Une histoire américaine, Armel Hostiou
Νέα Υόρκη σήμερα. Μια εντυπωσιακή λήψη της πόλης. Η κινηματογραφική κάμερα κινείται σε παράλληλο τράβελινγκ προς τα πάνω, μέσα στο δάσος των ουρανοξυστών.
Σ' αυτήν την πόλη, όπως τη ζει ο ήρωας, ένας Γάλλος που μόλις έχει φθάσει, εστιάζει η ταινία. Βρίσκεται στην πόλη αποφασισμένος να διεκδικήσει, με κάθε μέσο και τρόπο, την αγαπημένη του που τον εγκατέλειψε και μετακόμισε εδώ. Θα την διεκδικήσει.... αλλά μάταια. Η αγαπημένη του έχει ήδη κάνει άλλες επιλογές στην ζωή της. Όμως ο ήρωας δεν κατανοεί τις αλλαγές που έχουν γίνει στις καρδιές των άλλων...
Η ταινία μοιάζει να είναι η καταγραφή μιας αυτοκαταστροφικής εμμονής: αφού στο κέντρο της δραματικής πλοκής βρίσκεται συνεχώς ο νεαρός αυτός άνδρας και η πορεία του προς την κόλαση του. Αν και στην αρχή οι τόνοι της ταινίας είναι φωτεινοί και χαρούμενοι, ωστόσο, καθώς ο χρόνος κυλά, σκοτεινιάζουν. Ό, τι βλέπουμε είναι έναν άνδρα καθώς μεταμορφώνεται από το ερωτικό (;) πάθος: αντιλαμβανόμαστε ότι η παθολογία αυτής της εμμονής γίνεται το κέντρο (και το θέμα) της ταινίας. Αυτή μετατόπιση γίνεται φανερή στον τρόπο που ο σκηνοθέτης κινηματογραφεί την πόλη: στην αρχή τα χρώματα είναι λαμπερά -ιδίως στο μέρος της νυχτερινής εξόδου του ήρωα, όπου οι χρωματικοί τόνοι διαχέονται και αναμειγνύονται-, αλλά στο τέλος είναι οι γκρίζοι τόνοι ενός ρεαλισμού που κυριαρχούν. Καμιά αισιοδοξία: ο άνδρας μοιάζει απολύτως παγιδευμένος στα συναισθήματα του. Είναι φυλακισμένος.
Πέρα όμως από προηγούμενα, η ταινία διαθέτει και μια άλλη σημαντική διάσταση: η πόλη και η ατμόσφαιρά της ποτέ δεν είναι στο φόντο της αφήγησης, αλλά αντίθετα μοιάζουν πολλές φορές να αποτελούν το θέμα της. Η περιπλάνηση του ήρωα στην πόλη δίνει την αφορμή για ένα αληθινό ντοκιμαντέρ του αστικού τοπίου: το παγοδρόμιο, η προκυμαία, το μετρό, οι ιπποδρομίες, τα πάρκα, οι δρόμοι, τα μπαρ της. Όμως, είναι κυρίως οι άνθρωποι της αυτοί που διεκδικούν την ισότιμη μεταχείριση με τον ήρωα και την εμμονή του. Είναι η συναναστροφή μαζί τους ένας ιδιόμορφος διάλογος με την πόλη και τη μυθολογία της
Έτσι λοιπόν η ταινία θα μπορούσε να θεωρηθεί και ένα πικρό σχόλιο στη μυθολογία της: μια πόλη που όλα μπορούν να συμβούν -ακόμη και να κερδίσει ξανά ο ήρωας την πρώην αγαπημένη του. Αλλά επίσης και μια πόλη φυλακή...
Un jeune poète, Damien Manivel
Ένας νεαρός περνά τις διακοπές του σε μια παραθαλάσσια πόλη, αναζητώντας ό,τι θεωρεί σημαντικό: την ποιητική του έμπνευση.
