Το μυθιστόρημα του Sheridan le Fanu, Carmilla  και η επιρροή του στον κινηματογράφο
carmi1.jpg
του Κωνσταντίνου Κυρίμη [Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]

Δε χρειάζεται να είναι κανείς ειδήμων, ώστε να γνωρίζει ότι απ' όλα τα μυθιστορήματα με πρωταγωνιστές βαμπίρ, που κατά καιρούς έχουν γραφτεί, αυτό που επηρέασε το κινηματογραφικό γίγνεσθαι σε μεγαλύτερο βαθμό, ήταν αναμφισβήτητα ο Δράκουλας του Bram Stoker. Ενδεχομένως κάποιοι να έχουν αναρωτηθεί : "Υπάρχει μήπως και κάποιο άλλο διάσημο βαμπίρ που έχει γίνει αρκετές φορές θέμα ταινίας ;". Η απάντηση είναι "ΝΑΙ", και η τιμή αυτή ανήκει στη διαβόητη Carmilla, έργο του συγγραφέα Sheridan le Fanu (1814-1873) . To έργο γράφτηκε το 1871, απαρτίζεται από 16 κεφάλαια, και αφηγείται τις περιπέτειες της Carmilla Karnstein.

ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Η ιστορία έχει φόντο ένα μεσαιωνικό κάστρο, στο οποίο κατοικεί η νεαρή και όμορφη Laura με τον πατέρα της. Λίγο χιλιόμετρα μακρύτερα κατοικεί ο στρατηγός Spielsdorf και η νεαρή κόρη του.
Μια προγραμματισμένη επίσκεψη των τελευταίων, στον πύργο των πρώτων, ματαιώνεται έπειτα από τον ξαφνικό θάνατο της κόρης του στρατηγού. Λίγο αργότερα, η Laura και ο πατέρας της, γίνονται μάρτυρες ενός ατυχήματος με άμαξα. Παρά το ατύχημα, η επιβαίνουσα κυρία με τη συνοδεία της, σπεύδει άμεσα να αποχωρήσει για να διεκπεραιώσει μια 'σημαντική εκκρεμότητα', αφήνοντας την κόρη της, Carmilla Karnstein, υπό την επιτήρησή τους, καθ'όσον θα λείπει.
Η παρουσία της Carmilla είναι ιδιαίτερα αινιγματική, καθώς είναι συνεχώς χλωμή και τα βράδια μοιάζει να απουσιάζει από το δωμάτιό της. Παρ'όλ'αυτά, καταφέρνει να κερδίσει τη συμπάθεια και τη φιλία της Laura. Παράλληλα, διάφοροι μυστηριώδεις θάνατοι συγκλονίζουν το κοντινό χωριό. Με τον καιρό, η Carmilla μετατρέπει τη Laura σε βαμπίρ. Η περίεργη συμπεριφορά και η χλωμάδα στο πρόσωπο της κόρης του, θέτει σε υποψίες τον πατέρα της. Σε μια συνάντησή του με τον στρατηγό, μαθαίνει πως η προσφάτως πεθαμένη κόρη του, παρουσίαζε λίγο πριν το θάνατό της, τα ίδια σημάδια εξασθένησης και χλωμάδας με την Laura, και έκανε επίσης παρέα με την Carmilla ! Τελικά η Carmilla αποδεικνύεται μετενσάρκωση της Mircalla (προσέξτε τον αναγραμματισμό) , μίας διαβόητης βαμπίρ, που έζησε πολλά χρόνια πριν. Οι δύο άνδρες, ανακαλύπτοντας περί τίνος πρόκειται, δίνουν στην Carmilla το τέλος που της αξίζει.
To όλο έργο είναι περισσότερο ερωτικό παρά τρομακτικό, κάτι που είναι ιδιαίτερα εμφανές στα πρώτα κεφάλαια, όπου παρακολουθούμε το χτίσιμο της σχέσης μεταξύ των δύο κοριτσιών. Ο συγγραφέας, αν και επιμένει σε λεπτομερείς περιγραφές των σκηνών με τις δύο κοπέλες, σε καμία περίπτωση δεν κινδυνεύει να χαρακτηριστεί ως σκανδαλιστικός. Εντούτοις, η γλαφυρή περιγραφή του, και το ιδιότυπο θέμα του, αναμφισβήτητα αφήνει τη φαντασία του αναγνώστη να οργιάσει. Σε αυτό το λεπτό σημείο, έγκειται και η όλη επιτυχία του μυθιστορήματος.
Η αφηγηματική δομή του μυθιστορήματος, βασίζεται σε ένα υποτιθέμενο χειρόγραφο κείμενο που ανακαλύφθηκε. Η δομή αυτή έχει ως σκοπό να προσδώσει περισσότερη αληθοφάνεια στο έργο, αλλά παράλληλα αποτελεί μια τρανταχτή ειρωνεία του έργου του Bram Stoker, το οποίο υπενθυμίζεται ότι είναι γραμμένο υπό τη μορφή ενός υποτιθέμενου 'ημερολόγιου'.
