του Hirokazu Kore-eda
nobody2.jpg
Η ΑΦΕΤΗΡΙΑ
Τα τελευταία 15 χρόνια σκεφτόμουν ότι έπρεπε να κάνω γ’ αυτό. Δεν ήθελα, όμως, απλά να αντιγράψω τα γεγονότα [σ.τ.σ. η ταινία Nobody Knows/ Κανείς δεν ξέρει βασίζεται σ' ένα πραγματικό γεγονός]. Όταν αποφάσισα να κάνω την ταινία αυτό που ήθελα πάνω απ’ όλα ήταν να μην παρουσιάσω τα παιδιά ως κακόμοιρα και αξιολύπητα. Αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν δυνατά, ιδιαίτερα έξυπνα και ικανά να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε δυσκολία. Το αντίθετο, μάλιστα. Ήταν ευάλωτα και αδύνατα.
Ήθελα να κάνω το Κανείς δεν ξέρει σαν ένα είδος ανακεφαλαίωσης των εμπειριών που αποκόμισα από τις τρεις πρώτες ταινίες μου, τόσο των καλών όσο και των κακών εμπειριών μου.
(...) Προς το παρόν λοιπόν δεν πιστεύω ότι μπορώ να κάνω μια καλύτερη ταινία αυτού του είδους απ' ότι το Κανείς δεν ξέρει. Είναι προτιμότερο να κάνω ένα πολύ διαφορετικό είδος ταινίας και να διευρύνω τις ικανότητες μου ως κινηματογραφιστής. Ήθελα να δημιουργήσω ένα μεγάλο ψέμα, εννοώντας με αυτό το ακριβώς αντίθετο των σε ύφος ντοκιμαντέρ, νατουραλιστικών, σύγχρονων ταινιών που μέχρι τώρα γύριζα. Ένα gijdai geki ήταν η προφανής επιλογή. Αλλά το να είναι κάτι νατουραλιστικό δεν σημαίνει αυτομάτως ότι είναι και αληθινό. Μέχρι στιγμής προσπαθούσα να χρησιμοποιήσω τον νατουραλισμό προκειμένου να αναζητήσω την πραγματικότητα, τώρα όμως θα δοκιμάσω να αναζητήσω την πραγματικότητα αυτή μέσω της απόλυτης μυθοπλασίας. Αισθάνθηκα ότι τώρα είναι η στιγμή να το κάνω. Αν δεν κάνω τώρα, νομίζω ότι δεν θα μπορέσω να το κάνω ποτέ.
(...) Στην αρχή οραματιζόμουν μια προσέγγιση που έμοιαζε περισσότερο με μονόλογο, μια θεώρηση σε πρώτο πρόσωπο από την οπτική γωνία του χαρακτήρα που υποδύεται ο Yagira. Αισθανόμουν μια πολύ άμεση σχέση μαζί του. Ωστόσο, με την πάροδο των χρόνων μεγάλωσα και τελικά έφτασα σε μεγαλύτερη ηλικία απ' ότι η μητέρα τον καιρό που έλαβε χώρα το συμβάν. Αυτό είχε ως συνέπεια να αλλάξει και η αντίληψη μου, έτσι ώστε αισθάνθηκα ότι βρισκόμουν στη θέση κάποιου ο οποίος στέκεται πλάι σε αυτό το αγόρι και ίσως πού και πού το ενθαρρύνει λίγο, του δίνει ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Όχι μια φιλική αγκαλιά, γιατί όταν αγκαλιάζεις κάποίον, δεν είσαι σε θέση να δεις αυτό που εκείνος βλέπει. Ούτε ένα πιο έντονο αγκάλιασμα γιατί κάτι τέτοιο προϋποθέτει υπερβολική οικειότητα. Είχα την αίσθηση ότι ήταν αναγκαίο να τηρήσω κάποια απόσταση, τόσο όσον αφορά εμένα όσο και την κάμερα, προκειμένου να μπορέσω να δω αυτά που έβλεπε εκείνο το αγόρι.
