results.jpg

Results, Andrew Bujalski
Γεμάτο αναφορές στο χολιγουντιανό παρελθόν της screwball comedy, η ταινία είναι μια ρομαντική κωμωδία που παρεκκλίνει των στερεοτύπων και των συμβάσεων.
Ο τόπος της αφήγησης είναι το ‘Ώστιν του Τέξας. Τρία είναι τα κεντρικά πρόσωπα: οTrevor, ένας φιλόδοξος και με σχέδια ιδιοκτήτης ενός γυμναστηρίου (στο ρόλο ο Guy Pearce), η Kat, μια νεαρή και δραστήρια γυμνάστρια που απασχολείται σ’ αυτό (στο ρόλο η Cobie Smulders) και ο Danny, ένας πάμπλουτος πελάτης τους (στο ρόλο ο Kevin Corrigan) που τελώντας υπό καθεστώς ερωτικής απογοήτευσης αναζητά μια διέξοδο και έναν αντιπερισπασμό: τον βρίσκει στο πρόσωπο της γοητευτικής γυμνάστριας. Με ό,τι ασχολείται η αφήγηση είναι με τις περιπέτειες της οικειότητας μεταξύ τους, τα ερωτικά παιχνίδια (και συναισθήματα τους), τις περιπλοκές τους. Η αφήγηση μοιάζει να στερείται στόχευσης πάνω στα πρόσωπα, και αυτό είναι μάλλον μέρος της σκηνοθετικής τακτικής: εστιάζει καταρχάς στον πελάτη, στη συνέχεια στη νεαρή γυμνάστρια ,για να καταλήξει στον απωθημένο έρωτα της, τον ιδιοκτήτη του γυμναστηρίου. Πρόσωπα ιδιόμορφα, χαρακτήρες ιδιαίτεροι που στιγματίζονται από τις εμμονές τους, που υπερβαίνουν το «κανονικό» -και αυτό δίνει την αφορμή για το κωμικό. Τα πρόσωπα λειτουργούν, όχι με βάση τους κανόνες μιας κωμικής πλοκής, αλλά με βάση το απρόβλεπτο του (ερωτικού ) συναισθήματος: καλυπτόμενοι πίσω από τη μάσκα των εμμονών τους, αναδεικνύουν σταδιακά το πρωταγωνιστικό τους ρόλο όταν αποκαλύπτουν (στον θεατή) τα συναισθήματά τους. Ερωτικοί πόθοι που δεν βρίσκουν ανταπόκριση, ανεκπλήρωτοι έρωτες: αυτό είναι το κοινό τους έδαφος. Υιοθετώντας μια σατιρική ματιά πάνω στα πρόσωπα και μια χαλαρή αφηγηματική διάθεση, η σκηνοθεσία οικοδομεί ένα κωμικό προσκολλημένο στην πραγματική ζωή (και τις αντιφάσεις της).
a-most-violent-year.jpg
A Most Violent Year, J. C. Chandor
Πορτραίτο ενός χαρακτήρα που βιώνει με ένταση τη διάχυτη βία, η ταινία είναι παράλληλα και μια δραματική ταινία περιπέτειας σχετική την επιβίωση σε ένα δυσμενές και εχθρικό περιβάλλον.
Νέα Υόρκη, 1981, η χρονιά με τα περισσότερα περιστατικά βίας στην ιστορία της. Ο κεντρικός ήρωας είναι ο Abel Morales, ένας πετυχημένος μετανάστης επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στο χώρο της μεταφοράς πετρελαίου. Αποφασισμένος να κάνει την υπέρβαση, ο ήρωας θα βρεθεί ξαφνικά αντιμέτωπος με τις βίαιες, συστηματικές και οργανωμένες επιθέσεις στα βυτιοφόρα της εταιρείας του. Υπό τον κίνδυνο της πλήρους κατάρρευσης, ο ήρωας πρέπει να αντιμετωπίσει με τρόπο αποτελεσματικό τη βία της οποίας είναι ο αποδέκτης...