Το πρωτοποριακό χαρακτηριστικό του εν λόγω έργου, δεν είναι τόσο ότι το αιμοσταγές πλάσμα της νύχτας είναι γυναίκα (και μάλιστα νεαρή) , όσο η ερωτική ιδιαιτερότητα που την χαρακτηρίζει. Η Carmilla παρουσιάζεται ως λεσβία, μια ιδιομορφία που αποτελεί ακόμα και στις μέρες μας ταμπού. Αν και ο συγγραφέας δε λαμβάνει σαφή στάση έναντι της συγκεκριμένης ιδιομορφίας, εντούτοις μοιάζει να προκαλεί τον αναγνώστη, θέτοντάς του το ερώτημα, ποια από τις δύο πτυχές της Carmilla είναι και η πιο βδελυγματική ; Αυτή του βαμπίρ ή αυτή του ομοφυλόφιλου ;
Και ενώ στο έργο του Stoker ο ερωτισμός παρουσιάζεται ως μέσο επίτευξης του ουσιαστικού σκοπού, στο έργο του Le Fanu, o τρόμος περνάει σε δεύτερη μοίρα, καθώς η ερωτική επιθυμία και το ακατάσχετο πάθος γίνονται αυτοσκοπός. Ο Δράκουλας χρησιμοποιεί τη γοητεία του για να προσελκύσει τα θύματά του και να τους ρουφήξει το αίμα, ενώ η Carmilla χρησιμοποιεί τη απόκοσμη επιρροή της, ώστε να προσελκύσει ερωτικά τα θύματά της. Το γεγονός ότι το βαμπίρ του συγκεκριμένου έργου είναι μια απλή κοπέλα, και όχι κάποιος πανύψηλος κόμης με κόκκινα μάτια και επιβλητικό παράστημα, δημιουργεί περισσότερες ανασφάλειες στον αναγνώστη και φροντίζει να του υπενθυμίζει ότι ο κίνδυνος καραδοκεί ακόμα και εκεί που δεν τον περιμένει. H δε προτίμησή της να εξοντώνει άτομα του ίδιου φύλλου, ίδιας ηλικίας και εξίσου εμφανίσιμα, παραπέμπει περισσότερο σε ζηλιάρη νάρκισσο παρά σε αιμοσταγή φονιά.
carmi2.jpg
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Η πρώτη κινηματογραφική απόπειρα που βασίστηκε στο έργο αυτό, ήταν το 1960, όταν ο γνωστός σκηνοθέτης Roger Vadim ('Barbarella', 'Και Ο Θεός δημιούργησε τη γυναίκα') δημιούργησε το ποιητικό αριστούργημα που άκουγε στο όνομα 'Blood and Roses'. H έγχρωμη αυτή Γάλλο-Ιταλική παραγωγή είναι εξίσου γνωστή και με τον γαλλικό της τίτλο 'Et Mourir de plaisir' ('και να πεθαίνεις από απόλαυση') . Αποτελεί μάλλον οξύμωρο σχήμα το γεγονός ότι η φιλμική γέννηση της Carmilla, οριοθετεί ταυτόχρονα και το τέλος της, καθώς καμία μεταγενέστερη ταινία δεν κατάφερε να αγγίζει καν, το πνεύμα το μυθιστορήματος του Le Fanu, τόσο, όσο το 'Blood and Roses'. Αξιοσημείωτο είναι επίσης, το ότι ο συγγραφέας αναφέρεται εσφαλμένα ως 'Le Vanu' στους εναρκτήριους τίτλους !
O Vadim ως γνωστόν, εκτός από αξιόλογος σκηνοθέτης ήταν και μεγάλος γόης. Παντρευόταν πάντα πανέμορφες γυναίκες και τις έβαζε να πρωταγωνιστούν στις ταινίες του. Μόνο τα ονόματα δύο εκ των πρώην συζύγων του, είναι αρκετά για να πείσουν τον οποιονδήποτε : Jane Fonda και Brigitte Bardot ! H πρωταγωνίστρια της ταινίας, Annete Stroyberg, δεν παρεκκλίνει του κανόνα, μιας και την εποχή που γυρίστηκε το φιλμ, έχαιρε της τιμής του να είναι η σύζυγός του. H ομορφιά της είναι τουλάχιστον αιθέρια και αναμφισβήτητα απογειώνει τα επίπεδα ερωτισμού της ταινίας. Παρά την ύπαρξη ενός ηχηρού ονόματος στην καρέκλα του σκηνοθέτη, η ταινία δεν κατάφερε να αποφύγει το ψαλίδι της λογοκρισίας καθώς από την αμερικανική εκδοχή απουσιάζουν αρκετές σκηνές διαλόγου που προέβαλαν έντονα το λεσβιακό στοιχείο.
Από την αρχή της ταινίας, η μαυρόασπρη σκηνή των εισαγωγικών τίτλων υπό τη μελαγχολική μελωδία μιας άρπας, τονίζουν στο θεατή ότι δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη ταινία με βρυκόλακες. Κατά τη διάρκεια του έργου, η μουσική του 'δικού' μας Jean Prodromides (Ιωάννης Προδρομίδης) , φροντίζει συνεχώς να διατηρεί ένα κλίμα υποτονικότητας και λανθάνοντος ερωτισμού.