Χωρισμένη σε 7 κεφάλαια -ένα για κάθε μέρα- η αφήγηση εστιάζει στη ζωή αυτού του μοναχικού νεαρού, καθώς περιφέρεται μέσα στην πόλη. Καταγράφει τις συναναστροφές του κάθε μέρα με τους κατοίκους της και τη ζωή της: τα πανηγύρια, τα καλοκαιρινά μπάνια, τη νυχτερινή ζωή. Ενώ, παράλληλα, δεν παραλείπει να καταγράψει και την επίσκεψη του ήρωα στο νεκροταφείο για να αποτίσει ένα φόρο τιμής στον αγαπημένο ποιητή του και παράλληλα να διαλογιστεί. Οι τίτλοι των κεφαλαίων είναι ενδεικτικοί της αφηγηματικής ανέλιξης και του ύφους: "Ο Ρεμί αναζητά έμπνευση", "Ουράνιοι καλλιτέχνες στον ωκεανό", "Όπου ο Ρεμί δηλώνει ότι δεν του αρέσουν οι ποιητές", "Ο Ρεμί σκαρφαλώνει στην κορυφή του λόφου", "Οι μούσες", "Μια νέα έμπνευση", "Στο σκότος της νύχτας"...
Όπως είναι προφανές υπάρχει κάτι κωμικό στη παρουσία αυτού του φιλόδοξου νεαρού ποιητή. Κινηματογραφώντας τον ως μια άλλη νεότερη (και πιο ποιητική) εκδοχή του Jacques Tati, o σκηνοθέτης εστιάζει στην αμηχανία του, την αδεξιότητα, την αφέλεια του. Είναι η στάση του σώματος, η αθωότητα στο βλέμμα, η αμηχανία στις χειρονομίες του που κυριαρχούν. Ωστόσο, δεν είναι μόνο τα προηγούμενα που τον προσδιορίζουν ως χαρακτήρα. Ο ήρωας ζει τη νεότητα του και ό,τι πραγματικά θέλει είναι κάποιον να τον ακούσει και κάποιον να τον ερωτευθεί. Το πρόσωπο αυτό θα βρει σε μια τυχαία συνάντησή του με μια συνομήλικη του φωτογράφο. Έχουμε, λοιπόν , εδώ μια επιρροή "Éric Rohmer", και πιο συγκεκριμένα μια τιμητική αναφορά στην ταινία Conte d’été (Ιστορία του καλοκαιριού). Ντυμένος πάντα με την ίδια βερμούδα, το ίδιο μπλουζάκι και τις ίδιες σαγιονάρες, ο ήρωας ως ένας άλλος ρομερικός ήρωας, αναζητώντας τη Βεατρίκη του θα γνωρίσει έναν ολόκληρο κόσμο. Και όταν τελικά καταφέρει να κάνει την ερωτική του εξομολόγηση και γνωρίσει την απόρριψη, τότε θα ζήσει μια μαγική στιγμή της ζωής του. Τότε θα αγγίξει την ποιητική έκφραση...
L'Astragale, Brigitte Sy
Βασισμένη σε ένα πραγματικό πρόσωπο, την αλγερινής καταγωγής συγγραφέα Albertine Sarrazin και την αληθινή ιστορία της ζωής της, η ταινία είναι ένα συγκλονιστικό πορτραίτο της συγγραφής και της αθέατης ενδοχώρας της.
1957. Γαλλία. Μια νεαρή γυναίκα, η Albertine δραπετεύει από μια επαρχιακή φυλακή. Στην προσπάθεια της να διαφύγει τραυματίζει σοβαρά τον αστράγαλό της. Ένας παράνομος, ο Julien που περνά τυχαία θα τη βοηθήσει και αυτό θα τη δέσει συναισθηματικά μαζί του. Η αφήγηση με αφετηρία τη συνάντηση των δύο θα παρακολουθήσει την περιπετειώδη διαδρομή μιας ερωτικής σχέσης που θα εξελιχθεί σε ταραχώδης.
Εντάσσοντας την ταινία στο είδος του γαλλικού σινεμά με ήρωες παρανόμους και γυρίζοντας σε ασπρόμαυρο, η ταινία μοιάζει ως ένας φόρος τιμής στο γαλλικό σινεμά της δεκαετίας του 50, αλλά και στο φιλμ νουάρ. Ωστόσο, έχοντας ως κεντρικά πρόσωπα δυο γνωστούς ηθοποιούς του γαλλικού σινεμά, τη Leïla Bekhti (στο ρόλο της Albertine) και τον Reda Kateb (στο ρόλο του Julien) -γνωστούς από την ταινία του Jacques Audiard) -Un prophète (2009), η σκηνοθεσία χρησιμοποιεί την ατμόσφαιρα τους είδους εν είδη δρεαματικού φόντου.