Σε τόνους γκρίζους και σκοτεινούς, υπό την επιρροή της εικονοποιίας του Sidney Lumet αλλά και του James Gray, ο σκηνοθέτης οργανώνει τα δραματικά γεγονότα της αφήγησης γύρω από το πρόσωπο του ήρωά του (στο ρόλο ο υποβλητικός Oscar Isaac γνωστός από την ταινία Inside Llewyn Davis): ενός ηθικού ανθρώπου που έρχεται αντιμέτωπος με μια πίεση που απειλεί να συνθλίψει αυτόν, την οικογένεια του, το βίος του. Η αίσθηση του ευάλωτου, της ανασφάλειας διαποτίζει την παρουσία και τη δράση, όχι μόνο του ήρωα, αλλά και της συμβίας του (στο ρόλο η Jessica Chastain). Προσοχή, δεν είναι ο φόβος –αυτόν μάλλον τον βιώνει με τρόπο δραματικό η σύζυγός του- αλλά η αίσθηση του μη ελεγχόμενου, του απρόβλεπτου που απειλεί να υπονομεύσει ό,τι έχει πετύχει με σκληρό αγώνα. Η πυκνή στην ύφανσή της και γεμάτη δραματικές εντάσεις αφήγηση, με φόντο πάντα το περίπλοκο πολυπολιτισμικό κοινωνικό τοπίο της Νέας Υόρκης διατηρεί πάντα στο κέντρο το πρόσωπο του ήρωα. Σκιαγραφεί σε τόνους γκρίζους αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα βίας και ανασφάλειας, θέτοντας τον ήρωα προ των δραματικών (και ηθικών) διλημμάτων: πρέπει να αποδεχθεί τη λογική της βίας και να τη χρησιμοποιήσει ως μέσο πάλης και αντίστασης; Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα αληθινά ηθικό πρόσωπο: αρνούμενος να υποκύψει στον πανικό, διατηρώντας τη ψυχραιμία του, δεν ενδίδει στις κυρίαρχες λογικές και  εξέρχεται της κρίσης.

dope.jpg
Dope, Rick Famuyiwa
Πορτραίτο σε τόνους κωμικούς ενός εφήβου, η ταινία είναι ένα απεικόνιση μιας εφηβείας (και των περιπλοκών της) αντισυμβατικής.
Ο Malcolm Adekanbi (στο ρόλο ο Shameik Moore) , παιδί μονογονεϊκής οικογένειας, είναι ένας μαθητής λυκείου που ζει στο "The Bottoms", μια συνοικία στο Inglewood της California. Ζει τη ζωή μιας δύσκολης εφηβείας, όντας διαφορετικός: έρωτες χωρίς ανταπόκριση, παρενόχληση, λόγω της άρνησης του να υποταχθεί στα πολιτισμικά στερεότυπα της κοινότητας και πίεση από το περιβάλλον να υποταχθεί στους τρόπους ζωής. Απέναντι σ’ αυτά ο Malcolm έχει τους κολλητούς του –την Diggy μια λεσβία συμμαθήτρια του και τον φίλο του Job (Tony Revolori, που συμμετείχε στην ταινία The Grand Budapest Hotel) και την εμμονή του για το hip-hop και την κουλτούρα της δεκαετίας του 90. Ωστόσο, και εν αντιθέσει με τα συνήθη κλισέ στις ταινίες αυτού του είδους, ο ήρωας είναι ένας χαρισματικός μαθητής -ένας “nerd” ή “geek”- αποφασισμένος να διαφύγει από την πολιτισμική υποβάθμιση της ζωής του: θέλει να σπουδάσει στο Harvard. Όμως, σε μια παράδοξη εξέλιξη των γεγονότων, ο ήρωας και η παρέα του θα έρθει σε επαφή με ό,τι επιμελώς αποφεύγει, τον κόσμο του υποκόσμου των συμμοριών και του εμπορίου των ναρκωτικών: είναι η ζωή ως ένα βίντεο κλιπ hip-hop αυτό που βιώνει.