Tον πρώτο ανδρικό ρόλο κρατάει ο Mel Ferrer, υποδυόμενος τον Leopoldo Karnstein, απόγονο της γνωστής οικογένειας, ενώ η εντυπωσιακή Elsa Martinelli υποδύεται τη μνηστή του, Georgia. Η Annete Stroyberg υποδύεται την Carmilla Karnstein, εξαδέλφη του Leopoldo.
Στο παλιό αβαείο, πλανάται ακόμα το πνεύμα της Mircalla Karnstein, προγόνου της Carmilla, που κατά το παρελθόν αγαπούσε με πάθος τον ξάδελφό της (πρόγονο του Leopoldo) και ορκίστηκε παντοτινή αγάπη σε αυτόν. Μια εορταστική βραδιά με πυροτεχνήματα, που δίνει ο Leopoldo προς τιμήν της μνηστής του, στέκεται αφορμή για να επισκεφτεί η Carmilla το παλιό αβαείο, όπου και κυριεύεται από το πνεύμα της Mircalla.
Ενδεικτικό του όλου κλίματος της ταινίας, είναι ότι η πρωταγωνίστρια, αν και ανήκει στον χώρο των πλασμάτων της νύχτας, δεν δρα ορμώμενη από πρωτόγονα και αιμοδιψή συναισθήματα, αλλά από το αρχέγονο συναίσθημα της αγάπης. Ένας παραλληλισμός της αιμομιξίας (η αγάπη της Carmilla για τον ξάδελφό της) , με την ασθένεια των βαμπίρ, είναι περισσότερο από προφανής.
Κάθε σκηνή της ταινίας μοιάζει με έναν σχολαστικά φιλοτεχνημένο πίνακα ζωγραφικής. Ενδεικτική η σκηνή όπου η Carmilla περπατάει υπό τις λάμψεις των πυροτεχνημάτων, καθώς η μορφή της αντανακλάται στα νερά της λίμνης. Όταν μάλιστα εμφανίζεται με ένα ολόλευκο φόρεμα, κρατώντας ένα κατακόκκινο ρόδο, παραπέμπει περισσότερο σε πριγκίπισσα παιδικών παραμυθιών παρά σε αιμοσταγή βρυκόλακα.
Η ταινία, ακολουθώντας πιστά την αφηγηματική δομή του αρχικού μυθιστορήματος, στηρίζει την εξέλιξή της σε έναν υποτιθέμενο μονόλογο της Mircalla, απευθυνόμενη προς το θεατή, κάτι που κάνει την αίσθηση της 'διήγησης παραμυθιού' ακόμα πιο έντονη.
Ο σκηνοθέτης αποφεύγει επιτυχώς να ακολουθήσει κάθε κλισέ που οι ταινίες τρόμου προστάζουν. Η παρουσία της Mircalla υπονοείται, ενώ η ίδια δε φανερώνεται μπροστά στην κάμερα. Το 'δάγκωμα' της Carmilla γίνεται εκτός κάδρου, ενώ κατά τη σεκάνς στην οποία η Carmilla σκοτώνει μια υπηρέτρια, αντί για την αναμενόμενη πομπώδη μουσική υπόκρουση, ακούγεται η γνώριμη μελαγχολική άρπα των αρχικών τίτλων !
Παρόλο που η ευρύτερη προσέγγιση του Vadim, θυμίζει παραμύθι για μεγάλους, γρήγορα η ερωτική έλξη της Carmilla έναντι της Georgia, κυριαρχεί θεματικά στην ταινία, με αποτέλεσμα το 'ταμπού' αυτό θέμα να την καθιστά απρόσιτη σε όσους περιμένουν μια καθ'όλα 'καθαρή και αθώα' ταινία. Αν και η ερωτική προσέγγιση της Carmilla στην Georgia γίνεται (υποτίθεται) με σκοπό να την 'κυριεύσει' και να ζήσει το πνεύμα της Carmilla στο σώμα της Georgia, η όλη διαδικασία γίνεται υπερβολικά σχολαστικά (σχεδόν τελετουργικά) , αφήνοντας σαφείς αιχμές 'απόλαυσης' του όλου παιχνιδιού από τις δύο γυναίκες. Το ερώτημα τίθεται πλέον ανοιχτά : Τι είναι πιο επιθυμητό για τη νεαρή κοπέλα : Ο αιώνιος αγαπητικός της, ή η γοητευτική μνηστή του ; Παρόλο που το γυμνό είναι ανύπαρκτο, το όλο κλίμα δύναται να ταρακουνήσει τους περισσότερο μοραλιστές, εκ των θεατών. Αν και ο γράφων δεν τελεί υπέρμαχος της εν λόγω ερωτικής παρέκκλισης, εντούτοις οφείλει να ομολογήσει ότι αν ποτέ η ποίηση και ο ερωτισμός μπορούσε να αποδοθεί με εικόνα, τότε θα ήταν σίγουρα η σκηνή του 'φιλιού' στο θερμοκήπιο, ανάμεσα στις δύο γυναίκες.
