του Edouard Waintrop
jean-renoir.jpg

Γιος του μεγάλου ζωγράφου Αυγούστου Ρενουάρ/ Auguste Renoir, ο Ζαν Ρενουάρ/ Jean Renoir σκηνοθέτησε αριστουργήματα όπως τη «Μεγάλη Χίμαιρα»/ La Grande Illusion, το «Ανθρώπινο Κτήνος»/ La Bête Humaine και κάποτε, όπως πολλοί Ευρωπαίοι δημιουργοί, με το ξέσπασμα του πολέμου στη γηραιά ήπειρο κατέφυγε στην Αμερική.
Στο χρονικό της παραμονής του Ζαν Ρενουάρ σε μια χώρα όπου ακόμα ταλαιπωρείται η ελεύθερη δημιουργία αναφέρεται ο συντάκτης της «Libération», Edouard Waintrop.

«Η FOX με δέχτηκε με ανοικτές αγκαλιές. Συγκινήθηκα πολύ από την εγκαρδιότητα του Τζων Φορντ», θυμόταν ο Ρενουάρ για την άφιξή του στην Αμερική. «Ο Φορντ μου είχε πει: «Αγαπητέ Ζαν, μη ξεχνάς ποτέ, οι ηθοποιοί είναι σκατά»». Μια άποψη με την οποία δεν συμφωνούσε ο Γάλλος σκηνοθέτης: «Αγαπώ τους ηθοποιούς. Τους θεωρώ τους μάρτυρες και τους ήρωες του επαγγέλματος. Η άσκηση αυτού του επαγγέλματος είναι αδύνατη για έναν φυσιολογικό άνθρωπο».
Στις 31 Δεκεμβρίου του 19940 ο Ζαν Ρενουάρ μαζί με τη γυναίκα του και τον Αντουάν Σαιντ Εξιπερί/ Antoine de Saint-Exupery, τον οποίο γνώρισε στη διάρκεια του ταξιδιού προς την Αμερική, φτάνει στην Νέα Υόρκη. Εκεί δεν αργεί να συναντήσει προσωπικότητες όπως τον Ρόμπερτ Φλάερτυ, τον Γιόρις Ίβενς, τον Κλίφορντ Όντετς, τον Μπέρτολντ Μπρέχτ, τον οποίο γνώριζε από τις αρχές της δεκαετίας του ’30 τον Άρνολντ Σένμπεργκ, τον Τόμας Μαν, καθώς και τον Όρσον Γουέλς!
Αρχίζει να δουλεύει για την κινηματογραφική εταιρεία FOX με σκοπό να αποκτήσει μια βίζα για τον γιο του, Αλέν. Πείθει τον Ντάριλ Ζανούκ/ Darryl F. Zanuck, τον τότε πρόεδρο της FOX, να μη του δώσει κάποιο γαλλικό θέμα για ταινία, αλλά κάτι που θα ήταν καθαρά αμερικάνικο. Συνεργάζεται με το σεναριογράφο Ντάντλεϋ Νίκολς/ Dudley Nichols και σκηνοθετεί το 1941 το «Swamp Water» (ε.τ. «Ο τραγικός βάλτος»). Μια ταινία είναι αρκετή για να καταλάβει πως λειτουργούν οι μηχανισμοί του Χόλλυγουντ. Ο ίδιος υποστήριζε πως «όταν η ταινία πλησίαζε στα τελικά στάδια επεξεργασίας της, κατάλαβα πως δεν μου ανήκε πια».
Ο Ζανούκ και η παρέα του, βλέπουν κάθε βράδυ ό,τι γύριζε ο Ρενουάρ, τον επαινούν για την ταχύτητα του, αλλά αποφασίζουν πίσω από την πλάτη του για την τύχη της ταινίας.
Ο σκηνοθέτης έλεγε: «Οι δυσκολίες μου στο Χόλλυγουντ προέρχονται από το γεγονός πως προσπαθώ να ασκήσω ένα επάγγελμα που δεν έχει καμιά σχέση με τη βιομηχανία των ταινιών. Για ένα άνθρωπο σαν κι εμένα, για έναν αυτοσχεδιαστή, είναι δύσκολη η δουλειά στα μεγάλα στούντιο. Έχουν τεράστια έξοδα, οι ταινίες στοιχίζουν πολλά χρήματα και δεν μπορούν να διακινδυνεύσουν όλα αυτά τα ποσά, χωρίς να έχουν αυτό που λέγεται ασφάλεια -η ασφάλεια είναι το σενάριο, το σχέδιο εργασίας: κάθε λεπτομέρεια μιας ταινίας είναι υπαγορευμένη από την αρχή, από ένα διοικητικό συμβούλιο. Σημειώστε ότι αν είστε ευφράδης σκηνοθέτης, ουσιαστικά κάνετε ότι επιθυμείτε, αλλά είστε αναγκασμένος να προβλέπετε τα πάντα: Θα μπορούσα να δουλέψω να είχα το χάρισμα να προετοιμάζω στο πλατώ αυτά που θέλω. Όμως κάτι τέτοιο δεν διαθέτω».