Σχεδιάζει η σκηνοθεσία το πορτραίτο ενός χαρακτήρα που στέκεται πέρα από τα στερεότυπα: ενός προσώπου που εισβάλει από το περιθώριο μέσα στο κέντρο αυτής της εικονοποιίας -των ναρκωτικών και των πάρτι- και επιβιώνει αυτής. Ο κεντρικός χαρακτήρας της δραματικής πλοκής (και η παρέα του)βρίσκεται σε μια ακραία αντίθεση με το περιβάλλον του, με τις μυθολογίες και με τις απεικονίσεις του (σε μουσικά βίντεο κλιπ, σε ταινίες κ.λπ.) και αυτό συνιστά την ιδιαιτερότητα του. Ακριβώς, αυτή η διάσταση είναι και η βάση του κωμικού της ταινίας. Με μια διάθεση απομυθοποιητική απέναντι σ’ αυτό το μυθοποιημένο από τα μουσικά βίντεο κλιπ σύμπαν, η σκηνοθεσία παρακολουθεί, με τους τρόπους ενός παραμυθιού, την περιπλάνηση αυτής της νεανικής παρέας μέσα στο σκοτεινό σύμπαν της εγκληματικότητας. Περίπλοκος και αντιφατικός, ο κεντρικός χαρακτήρας συνιστά ένα είδος αντι-ήρωα: διασχίζει την κόλαση και εξέρχεται αυτής, διαρρηγνύει τα πολιτισμικά δεσμά και εν τέλει απελευθερώνεται.

the-end-of-the-tour.jpg
The End of the Tour, James Ponsoldt

Καταγραφή μιας συνάντησης –της συνέντευξης του David Foster Wallace στον David Lipsky-, η ταινία είναι παράλληλα και μια απεικόνιση, σε τόνους σκοτεινούς, του σύμπαντος της συγγραφικής δημιουργίας.
Ο David Foster Wallace (στο ρόλο ο Jason Segel) υπήρξε ένας πολύ σημαντικός συγγραφέας για το αμερικάνικο λογοτεχνικό τοπίο: το βιβλίο του Infinite Jest θεωρείται ως ένα μνημειώδες της σύγχρονης αμερικάνικης λογοτεχνίας κείμενο. Όταν ο φέρελπις συγγραφέας και νέος δημοσιογράφος του περιοδικού Rolling Stone, David Lipsky πηγαίνει να τον συναντήσει, ο David Foster Wallace είναι ήδη στον κολοφώνα της δόξας του, απολαμβάνοντας τους επαίνους για το magnum opus του Infinite Jest. Αντίθετα, ο David Lipsky (στο ρόλο ο Jesse Eisenberg) είναι ένας μάλλον άσημος και αδιάφορος συγγραφέας. Οι τρεις μέρες της κοινής του ζωής, που περιλαμβάνει την επίσκεψη του Lipsky στο Bloomington του Illinois (τον τόπο κατοικίας του Wallace), και το ταξίδι τους στην Minneapolis, τον τελευταίο σταθμό της περιοδείας του Wallace, αποτέλεσε την πρώτη ύλη για το βιβλίο Although of Course You End Up Becoming Yourself, που ο Lipsky έγραψε μετά την αυτοκτονία του Wallace. Η ταινία επικεντρώνεται ακριβώς σ΄ αυτό το χρονικό διάστημα.