Όσο η ταινία εξελίσσεται, ο Vadim επιδεικνύει τη σκηνοθετική αρτιότητα που τον χαρακτηρίζει. Αποκορύφωμα αυτής της βιρτουόζας επίδειξης, η σκηνή του ονείρου της Georgia : Η ταινία γυρνάει σε ασπρόμαυρο, διάφορες ακατανόητες εικόνες περνούν μπροστά από τα μάτια της, και το μοναδικό χρώμα που φαίνεται στο ασπρόμαυρο πλάνο, είναι το κόκκινο του αίματος, καθώς η Georgia ονειρεύεται τον εαυτό της σε ένα χειρουργείο, με την αιματοβαμμένη Carmilla γιατρό !
Στο τέλος της ταινίας, η Carmilla σκοτώνεται πέφτοντας πάνω σε έναν αιχμηρό φράχτη. Αποτελεί μέγιστη και προμελετημένη ειρωνεία, ότι η μοναδική σκηνή της ταινίας, που το αίμα φαίνεται καθαρά, δεν είναι κατά το θάνατο κάποιου από τα θύματά της, αλλά κατά τον θάνατο της ίδιας ! Όμως το πνεύμα της έχει πλέον κυριεύσει την Georgia και ζώντας στο σώμα της, έχει επιτέλους την ευκαιρία να απολαύσει τον έρωτά της με τον Leopoldo ανενόχλητα, βάζοντας έτσι τέλος στο μικρό αυτό κινηματογραφικό διαμάντι.

Η επόμενη ταινία που καταπιάστηκε με το θέμα, ήταν το 'Crypt of Horror' (1963) του Camillo Mastrocinque (υπό το ψευδώνυμο Thomas Miller) . Ήταν μια Ιταλό-Ισπανική παραγωγή και ο πραγματικός τίτλος ήταν 'La Cripta e l'incubo'. Η ταινία έχει βαπτιστεί κατά καιρούς με ένα αξιοζήλευτο πλήθος εναλλακτικών τίτλων, εκ των οποίων γνωστότεροι είναι οι 'La Maledizione dei Karnstein' και 'Terror in the Crypt'. Το φιλμ, αν και ασπρόμαυρο, δεν στερεί από τον πρωταγωνιστή της, Christopher Lee, την ευκαιρία να αναδείξει για άλλη μια φορά την επιβλητική φυσιογνωμία του. Υποδύεται τον κόμη Ludwig Karnstein, ο οποίος ζητάει τη βοήθεια ενός γιατρού, φοβούμενος ότι η κόρη του έχει κυριευτεί από το πνεύμα της νεκρής προγόνου της, Carmilla Karnstein. Στο τέλος όμως αποδεικνύεται ότι υπεύθυνη για όλη την αιματοχυσία ήταν η φίλη της, Lyuba.
H ταινία έχει όλα τα συστατικά που θα περίμενε κανείς από μια ιταλική ταινία τρόμου της δεκαετίας του 60 : Καταιγίδες, παλιά κάστρα, καμπάνες που χτυπάνε μόνες τους μέσα στη νύχτα, σκοτεινούς διαδρόμους και φυσικά τη απαραίτητη κρύπτη. Ο σκηνοθέτης προσπαθεί να μιμηθεί την ατμόσφαιρα του κλασικού Black Sunday, ξεχνώντας όμως ότι ο ίδιος απέχει πολλές κλάσεις από το ταλέντο του Mario Bava, ενώ η πρωταγωνίστριά του αδυνατεί να σταθεί στο ύψος της Barbara Steele. Εντούτοις η σκηνοθεσία είναι αναμφισβήτητα προσεγμένη, η φωτογραφία εκμεταλλεύεται στο άκρο τις σκιάσεις του μαύρου, τα κάδρα είναι στυλιζαρισμένα και οι εναλλαγές των πλάνων ευρηματικές. Παρά τις αρετές του αυτές όμως, το έργο 'τραβάει', και καθώς εξελίσσεται, καταντάει αργόσυρτο αντί να κλιμακώνεται, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των συντελεστών του. Η δε βαρύτητα του έργου, φαίνεται να εστιάζεται ιδιαίτερα στον ίδιο τον πύργο και τους σκοτεινούς χώρους του, υποβαθμίζοντας έτσι σημαντικά το ερωτικό στοιχείο που προσπαθούν να βγάλουν προς τα έξω οι δύο πρωταγωνίστριες. Αν και είναι κλασική ταινία για το είδος της, στις μέρες μας είναι σαφώς ξεπερασμένη και συνιστάται μόνο σε όσους θα ήθελαν να εντρυφήσουν στο είδος ή στους φανατικούς οπαδούς της ιταλικής σχολής.

carmi2.jpg (39646 bytes)Κάποιες πηγές αναφέρουν και μία άλλη (πανσπάνια) εκδοχή της ταινίας. Πρόκειται για μια Σουηδική, ασπρόμαυρη παραγωγή του 1968, με τον εύλογο τίτλο … Carmilla !
