Ο κινηματογράφος υπήρξε πάντα -από την δημιουργία του μέχρι και σήμερα- μια τέχνη της τεχνολογίας. Μοναδική περίπτωση μεταξύ των τεχνών, ο κινηματογράφος μπορεί να αναζητήσει αναλογίες -όσον αφορά πάντα την σχέση του με την τεχνολογία-, μόνο με την μουσική. Όπως οι ηλεκτρικοί ενισχυτές οδήγησαν στην μεταλλαγή των νέγρικων μπλουζ σε ροκ -εν- ρολ, και όπως τα ηλεκτρονικά όργανα (συνθεσάιζερ) συνέβαλαν στην δημιουργία των πιο σύγχρονων τάσεων της μουσικής, έτσι και οι τεχνολογικές εξελίξεις, στον χώρο του οπτικοακουστικού, οδήγησαν σε νέες μορφές κινηματογράφου. Ο ήχος, το χρώμα, η ψηφιακή τεχνολογία: αυτές είναι οι βασικές τεχνολογικές εξελίξεις που όρισαν την εκατονταετή πορεία του κινηματογράφου.
Κάθε νέα τεχνολογική εξέλιξη άλλαζε την μορφή του κινηματογράφου, δημιουργούσε πάντα και ένα νέο είδος κινηματογράφου. Ίσως η τεχνολογική εξέλιξη με την μικρότερη επίδραση υπήρξε η παρουσία του χρώματος. Και αυτό γιατί δεν συνοδεύτηκε με τις κοσμογονικές αλλαγές που έφερε η παρουσία του ήχου (μία από τις οποίες είναι η δυναστική κυριαρχία του διαλόγου πάνω στα άλλα στοιχεία της δραματικής πλοκής). Ούτε βέβαια με τις αλλαγές -οντολογικού χαρακτήρα- που έφερε η ψηφιακή τεχνολογία (με την οποία μπορούμε να δημιουργήσουμε μια εικόνα καθ' ολοκληρίαν ψευδή).
Η μετάβαση από την ασπρόμαυρη εικόνα στην έγχρωμη υπήρξε σχετικά ομαλή. Και οπωσδήποτε δεν συνοδεύτηκε από συνταρακτικές αλλαγές. Ίσως είναι γι' αυτό που οι ασπρόμαυρες ταινίες -σε αντίθεση βέβαια με τις βουβές ταινίες-, επιβιώνουν με χαρακτηριστική άνεση στις τηλεοπτικές μας οθόνες (Όσον αφορά την ψηφιακή τεχνολογία αυτή ακόμα δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως και οποιαδήποτε πρόβλεψη είναι, προς το παρόν τουλάχιστον, επισφαλής.)
Δεν είναι όμως αυτή η τηλεοπτική επιβίωση των ασπρόμαυρων ταινιών, χωρίς θύματα. Μια τάση που κυριάρχησε στις δεκαετίες του 80 και 90 επέβαλλε την ψηφιακή επεξεργασία των ασπρόμαυρων ταινιών και την μεταλλαγή τους: δηλαδή την αντικατάσταση των αποχρώσεων του γκρι με την προσθήκη χρώματος. Μέσω της διαδικασίας αυτής οι ταινίες αυτές αλλάζουν και από ασπρόμαυρες γίνονται έγχρωμες. Δηλαδή γίνονται σύγχρονες -μοιάζουν σαν να έχουν γυριστεί σήμερα, σαν να είναι σημερινές ταινίες εποχής. Είναι σαν να γίνεται remix, με την προσθήκη ηλεκτρονικών οργάνων, στις ηχογραφήσεις του Elvis, για να ακούγονται "σημερινές".