nobody1.jpg(...) Η ζωή αυτών των παιδιών δεν μπορούσε να είχε μόνο αρνητικές πλευρές. Πρέπει να υπήρχε και ενός άλλου είδους πλούτος, πέρα από τον υλικό, που προέκυπτε από τις απλές στιγμές επικοινωνίας, κατανόησης, χαράς, παιχνιδιού κι ελπίδας. Δεν ήθελα λοιπόν να δείξω μόνο την 'κόλαση' αυτών των παιδιών, έτσι όπως φαινόταν ενδεχομένως απ' έξω, αλλά αυτόν τον πλούτο της ζωής τους, που προέκυπτε από τα μέσα...

ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
(...) Εκτός από το τέλος, η ιστορία είχε διαμορφωθεί πριν αρχίσω γυρίσματα. Σχετικά με τις επιμέρους λεπτομέρειες, όμως, κατέληγα σε μια απόφαση στο μεσοδιάστημα μεταξύ εποχών γυρισμάτων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ότι, όταν ξανασυναντιόμουν με το συνεργείο και τους ηθοποιούς την επόμενη εποχή, όλοι εκπλήσσονταν από τις καινούριες ιδέες μου. Αυτός ο τρόπος εργασίας ήταν πολύ απολαυστικός.
(...) Είχα σχεδιάσει εκ των προτέρων τα κοντινά πλάνα σε χέρια, δάκτυλα ποδιών, κραγιόνια ζωγραφικής πεταμένα στα πάτωμα, κ.τ.λ. προκειμένου να τα χρησιμοποιήσω ως "σφήνες". Τα κοντινά πλάνα στα πρόσωπα τους, όμως συνέβησαν πιο ενστικτωδώς. Δεν μπορούσα να αντισταθώ στον πειρασμό να κινηματογραφήσω τα πρόσωπα τους, γιατί ήταν τόσο χαριτωμένα (γέλια).
(...) Η όλη διαδικασία κατασκευής της ταινίας μας πήρε ένα χρόνο, είχαμε λοιπόν να κάνουμε με μια μάλλον ασυνήθιστη κατάσταση. Κάθε εποχή γυρίζαμε και κάποια συγκεκριμένο επεισόδιο. Στην συνέχεια μοντάριζα εκείνο το τμήμα της ταινίας, και βάσει του τελικού αποτελέσματος έγραφα το κομμάτι που θα γυρίζαμε την επόμενη εποχή. Επανέλαβα λοιπόν τη διαδικασία αυτή τέσσερις φορές, και αυτό είχε ως συνέπεια το να βυθιστώ πολύ βαθύτερα σε αυτή την ταινία απ' ότι σε οποιοδήποτε από τις προηγούμενες.
Αυτό που θέλω μέσα από τις ταινίες μου δεν είναι να δημιουργώ ήρωες ή αντι-ήρωες. Προσπαθώ να δω τους ανθρώπους όπως είναι. Σέβομαι τους ανθρώπους. Δεν υπάρχει ούτε μαύρο, ούτε άσπρο. Ο κόσμος μου είναι γκρι, μια μίξη πραγμάτων. Σ’ όλες τις ταινίες μου θέλω την οπτική του ντοκιμαντέρ, αλλά βασικά δημιουργώ ταινίες μυθοπλασίας. Το ντοκιμαντέρ μπαίνει στον τρόπο που χειρίζομαι την κάμερα, θέλοντας έτσι να δώσω ένα στοιχείο πραγματικότητας.
