του Pablo Larraín
(η κριτική του Θόδωρου Σούμα)
H τελευταία ταινία του Χιλιανού σκηνοθέτη Πάμπλο Λαραΐν μου άρεσε πολύ (όπως και οι προηγούμενές του, "Νερούδα", 2016, "Νο", 2012, "Μυστική λέσχη", 2015, Post Mortem, 2008, "Τζάκι", 2016 και "Τόνι Μανέρο”, 2008).
Η "Έμα" έχει καλό σενάριο, πάνω στον έρωτα, τη μητρότητα, το διαζύγιο, την υιοθεσία, την προσωπική έκφραση και απελευθέρωση μέσω της τέχνης (εδώ οι δυο παντρεμένοι ήρωες είναι παθιασμένοι καλλιτέχνες που ασχολούνται με το χορό), την υπέρβαση των παραδοσιακών κωδίκων του γάμου και της ερωτικής σχέσης, τον σεξουαλικό αυτοπροσδιορισμό και τις ερωτικές ταυτότητες. Το φιλμ διηγείται με διακεκομμένη, διάσπαρτη αφήγηση, τη διαδρομή ενός ζευγαριού καλλιτεχνών του χορού και ιδίως της χορεύτριας γυναίκας, που υιοθετούν νέοι ένα παιδί και μετά από ένα επιβλαβές επεισόδιο, το δίνουν σε μια άλλη ανάδοχη οικογένεια, κρίνοντες εαυτούς ανέτοιμους κι ανώριμους για παιδί. Μετά από λίγα χρόνια, όμως, η χορεύτρια μετανιώνει και θέλει να το πάρει πίσω. Για να το προσεγγίσει, τα φτιάχνει με τη γυναίκα της νέας ανάδοχης οικογένειας του μικρού...
Η εξέλιξη αυτή και η προσωπική, καλλιτεχνική και ερωτική πορεία της, στο χιλιανό λιμάνι Βαλπαράιζο, βάζει σε κρίση το μισοδιαλυμένο πλέον ζευγάρι και την ίδια. Καθοριστικό ρόλο στις δραστηριότητές της παίζουν ο χορός και οι εμπρησμοί που προκαλεί με ένα φλογοβόλο, έτσι κατακαίει και ό,τι πλησιάζει στη ζωή. Ο χορός καθίσταται ένα εργαλείο αυτοΐασης, ψυχοθεραπείας και ατομικής μα και συλλογικής έκφρασης· αναφερόμαστε σε μια φεμινίζουσα ομάδα γυναικών, με επικεφαλής την Έμα, που χορεύει το φορτισμένο ερωτικά reggaeton (μείγμα latin, dance, hip-hop και καραϊβικής μουσικής) ανά την πόλη.
Όμως πολύ καλύτερη από το ενδιαφέρον και διάσπαρτο, απλωμένο σενάριο είναι η υπέροχη σκηνοθεσία που συνιστά από μόνη της μια εξαίσια φορμαλιστική αναζήτηση, μια αισθαντική αισθητική διερεύνηση, μέσα από τις φιλτραρισμένες εικόνες των πλάνων που αποκτούν έτσι έναν ομοιογενή, ματ χρωματισμό, την πλανοθεσία, τις αιλουροειδείς κινήσεις της κάμερα, τα πανέμορφα γκρο πλάνα, ιδίως της πρωταγωνίστριας Μαριάνα ντι Τζιρόλαμο, με τα πλατινέ προς άσπρα, κοντά μαλλιά και το αινιγματικό χαμόγελο· τον αισθησιακό και δυναμικό χορό και τη μουσική reggaeton, το ηλεκτρισμένο, οργασμικό μοντάζ (ενίοτε παράλληλο μοντάζ) και τον αχαλίνωτο, τελετουργικό και υπνωτιστικό ρυθμό που παράγεται· τις πανσεξουαλικές, ηδονιστικές, ερωτικές σκηνές και την αμφίσημη σημασία του πόθου, του έρωτα και του ανθρώπινου κι ερωτικού δεσμού. H ταινία του Χιλιανού Λαραΐν έχω την εντύπωση πως έχει τις κινηματογραφικές καταβολές της στο ποιητικό σύμπαν του σπουδαίου, συμπατριώτη του σκηνοθέτη, του πειραματιζόμενου Χοντορόφσκι...
Σχετικά με την ταινία
Υπόθεση
Η Ema, μια νεαρή χορεύτρια, αποφασίζει να χωρίσει από τον Gaston, αφού πρώτα έχει δώσει πίσω τον Polo, το γιο που είχαν υιοθετήσει οι δυο τους αλλά δεν κατάφεραν να αναθρέψουν. Απελπισμένη τριγυρνάει στους δρόμους και στο λιμάνι του Valparaiso και αναζητάει την αγάπη σε εφήμερες σχέσεις προσπαθώντας να ξεπεράσει τις ενοχές της. Ωστόσο έχει ένα μυστικό σχέδιο προκειμένου να ανακτήσει ό,τι έχασε.
Διαλογισμός πάνω στα θέματα της μητρότητας, του ανθρώπινου σώματος και του χορού η Ema επαναφέρει με το αινιγματικό της σενάριο τον Pablo Larrain στη Χιλή, αυτή τη φορά του σήμερα.
Σημείωμα σκηνοθέτη
Θέλησα να μιλήσω μέσα από την ταινία για το πολύ δύσκολο θέμα των αποτυχημένων υιοθεσιών, που πολλές οικογένειες αντιμετωπίζουν και που παραμένει ταμπού σε πολλές χώρες, όπως και στη Χιλή . Έδωσα στους ηθοποιούς το σενάριο μια μέρα πριν τα γυρίσματα. Ήθελα οι ηθοποιοί να μην ελέγχουν πλήρως τους χαρακτήρες μου αλλά να αφουγκραστούν ενστικτωδώς την ανθρώπινη πλευρά των ηρώων. Αυτό με οδήγησε στο να κατευθύνω μόνο αρχικά τους ηθοποιούς μου, αφού, αφήνοντας τους ελευθέρους στο ένστικτό τους, από ένα σημείο και μετά, πήραν εκείνοι τον έλεγχο.
(πηγή κατάλογος Φεστιβάλ Βενετίας. επιμέλεια Π.)