Όλα αυτά βέβαια είναι απλώς οι "αγαθές" προθέσεις των υπεύθυνων των στούντιο που επέβαλλαν τον επιχρωματισμό. Στην πραγματικότητα όμως αυτό που συνέβη ήταν μια "ασεβή" επέμβαση στην σκηνοθεσία της ταινίας. Αυτές οι παλιές ταινίες (όπως π.χ. η Casablanca ή η Laura) γυρίστηκαν ως ασπρόμαυρες, δηλαδή οι σκηνοθέτες τους, οι διευθυντές φωτογραφίας, οι ενδυματολόγοι, οι καλλιτεχνικοί διευθυντές, όλοι οι συντελεστές της ταινίας δούλεψαν πάνω στις αποχρώσεις του άσπρου- μαύρου. Αυτό σήμαινε ότι τα κουστούμια των ηθοποιών ήταν στις αποχρώσεις του γκρι (γιατί μόνο έτσι μπορούσαν να ελέγξουν τι θα κατέγραφε το φιλμ). Όταν λοιπόν κάποιος προσθέτει χρώμα σε μια ασπρόμαυρη ταινία αλλάζει την βασική δομή της εικόνας, αλλάζει την βούληση του δημιουργού. Είναι σαν γίνεται ασπρόμαυρος ένας πίνακας του Πικάσο ή να αλλάζουν τα χρώματα σ' ένα πίνακα του Βαν Γκονγκ.
Είναι προφανές ότι πίσω από την κίνηση αυτή των στούντιο κρύβονται κάτι περισσότερο από οικονομικές σκοπιμότητες (μια ευκαιρία να ανακυκλώσουμε το παλιό υλικό και να το πουλήσουμε ξανά). Κρύβεται η αντίληψη ότι η κινηματογραφική ταινία δεν αποτελεί ένα κλειστό σύστημα, το οποίο πρέπει να σεβόμαστε και το οποίο οφείλει να μείνει αναλλοίωτο από έξωθεν παρεμβάσεις. Η αντίληψη που οδηγεί στον επιχρωματισμό εκκινεί από την αντίληψη ότι η κινηματογραφική ταινία δεν είναι ένα έργο τέχνης, αλλά ένα προϊόν. Και ως προϊόν επιδέχεται βελτιώσεις (ας βάλουμε λοιπόν λίγο χρώμα).
Όμως στον πυρήνα αυτής της αντίληψης θα βρούμε μια ευρέως διαδεδομένη άποψη. Αποστροφή για το ασπρόμαυρο και εμμονή στο έγχρωμο εκφράζεται όχι μόνο σ' αυτές τις κινήσεις επιχρωματισμού, αλλά και στο σώμα του σύγχρονου κινηματογράφου (με την εξαίρεση σκηνοθετών όπως ο Jim Jarmusch). Είναι η άποψη ότι το ασπρόμαυρο είναι μελαγχολικό, ότι δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα στους θεατές, που κρύβεται πίσω από αυτές τις κινήσεις επιχρωματισμού και από την πεισματική εμμονή του σύγχρονου σινεμά στο έγχρωμο. Εξορίζοντας το ασπρόμαυρο από τις οθόνες, ξορκίζουμε την μελαγχολία, αποστρέφουμε το βλέμμα μας από τις αρνητικές εκδοχές της ζωής: αυτή είναι η άποψη που κρύβεται πίσω απ' όλα. Σύμφωνα μ' αυτήν την άποψη ο κινηματογράφος οφείλει να προσφέρει μόνο χαρά και ευτυχία -όχι "μαυρίλα". (Και "μαύρες" ταινίες όπως το Big Combo ή το Big Heat δείχνουν παράταιρες μέσα σ' αυτό το γενικευμένο κλίμα ευτυχίας). Όμως αυτή η άρνηση της μελαγχολίας, είναι άρνηση μίας πλευράς της ζωής. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, αρνούμενοι την μελαγχολία, αρνούμενοι την αρνητική εκδοχή της πραγματικότητας, αρνούμαστε την αλήθεια της ζωής. Δηλαδή ζούμε σ' ένα ψευδαισθητικό κόσμο που ελάχιστη έχει σχέση με τον αληθινό. Υπερασπιζόμενοι το ασπρόμαυρο, υπερασπιζόμαστε την πραγματικότητα, όσο σκληρή και αν είναι αυτή. Υπερασπιζόμαστε την ζωή, στα καλά της και στα κακά της.
Δημήτρης Μπάμπας