Το αμερικάνικο κοινό δεν θα κάνει επιτυχία αυτή την ταινία, όμως η αμερικάνικη κριτική θα ξεχωρίσει.
swamp-water.jpgΤο 1942 ο Ζαν Ρενουάρ εγκαταλείπει την FOX. Αρχίζει το γύρισμα ενός μελό, το οποίο εγκαταλείπει., καταπιάνεται με την κινηματογραφική διασκευή της «Γης των ανθρώπων» του Εξυπερί, την οποία επίσης εγκαταλείπει, μέχρι που το 1943 γυρίζει σε σενάριο του Ντάντλεϋ Νίκολς μια ταινία για την Αντίσταση στη Γαλλία, το «This land is mine»(ε.τ. «Το ξύπνημα του σκλάβου»).
Μετά από διάφορα σχέδια που δεν πραγματοποιήθηκαν, ανάμεσα τους και ταινίες με σταρ της εποχής, όπως την Ίγκριντ Μπέργκμαν και τον Μοντγκόμερι Κλιφτ, τον Σεπτέμβριο του 1944 γυρίζει το «Southerner» (ε.τ. : «Οι σκλάβοι της γής»), βασισμένο σε σενάριο που έγραψε ο ίδιος με τη βοήθεια του Γουίλιαμ Φώκνερ/ William Faulkner.(Το όνομα του δεύτερου δεν αναφέρεται στους τίτλους της ταινίας). Παραγωγός της ταινίας ήταν ο Ντέιβιντ Λόου/ David L. Loew, ένας ανεξάρτητος Αμερικανός, για τον οποίο ο Ζαν Ρενουάρ έλεγε: «Ο Ντέιβιντ Λόου ήταν μια εκπληκτική προσωπικότητα, ένας εξαιρετικός τύπος. Του είπα: «Σας ειδοποιώ, θα τροποποιήσω το σενάριο κατά τη διάρκεια του γυρίσματος». Μου απαντά: «Πολύ καλά». Του λέω: ¨Αφού το τροποοιήσω, μετα θα κουβεντιάσουμε μαζί». Μου απαντά: «Αυτό με ενδιαφέρει πολύ». «Είχε καταλάβει πολύ καλά τον τρόπο με τον οποίο εργαζόμουν».
Το «Σκλάβοι της γης» είναι ένα από τα έργα -κλειδιά του σκηνοθέτη. Η ματιά του δεν είναι πια η ίδια, γίνεται πιο ασκητική, πιο μεταφυσική. Τον Απρίλη του 1945 η ταινία παίζεται στις αμερικάνικες αίθουσες, με κριτική αλλά και εμπορική επιτυχία. Η ταινία πήρε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Βενετίας το 1946.
Ακολουθεί το «Ημερολόγιο μιας καμαριέρας»/ The Diary of a Chambermaid, της οποίας το σενάριο έγραψε μαζί με τον Μπέρτζες Μέρεντιθ/ Burgess Meredith βασισμένο στο γνωστό έργο του Οκτάβ Μιρμπώ/ Octave Mirbeau. Την ταινία ο Αντρέ Μπαζέν/ André Bazin θα τη χαρακτηρίσει «μια σκωπτική τραγωδία, στα όρια της σκληρότητας και της φάρσας». Συνεργάζεται με την εταιρεία R.K.O. και σκηνοθετεί το «The woman on the beach» (ε.τ. «Στην άβυσσο του πάθους»), μια ταινία στην οποία ο Ρενουάρ αυτοσχεδίασε πολύ στα γυρίσματα, μια ταινία για τον σεξουαλικό πόθο.
Το επόμενο σχέδιο του, το πρότεινε σε πολλούς παραγωγούς. Πρόκειται για την κινηματογραφική διασκευή της νουβέλας «The River» του Ράμερ Γκόντεν/ Rumer Godden. Οι χρηματοδότες παραμένουν αδιάφοροι για μια ιστορία που εξελίσσεται στην Ινδία, αλλά δεν έχει ούτε κυνηγητό, ούτε τίγρεις, ούτε μαχαραγιάδες. Τελικά βρίσκει τα χρήματα και το 1949 γυρίζει την πρώτη έγχρωμη ταινία του στην Ινδία με βοηθό σκηνοθέτη τον Σ. Ρέι/ Satyajit Ray,. Η ταινία έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από το κοινό, το οποίο είχε αδιαφορήσει για τις προηγούμενες ταινίες της αμερικάνικης περιόδου του Ζαν Ρενουάρ.

(Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύθηκε στην εφ. Η Εποχή, Κυριακή 26 Ιουνίου 1994 Απόδοση -προσαρμογή Νίκος Καλτσάς.)