[Τα γύρισματα] Ήταν μια παράξενη εμπειρία. Δεν χρησιμοποιήσαμε κομπάρσους στις σκηνές του δρόμου. Οι άνθρωποι ούτε χρόνο έχουν, άλλα ούτε και διάθεση να επέμβουν. Σε αυτή τη φάση βρίσκεται η κοινωνία μας
nobody3.jpg
ΗΘΟΠΟΙΟΙ
(...) Η Yu είναι ένας άνθρωπος που ζει στο παρόν. Είχε αυτήν την αισιόδοξη και ανέμελη νότα που έψαχνα για τον χαρακτήρα της μητέρας. Έφτασε στα γυρίσματα χωρίς καμία προετοιμασία. Δεν είχε καν διαβάσει το σενάριο που της είχα δώσει. Κατά τη διάρκεια όμως των γυρισμάτων, η δύναμη αυτοσυγκέντρωσής της και η ενέργειά της με εντυπωσίασαν. Ήταν θεαματικά αυθόρμητη. Εν τω μεταξύ, είχε τη δυνατότητα, να επαναφέρει τα παιδιά στο πνεύμα της ταινίας κάθε φορά που ξέφευγαν από αυτό. Της έδινα, λοιπόν, οδηγίες του τύπου 'Κάνε τώρα τον Akira να γελάσει' και έτσι, την έχρισα κατά κάποιο τρόπο και σκηνοθέτη της ταινίας... Αποδείχτηκε εξαιρετική βοηθός σκηνοθέτη!
Έμεινα άναυδος από το διαπεραστικό βλέμμα του Yagira Yuya. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, ο Yuya ψήλωνε και η φωνή του άλλαζε. Η αρχικά συνεσταλμένη προσωπικότητά του έδωσε τη θέση της σε εκείνη ενός αγοριού που ήταν σε θέση να καθοδηγήσει τα μικρότερα αδέρφια του.... Δεν είχα κατασταλάξει για το ποιος θα έπρεπε να υποδυθεί τον Sigheru. Πήγα λοιπόν όλους τους υποψήφιους 'ηθοποιούς' σε ένα πάρκο και τους παρατηρούσα καθώς έπαιζαν. Το παιδί που επέλεξα τελικά, δεν μπορούσε να μείνει ακίνητο ούτε για ένα λεπτό, ενώ οτιδήποτε και να τον ρωτούσα έπαιρνα την απάντηση 'δεν ξέρω' ή 'δεν απαντώ'. Ωστόσο, οι εκφράσεις του ήταν μοναδικές. Θα μπορούσε άραγε να ζήσει την πρόκληση ενός χρόνου γυρισμάτων; Ένα ρίσκο, που απέδωσε...
Όσο για την Ayau Kitaura, δευτερόλεπτα μετά την είσοδό της στην αίθουσα, ήμουν σίγουρος ότι απλώς ήταν τέλεια. Ποια ήταν άραγε η πηγή αυτής της συναισθηματικής της αποστασιοποίησης; Ήταν και στην προσωπική της ζωή έτσι; Ή απλά αυτός ήταν ο δικός της τρόπος ερμηνείας; Όταν την είδα να αστειεύεται με τα υπόλοιπα παιδιά και τους συντελεστές στα διαλείμματα, μεταμορφωμένη τελείως, τότε κατάλαβα: 'Είναι ηθοποιός!'
Κάθε παιδί έχει το δικό του χαρακτήρα και στον ένα χρόνο των γυρισμάτων είχαμε και καβγάδες και αντιζηλίες. Ως εμπειρία, όμως, ήταν καλή για όλους. Τα παιδιά είχαν καλές και κακές στιγμές, δέθηκαν μεταξύ τους, έγιναν αδέλφια.

[αποσπάσματα από δηλώσεις του σκηνoθέτη στις σημειώσεις για την παραγωγή, την συνέντευξη τύπου του σκηνοθέτη στην διάρκεια του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 2004  και το site του περιοδικού www. midnighteye.com (δημοσιεύτηκε σε ειδική έκδοση του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2004, επιμέλεια Δημήτρης  Κερκινός)]