Στο ρόλο της ομώνυμης ηρωίδας πρωταγωνιστεί κάποια Monica Nordquist, ενώ ως σκηνοθέτης φέρεται ο Claes Fellbom (;) . Λεπτομέρειες για την εν λόγω εκδοχή δεν αναφέρονται σχεδόν πουθενά, οδηγώντας έτσι τον επίδοξο ερευνητή στο συμπέρασμα ότι η αφάνεια στην οποία έχει περιέλθει, είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ποιότητά της !
carmi3.jpg
Η HAMMER ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΑ ΣΚΗΠΤΡΑ
Αν ο Vadim 'γέννησε' φιλμικά την Carmilla, τα βρετανικά στούντιο της Hammer, κυριολεκτικά την 'ανάθρεψαν'. Διαβόητη για τη μίξη σεξ και αίματος, η Hammer, από τα τέλη της δεκαετίας του 50, έως και τα μέσα της δεκαετίας του 70, έδινε στο κοινό αυτό για το οποίο διψούσε. Με ικανούς σκηνοθέτες, αξιόλογα κονδύλια, μεγάλους (σε φήμη !) ηθοποιούς, και με ένα 'πασπάλισμα' από στήθη και αίμα, κάθε κινηματογραφική απόπειρα της Hammer γινόταν αυτόματα επιτυχία. Ένας από τους πιο πετυχημένους 'κύκλους' της, ήταν και η τριλογία που αφηγείτο τις περιπέτειες της οικογένειας Κarnstein.
Η μεγάλη αρχή γίνεται το 1970, όταν σε συνεργασία με τη γνωστή American International Pictures (AIP), κυκλοφορεί το 'The Vampire Lovers'. Ένας βετεράνος σκηνοθέτης όπως ο Roy Ward Baker και ένας ηθοποιός της κλάσης του Peter Cushing (στο ρόλο του στρατηγού Spielsdorf) είχαν ήδη προδιαγράψει την επιτυχημένη πορεία αυτής της απόπειρας.. Η ταινία θεματικά προσεγγίζει κατά πολύ το αυθεντικό μυθιστόρημα. Η γοητευτική (αλλά κάπως μεγάλη σε ηλικία για το ρόλο) Ingrid Pitt υποδύεται την Carmilla. Πλαισιωμένη από ένα πλήθος γοητευτικών υπάρξεων όπως οι Madeline Smith, Kate O'Mara και Pippa Steel, προσδίδει έναν αξεπέραστο τόνο ερωτισμού. Παραδόξως, η σχετικά μεγάλη ηλικία της Pitt, ναι μεν δρα αντιφατικά σε σχέση με το πρωτότυπο, εντούτοις προσδίδει έναν πιο αρρωστημένο και κατακριτέο τόνο στη σχέση της με τις όμορφες νεαρές κοπέλες. Ο ερωτισμός, αν και κυρίαρχος στο φιλμ, διακόπτεται συχνά για να γευτούμε άλλη μία από τις (ομολογουμένως αρκετές) σκηνές όπου κάποιο άτυχο βαμπίρ χάνει το κεφάλι του ! Οι αποκεφαλισμοί είναι άφθονοι και ιδιαίτερα γραφικοί για το πρώτο μισό της δεκαετίας του 70 ! Η κλασσική σκηνή του αποκεφαλισμού της Pitt από τον Cushing παραμένει ακόμα και στις μέρες μας λογοκριμένη σε πολλές από τις κόπιες που κυκλοφορούν. Όμως η εν λόγω σκηνή είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στους κύκλους των οπαδών και κοσμεί τις σελίδες ουκ ολίγων περιοδικών και βιβλίων.
Συνοπτικά κάποιος θα μπορούσε αβίαστα να ισχυριστεί ότι στην ταινία "βρέχει κομμένα κεφάλια και γυμνά στήθη". Αυτός είναι και ο λόγος που σύσσωμος σχεδόν ο τύπος και τα ΜΜΕ την καταδίκασαν, σε αντίθεση με το κοινό που την μετέτρεψε άμεσα σε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία.
Καρπός αυτής της επιτυχίας ήταν (επίσης το 1970) μια άτυπη συνέχεια, με τίτλο 'Lust for a Vampire'. Αυτή τη φορά το ηχηρό όνομα του σκηνοθέτη παραμένει (στο πρόσωπο του Jimmy Sangster) , ενώ ελλείψει ενός εξίσου ηχηρού ονόματος στο κάστ, όλα τα ταλέντα που η Hammer προόριζε να μεταλλάξει σε αστέρες πρώτου μεγέθους, παρελαύνουν θριαμβευτικά, αποζημιώνοντας κατά πολύ το θεατή. Ο απολαυστικός Ralph Bates (στο ρόλο του καθηγητή) , ο τρομακτικός και επιβλητικός Mike Raven (στο ρόλο του βρυκόλακα) και η πανέμορφη δανέζα καλλονή Yutte Stensgaard (φυσικά στο ρόλο της Carmilla !) . Η ταινία τοποθετείται σε ένα παρθεναγωγείο κάπου στα μέσα του 19ου αιώνα. Η έλευση μιας νέας μαθήτριας (που δεν είναι άλλη από τη γνωστή μας Carmilla) αρχίζει να μειώνει κατά πολύ, τον αριθμό των ζωντανών καθηγητών και μαθητριών !