Η σκηνοθεσία υιοθετεί την οπτική του δημοσιογράφου, καθώς αυτός εισέρχεται στη “φωλιά του θηρίου”, εξερευνώντας και προσπαθώντας να κατανοήσει το αίνιγμα της συγγραφικής δημιουργίας. Ό,τι, όμως, τροφοδοτεί τη δραματική πλοκή είναι η σχέση μεταξύ των δύο νεαρών ανδρών: είναι σχεδόν συνομήλικοι και διανύουν τη δεκαετία των 30. Η αφήγηση, γεμάτη διαλογικές σκηνές, παρακολουθεί τις διακυμάνσεις της μεταξύ τους σχέσης, απεικονίζει τις διαδρομές μιας ανδρικής φιλίας: την οικειότητα, το δέσιμο αλλά και την ένταση. Ωστόσο είναι οι διαφορετικές θέσεις τους και ρόλοι –διάσημος συγγραφέας, ο ένας και νεοσσός της δημοσιογραφίας, ο άλλος- που προσφέρει την ευκαιρία για τις δραματικές εντάσεις. Και τα δύο πρόσωπα χαρακτηρίζονται από δύο ελλείψεις (και τις αντίστοιχες αποτυχίες) : την απουσία μιας σχέσης για τον David Wallace και την αδυναμία να παράξει κάτι ουσιαστικό για τον David Lipsky. Και πάνω σ’ αυτά τις δύο ελλείψεις κτίζεται η σχέση τους (και η δραματική πλοκή). «Ντροπαλότητα και εγωμανία», έτσι αυτοπροσδιορίζεται ο David Wallace. Συζητήσεις περί αυνανισμού και μοναξιάς στο σύγχρονο ψηφιακό κόσμο, οι γυναίκες και ο ανδρικός ανταγωνισμός, το σινεμά (Broken Arrow του John Woo) και η τηλεόραση, ο χορός και τα σκυλιά, η μοναξιά, η κατάθλιψη και οι αντανακλάσεις της. Συχνά οι ρόλοι ερωτώντα και ερωτώμενου εναλλάσσονται και ο διάλογος γίνεται ένα πεδίο μάχης.
Καθώς, η αφήγηση προχωρά και οι εκμυστηρεύσεις αποκτούν τόνο προσωπικό, οι απαντήσεις στα ερωτήματα και τις απορίες του Lipsky, σχετικά με το μυστήριο της δημιουργίας, σχηματίζονται. «34 χρονών, μόνος κλεισμένος σ' ένα δωμάτιο με μια κόλλα χαρτί». Ο συγγραφέας λοιπόν ως ένα βασανισμένο πρόσωπο: αυτό είναι το ακριβό τίμημα που καλείται να καταβάλει, εκών -άκων, στο ταμείο της δημιουργίας....
entertainment.jpg
Entertainment, Rick Alverson
Πορτραίτο ενός κωμικού (;) που βιώνει με στωικότητα, αυταπάρνηση και αληθινή εθελοτυφλία την αποτυχία, η ταινία μοιάζει να' ναι μια επιβεβαίωση της ρήσης “γνώθι σ' αυτόν”.
Ο κεντρικός ήρωας της αφήγησης είναι ένας stand-up κωμικός που βρίσκεται σε περιοδεία. Τριγυρνά στις εσχατιές της Αμερικής, στις ερήμους και στις μικρές επαρχιακές πόλεις, και παίζει σε εξαθλιωμένα μπαρ. Ωστόσο, το κωμικό του είναι χωρίς ανταπόκριση: το κοινό δεν γελά. Ο σκηνοθέτης σχεδιάζει, με τόνους βαρείς και σκοτεινούς και ένα είδος σαδισμού, το πορτραίτο αυτού του αξιολύπητου θεράποντα της κωμικής τέχνης: ταπείνωση και αποτυχία. Είναι προφανές ότι εδώ δεν υπάρχει κανένα χιούμορ, και ασφαλώς καμιά διασκέδαση. Μόνο σκοτάδι, μοναξιά, ανθρώπινος πόνος, θλίψη και λύπηση για αυτόν τον άνδρα που αδυνατεί να δει τον εαυτό του και τις πράξεις του με καθαρότητα: η θέαση της ταινία είναι αληθινά αβάσταχτη.
Κινηματογραφώντας τον ήρωα, με φόντο το τοπίο της αμερικάνικης ερήμου, ο σκηνοθέτης μοιάζει να υπογραμμίζει την έρημο στη ψυχή του ήρωα. Οι τόνοι του παράδοξου, κάποιες μικρές σουρεαλιστικές πινελιές -αναμνήσεις David Lynch - βρίσκονται σε αρμονία με τη ρεαλιστική στο ύφος αφήγηση: είναι η πραγματικότητα του ήρωα που είναι παράδοξη και σε σχεδόν σουρεαλιστική. Το βάσανο του ήρωα είναι η αδυναμία να δει τον εαυτό του στον καθρέφτη: και αυτό είναι το αληθινό βάσανο της ύπαρξης του, ο Γολγοθάς. Όταν το καταφέρει, τότε και θα ελευθερωθεί.

Δημήτρης Μπάμπας