για αναγνώριση και αποδοχή. Οι γεμάτες υπεκφυγές ευφυείς απαντήσεις, τα ειρωνικά χαμόγελα και το ύφος ανωτερότητας ως μέσα άμυνας ή και αντεπίθεσης ξυπνούν τη δαιμόνια και λιγότερο συμπαθητική πλευρά του. Εκεί όπου η απουσία ηθικού βλέμματος είναι αισθητή. Η αμφισημία ωστόσο που συνοδεύει τον ήρωα ως το τέλος της ταινίας και που άλλοτε τον ανυψώνει, ενώ άλλοτε τον κατακρημνίζει εκθέτοντάς τον ανεπανόρθωτα, συνθέτει εντέλει ένα πορτρέτο πολύ πιο σύνθετο και δυσανάγνωστο. Οι αντιφάσεις και οι πτώσεις του ήρωα καθώς και τα στοιχεία μαύρης κωμωδίας που ενσωματώνονται έντεχνα στο έργο τον καθιστούν φιγούρα σχεδόν κωμικοτραγική.
III.
Εξωτερικές και εσωτερικές συγκρούσεις
Βασισμένη σε τρία διηγήματα του Τσέχωφ η ταινία οργανώνεται με βάση δύο πόλους. Τον εξωτερικό και κυρίως τον εσωτερικό. Ο εξωτερικός είναι ο χώρος της δράσης, εκεί όπου εκτυλίσσονται σημαντικά για την εξέλιξη του έργου επεισόδια. Είναι ένα σκηνικό ανυπέρβλητης ομορφιάς, σχεδόν υπνωτικής, αλλά και έντονων ταξικών διαφορών και συγκρούσεων. Πρόκειται για τον τόπο της αδιαμφισβήτητης κυριαρχίας ενός καλλιεργημένου άρχοντα, που φέρει όμως όλα τα νόμιμα δικαιώματα κατοχής και διαχείρισης των υπηκόων του. Η σκηνή με το κυνήγι ενός άγριου αλόγου είναι ίσως εδώ η πιο ενδεικτική. Ενώ η βίαιη επίθεση του αγοριού στην αρχή της ταινίας λειτουργεί σαν εκκωφαντικός προπομπός αυτών που θα ακολουθήσουν. Είναι κυρίως όμως δύο εσωτερικοί χώροι αυτοί στους οποίους εξελίσσεται το κινηματογραφικό έργο. Σε αντίθεση με τις ψυχρές μπλε αποχρώσεις του παγωμένου φυσικού τοπίου, εδώ οι τόνοι γίνονται πιο ζεστοί, ενώ συνήθως φωτίζονται μόνο από το φως των κεριών, δίνοντας μια ατμόσφαιρα σχεδόν « ρεμπραντική». Μέσα σε αυτούς τους κλειστούς χώρους λαμβάνουν χώρα οι συνομιλίες αλλά και τα παιχνίδια εξουσίας των ηρώων. Πρόκειται για το φτωχό εσωτερικό του σπιτιού ενός ντόπιου της περιοχής, όπου γίνονται αισθητές οι ταξικές διαφορές πλούσιων- φτωχών, αλλά και η δουλικότητα ή η υπερηφάνεια των υποτελών, και για το κομψό εσωτερικό ενός γραφείου, χώρο απομόνωσης και εργασίας του ήρωα. Είναι κυρίως εδώ που ο θεατρικός απόηχος του έργου είναι αισθητός. Και είναι το σκηνικό στο οποίο έρχονται στην επιφάνεια η κρίση των σχέσεων, οι εντάσεις και οι πικρίες, τα απωθημένα και οι μνησικακίες που κατατρύχουν τους ήρωες. Πέρα όμως από πεδίο συγκρούσεων ο χώρος αυτός γίνεται και πεδίο φιλοσοφικών αναζητήσεων δίνοντας στην ταινία έναν άλλο χαρακτήρα.
IV.
Πολυθεματικότητα και αμφισημία υπό τους ήχους του Σούμπερτ
Το Winter Sleep που απέσπασε το Χρυσό Φοίνικα στο πρόσφατο Φεστιβάλ των Καννών χρωστάει σίγουρα την αξία του στην ετερογένειά του. Η θεματική του δύσκολα συνοψίζεται, γιατί απλά διαχέεται σε πολλά επίπεδα. Και το τέλος του είναι αμφίρροπο και αινιγματικό. Παρόλη τη διάρκεια και την πυκνότητά του συνεπαίρνει ωστόσο το θεατή τόσο με τις εικόνες του -που επενδύονται μελαγχολικά με μια επαναλαμβανόμενη σονάτα του Σούμπερτ- όσο κυρίως με την τέχνη των διαλόγων του. Μέσα από το χλευασμό και την εκλεπτυσμένη ειρωνεία τους προβάλλουν όχι μόνο την κρίση μιας συζυγικής σχέσης όπως αυτή που θα βλέπαμε σε ταινία του Βergman αλλά κυρίως την ταραγμένη συναισθηματική ζωή ενός ανθρώπου που γερνάει και εγκαταλείπεται από τα βέβαια στηρίγματά του. Μια ζωή που τελικά αναδεικνύεται σε αυταπάτη. Σε μία Χειμερία Νάρκη.
της Καλλιόπης Πουτούρογλου [ Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]