Μεγαλύτερο ατού της ταινίας είναι σίγουρα η παρουσία της Stensgaard, που κλέβει άνετα την παράσταση από το υπόλοιπο καστ. Παρ'όλ'αυτά, οι Bates και Raven είναι ιδιαίτερα πειστικοί ("κλασικοί" θα τολμούσα να πω) στους ρόλους τους, και προσδίδουν και αυτοί με τη σειρά τους μια cult αύρα στην ταινία. Ιδιαίτερα η σκηνή κατά την οποία η Carmilla αποπλανεί τον καθηγητή της, παραμένει σήμα κατατεθέν της ευρύτερης προσέγγισης της Hammer, όσον αφορά τον 'τρομακτικό' κινηματογράφο.
Στη δημιουργία του καθ'όλα πετυχημένου κλίματος, καταλυτική είναι και η σκηνοθετική αρτιότητα του Baker, κάτι που είναι περισσότερο αισθητό στις σκηνές των φλας-μπακ. Προφανώς για νοσταλγικούς λόγους, οι παραγωγοί δεν παραλείπουν να εμφανίσουν και τα μάτια του … Christopher Lee (!) σε μια σκηνή που δεν 'κολλάει' με τις υπόλοιπες και διαρκεί μόλις 3 δευτερόλεπτα ! Όπως και με το 'Vampire Lovers', η ταινία κατηγορήθηκε από τους κριτικούς για την άσκοπη χρήση (περισσότερο) γυμνού και (λιγότερο) αίματος. Κατά πάσα πιθανότητα βέβαια, οι άνθρωποι που το πρωί την κατέκριναν μέσα από τις στήλες μιας εφημερίδας, το απόγευμα πλημμύριζαν τις αίθουσες για να την ξαναδούν ! Εννοείται ότι η στάση αυτή του τύπου, όχι μόνο δεν κατάφερε να μποϋκοτάρει την ταινία, αντιθέτως στάθηκε μια πρώτης τάξης διαφήμιση. Το 'Lust for a Vampire' αποδείχθηκε ιδιαίτερα κερδοφόρο για τη Hammer, ωθώντας την το 1971, στη δημιουργία της τελευταίας ταινίας της τριλογίας : 'Twins of Evil'.
Τα ηνία του σκηνοθέτη κράτησε ο John Hough, αποδίδοντας μια προσεγμένη δουλειά, χωρίς όμως να φτάνει το επίπεδο των προκατόχων του. To 'κύκνειο άσμα' της τριλογίας, παρέμεινε πιστό στη συνταγή 'γυμνό + αίμα ', αν και το πρώτο είναι σαφώς λιγότερο σε σχέση με τις προηγούμενες απόπειρες της Hammer. Eντούτοις η ταινία διαφοροποιήθηκε από τις προηγούμενες της σειράς, καθώς ήταν η πρώτη που 'είχε κάτι να πει'. Πίσω από τα γυμνά στήθη και τους αποκεφαλισμούς που έχουν ως στόχο να ικανοποιήσουν τα πρωτόγονα ένστικτα των θεατών, κρύβεται μια καλά σχεδιασμένη επίθεση κατά της θρησκείας. Αυτή τη φορά, τα στήθη τους αναλαμβάνουν να δείξουν οι δίδυμες Mary και Madeleine Collinson (playmates Οκτωβρίου 1970 !) ενώ το ρόλο του αποκεφαλιστή αναλαμβάνει για άλλη μια φορά ο Peter Cushing (λες και τα κεφάλια που έκοψε στο 'Vampire Lovers' δεν ήταν αρκετά !) . Ο Cushing υποδύεται τον φανατικό θρησκόληπτο Gustav Weil, ηγέτη μιας ακραίας παραθρησκευτικής οργάνωσης, που γεμίζει τα 'μουντά απογεύματα' της επαρχίας, βιαιοπραγώντας με απίστευτη αγριότητα έναντι οποιασδήποτε άτυχης γυναίκας θεωρηθεί 'βλάσφημη', 'αμαρτωλή', ή ακόμα χειρότερα 'μάγισσα'. Η Νέμεσις του φανατικού Gustav ενσαρκώνεται στο πρόσωπο του διεφθαρμένου και σατανικού Κόμη Karnstein (πειστικός στο ρόλο, ο Damien Thomas) . Ο εν λόγω ευγενής, αποφασίζοντας να ζήσει 'πρωτόγνωρες' εμπειρίες, επαναφέρει από των κόσμο των νεκρών, μέσω σατανιστικής τελετής, την δαιμονική πρόγονό του, Mircalla Carnstein (Katya Wyeth) . Το σκηνικό έρχεται να συμπληρώσει η άφιξη των διδύμων Collinson, που υποδύονται τις ορφανές ανιψιές του Gustav, οι οποίες έρχονται να μείνουν στο σπίτι του αυταρχικού θείου. Βεβαίως όταν δείτε για πρώτη φορά τις δίδυμες, κάθε άλλο παρά 'Τα καημένα τα ορφανά' θα σκεφτείτε ! Η μία αδελφή λοιπόν, τυγχάνει ολίγον-τι ανήσυχη και σύντομα γεύεται το δάγκωμα της Mircalla και την αμαρτωλή συντροφιά του κόμη Karnstein, ενώ η άλλη, σταθερή στις αρχές της, παραμένει 'αγνή σαν το χιόνι' ! Όμως οι αδελφές μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό, και έτσι όταν ο θείος αποφασίζει να δώσει τη λύση όπως μόνο αυτός ξέρει (αποκεφαλίζοντας δηλαδή την βαμπιροποιημένη ανιψιά του) , πρέπει πρωτίστως να ξεχωρίσει ποιά-είναι-ποιά ! Τέλος καλό, όλα καλά, όμως, καθώς και ο Κόμης Karnstein και η Mircalla και η ανιψιά-βαμπίρ αλλά και ο ψυχωτικός θείος Gustav, βρίσκουν τον θάνατο που τους αξίζει, ενώ η καλή-ανιψιά παραδίδεται στην αγκαλιά του πρωταγωνιστή.