Η σκηνοθέτις θα εστιάσει κυρίως στη νεαρή γυναίκα και τα συναισθήματα της. Σχεδιάζοντας ένα πορτραίτο της, δίνει έμφαση στο ανυπότακτο του χαρακτήρα της, αλλά και στα επεισόδια της ταραχώδης ζωής της. Αφηγείται με φλασμπακ το παρελθόν της και σκιαγραφεί το περίπλοκο τοπίο σχέσεων της ηρωίδας. Τόσο την ερωτική της σχέση με τον Julien, όσο και την ομοφυλόφιλη σχέση της με την φίλη και συγκρατούμενη της. Η ζωή της στο περιθώριο ως δραπέτις έχει μια σημαντική συνέπεια για την 19χρονη ηρωίδα: την εκπόρνευσή της. Όμως δεν είναι αυτό που συνιστά τον κέντρο της ύπαρξής της: είναι η γραφή, η συγγραφή ενός ημερολογίου, η ποίηση, ο πόλος που περιστρέφεται ο βίος της νεαρής γυναίκας. Διαποτισμένη από τον έρωτα της για τον Julien, ζώντας τα μαρτύρια μιας ζωής εκτός νόμου, στο περιθώριο, φλεγόμενη από τα δαιμόνια της γραφής, η ηρωίδα ζει μια ζωή αληθινά ποιητική. Ποιητική με τον τρόπο των μεγάλων καταραμένων της λογοτεχνίας όπως του Jean Genet: Συναισθήματά απόλυτα, μια ζωή στα όρια, μια πορεία μέχρι τα άκρα...
Deux Rémi, deux, Pierre Léon
Διασκευή του εμβληματικού Σωσία του Ντοστογιέφσι, η ταινία είναι μια ανάλαφρη στο ύφος κωμωδία με σουρεαλιστικές παρεκβάσεις.
Ο κεντρικός χαρακτήρας της ταινίας είναι ο Rémi, ένας 30χρονος. Περιφερόμενος στην πόλη ως ένας άλλος μποντλερικός flaneur, ο Rémi ζει κατά βάση μια ζώη μετρημένη: έχει μια έντονη σχέση με τον αδελφό του (στο ρόλο ο σκηνοθέτης Serge Bozon) , επισκέπτεται συχνά τη μητέρα του (στο ρόλο από τις επικράτειες της nouvelle vague. η μοντέρ και σκηνοθέτις Jackie Raynal), εργάζεται σε μια εκδοτική εταιρεία και έχει μια σχέση με την κόρη του αφεντικού του (στο ρόλο η Luna Picoli-Truffaut, εγγονή το σκηνοθέτη, ενώ στο ρόλο του αφεντικού του ο ιστορικός του κινηματογράφου Bernard Eisenschitz). Συνεσταλμένος, καλόβολος, εσωστρεφής, χαμένος μέσα στους δαιδάλους της ζωής του, ο ήρωας συνταράσσεται όταν συναντά τον doppelgänger, τον σωσία του, ο οποίος, όπως είναι αναμενόμενο, είναι ως χαρακτήρας τελείως διαφορετικός από αυτόν. Ο ήρωας έχει να διαχειριστεί ακόμα ένα πρόβλημα...
Λεπτή στο ύφος, ευαίσθητη στην οπτική της και απλή στους αφηγηματικούς τρόπους, η σκηνοθεσία σκιαγραφεί τον ήρωα και εστιάζει στη σχέση του με τον doppelgänger. Η αποδιοργάνωση της ζωή του, η αποσταθεροποίηση και εντέλει η σύγκρουση αυτά συνιστούν ηντ κορύφωση: μια μονομαχία δύο προσώπων με διεκδικούμενο την ίδια ύπαρξη. Ωστόσο αυτό το παράλογο, σουρεαλιστικό της παρουσίας του doppelgänger ερμηνεύεται από τη σκηνοθεσία με τρόπο κωμικό. Η ταινία συνιστά συνολικά μια ανάλαφρη, παρόλο το θέμα της, κινηματογραφική χειρονομία, στο πνεύμα της nouvelle vague...
Δημήτρης Μπάμπας