Και σε αυτό το σημείο η ταινία θέτει το μεγάλο ερώτημα : Ποιος ήταν ο πραγματικός 'κακός' της ταινίας ; Ο βλοσυρός θείος που σκοτώνει και βιαιοπραγεί ανηλεώς στο όνομα του Θεού, ή ο σατανικός κόμης που σκοτώνει στο όνομα του Διαβόλου ; Τέτοιου είδους αιχμές ήταν από σπάνιες έως ανύπαρκτες στα έργα τις Hammer, καθιστώντας έτσι άμεσα το Twins of Evil, φωτεινή εξαίρεση.
Μια τέταρτη ταινία της σειράς ('The Vampire Virgins') , προγραμματίστηκε από τη Hammer, αλλά δεν έμελλε ποτέ να λάβει "σάρκα και οστά" καθώς η δεκαετία του 70 πλησίαζε ήδη στα μέσα της, σημαίνοντας την αρχή του τέλους για το άλλοτε δοξασμένο βρετανικό στούντιο.
carmi4.jpg
ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ
Αν και ο θρύλος της Carmilla κορυφώθηκε με τις απόπειρες της Hammer, επ'ουδενί λόγο δεν έσβησε μετά το 'Twins of Evil'.
Ήδη την ίδια χρονιά (1971) η New World Pictures παρουσιάζει το 'The Velvet Vampire', του (της ;) Stephanie Rothman. Αν και οι αναφορές στην Carmilla και στον συγγραφέα της είναι αρκετές, η ταινία περισσότερο εκμεταλλεύεται το θρύλο της Carmilla, παρά προσπαθεί να τον διασκευάσει ή να τον δει από τη δικιά της οπτική γωνία. Θα έλεγε κανείς ότι οι αναφορές στο έργο του Le Fanu μπήκαν τελευταία στιγμή, ώστε να πουλήσει η ταινία λίγα περισσότερα εισιτήρια. Αναφορικά επισημαίνεται ότι η ταινία εξελίσσεται στην … έρημο Μοχάβι της Καλιφόρνια (!) , ενώ η πρωταγωνίστρια δεν λέγεται καν Carmilla, αλλά … Dianne Le Fanu !
Την ίδια εποχή, ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος τρόμου, ανθεί όσο ποτέ άλλοτε. Κάθε χώρα, με τους πιο αξιόλογους (;) εκπροσώπους της, διασκευάζει την ιστορία του Le Fanu, πότε αποδίδοντας, και πότε όχι, φόρο τιμής στον συγγραφέα. Στη Γαλλία επί παραδείγματι, ο Jean Rollin, γνωστός για τις ταινίες του με λεσβιακά βαμπίρ, που συνδύαζαν τρόμο και ερωτισμό, αν και ποτέ δεν παραδέχτηκε ότι διασκεύασε ή έστω επηρεάστηκε από το μυθιστόρημα του Le Fanu, εντούτοις οι αναφορές και οι ομοιότητες, κάθε άλλο παρά τυχαίες μπορούν να θεωρηθούν. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις ταινίες 'Γοητεία' (Fascination) και 'Η ζωντανή-νεκρή' (La Morte Vivante) , στην οποία η πρωταγωνίστρια, από υπερβολική αγάπη προς τη σύντροφό της, την … καταβροχθίζει μετά θάνατω !
Σε καλό δρόμο βρίσκεται και η Ισπανία. 'Μπροστάρης' ο υπέρ-παραγωγικός Jesus (προφέρεται 'Χεζούς') Franco. Πολλές από τις ταινίες του, έχουν αναφορές που στρέφονται γύρω από τον μύθο της Carmilla. Τρανταχτό παράδειγμα η ταινία του 1973 'Η γυμνόστηθη κόμισσα' (The bare-breasted countess) . Η ταινία κυκλοφορεί σε αμέτρητες εκδοχές με μια εξίσου εντυπωσιακή πληθώρα τίτλων, όπως 'The female vampire', 'Erotikill', 'The loves of Irina' κ.α. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι διαφορετικές εκδόσεις διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. ’λλες δίνουν έμφαση στον τρόμο, άλλες στο ερωτικό στοιχείο, ενώ ορισμένες από αυτές έχουν και σκηνές σκληρού σεξ !
Η ταινία όμως που 'δόξασε' την Ισπανία στο συγκεκριμένο υπο-είδος, ήταν 'Η αιματοβαμμένη νύφη' ('The blood-splattered bride' ή 'La Novia ensangrentada') του Vicente Aranda, το 1972. Με την πάροδο του χρόνου, η ταινία απέκτησε περιορισμένη cult φήμη. Η συνταγή του 'Twins of Evil' ακολουθήθηκε πιστά και σε αυτή τη μεταφορά : Αίμα, γυμνό και λίγο 'κοινωνικό μήνυμα' για να τα δικαιολογήσουμε. Η ταινία θεωρήθηκε αρκετά βίαιη και ματωμένη για την εποχή της, με συνέπεια να λογοκριθεί στην Αμερική και στην Αγγλία.
Η πλοκή έχει ως εξής : Οι υπερβολικές ερωτικές φαντασιώσεις ενός άντρα, αναγκάζουν τη γυναίκα του να καταφύγει στη βοήθεια της Carmilla (απόγονου της Μιρκάλλα Καρνστάιν) . Η Carmilla αποπλανεί τη νεαρή γυναίκα και την εξωθεί σε διάφορες πράξεις βίας. Και οι δύο τους όμως, θα πέσουν στο τέλος θύματα της λυσσαλέας εκδίκησης του συζύγου της γυναίκας, ο οποίος τις κατακρεουργεί ανηλεώς. Το 'υπονοούμενο' είναι τελικά σαφές : Ο πραγματικός κακός δεν είναι το ίδιο το 'άρρωστο΄ βαμπίρ, αλλά ο 'υγιείς΄ σύζυγος, που ξεπερνάει σε κάθε επίπεδο βίας και παραλογισμού. Το όλο φιλμ καταδικάζει ανοιχτά όσους προσπαθούν με τη βία να καταπνίξουν κάθε τι το ΄ασυνήθιστο΄ και να φιμώσουν ότι τολμά να είναι 'διαφορετικό'.
carmi5.jpg
ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Δυστυχώς με την 'Αιματοβαμμένη Νύφη', κλείνει και η τελευταία ποιοτική προσπάθεια διασκευής του έργου Carmilla. Όλες οι μεταγενέστερες προσπάθειες έμελλε να είναι ταινίες της σειράς ή αποτυχημένες διασκευές.
Παραθέτουμε ορισμένες από αυτές, καθαρά για λόγους πληρότητας της φιλμογραφίας :

Έτος : 1980
Χώρα : Βέλγιο
Τίτλος : Carmilla
Σκηνοθεσία : Christian Vervaet

Έτος : 1990
Χώρα : Αμερική
Τίτλος : Carmilla
Σκηνοθεσία : Gabrielle Beaumont
Πρωταγωνιστούν : Roddy McDowall και Meg Tilly
Σχόλια : Αν και οι ηθοποιοί ήταν αρκετά γνωστοί, η ταινία 'πάτωσε'.

Έτος : 1998
Χώρα : Αμερική
Τίτλος : Carmilla
Σκηνοθεσία : Jay Lind
Πρωταγωνιστούν : Maria Pechukas
Σχόλια : Αυτή τη φορά η Carmilla ζει στα προάστια της Νέας Υόρκης, θέτοντας σε άμεσο κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα των περίοικων αμερικανών χαζο-τηνέιτζερ. Πίσω από την παραγωγή κρύβεται ο υπεύθυνος έκδοσης του περιοδικού 'Draculina', οπότε περιμένετε ένα μοντέρνο κακέκτυπο των ταινιών της Hammer με άφθονο γυμνό και βία.

ΣΥΝΟΨΙΖΟΝΤΑΣ
Αναμφισβήτητα το έργο 'Carmilla' του Sheridan Le Fanu άσκησε καταλυτική επίδραση στο χώρο του φανταστικού και ιδιαίτερα στην έβδομη τέχνη.
Η εικόνα της αισθησιακής και αιματοβαμμένης λεσβίας-βαμπίρ, έχει για τα καλά ριζώσει στο αδικημένο αυτό είδος που ονομάζεται 'φιλμ τρόμου'.
Ποια ήταν η πιο επιτυχημένη απόπειρα ; Αν η 'επιτυχία' ταυτίζεται με την πλησιέστερη απόδοση του αυθεντικού έργου, τότε νικητής είναι σαφώς το 'Vampire Lovers'. Αν αναζητάμε το έργο που πλησιάζει περισσότερο το πνεύμα και το ύφος του πρωτότυπου, τότε αναμφισβήτητα μιλάμε για το 'Blood and Roses'. Σκοπός όμως του γράφοντος, δεν είναι να αναδείξει νικητές και ηττημένους, παρά να αποδώσει στον όλο μύθο της Carmilla, τη δημοτικότητα που αξίζει, κάνοντας την ιστορία της γνωστή στο ευρύτερο κοινό.