lars-von-trier.jpg

Ο Δανός σκηνοθέτης μιλάει για τη πίστη και τα θαύματα και πως επέδρασαν στην ταινία «Δαμάζοντας τα κύματα».

Ο Δανός σκηνοθέτης Λαρς φον Τρίερ/ Lars von Trier είναι μια σεμνή, αγοραφοβική φυσιογνωμία το του κινηματογράφου, που αισθάνεται άβολα με τη δόξα και τη επιτυχία. Έχοντας ήδη δώσει πολλές συνεντεύξεις για τη νέα το ταινία με τίτλο «Δαμάζοντας τα κύματα»/ Breaking the Waves, που βραβεύθηκε με το Μεγάλο Ειδικό Βραβείο του Φεστιβάλ Κανών, δεν θέλησε να δώσει άλλη. Μια από τις σημαντικότερες είναι και εκείνη με τον Δανό σκηνοθέτη και συγγραφέα Christian Braad Thomsen, που δημοσιεύτηκε στην πρωινή εφημερίδα «Politiken» (5 Ιουλίου 1996) [σ.τ.ε. και σε μετάφραση στο γαλλικό περιοδικό Positif τ. 428, October 1996]. Ο Λαρς φον Τρίερ υπήρξε κάποτε φοιτητής του Christian Braad Thomsen, όταν δίδασκε στο Danish Film School.

-Λαρς, τι σου συνέβη; Από το ψυχρό φορμαλισμό του «Στοιχείου το Εγκλήματος»/ The Element of Crime και του «Europa», ξαφνικά παρουσιάζεις ένα φιλμ που αγγίζει την καρδιά όλων;
-Είναι λίγο υπερβολικό να χρησιμοποιείς τη λέξη «όλων». Στη οικογένεια μου δεν άρεσε πολύ. Ο αδελφός μου μού είπε ότι βρήκε την ταινία πιο απωθητική τη δεύτερη φορά που την είδε. Αλλά νομίζω ότι η ταινία είναι μια αντίδραση στα παιδικά μου χρόνια, όπου ο συναισθηματισμός ήταν ολοκληρωτικά απαγορευμένος. Οι αξίες που εγώ προβάλλω στο «Δαμάζοντας τα κύματα» αντιτίθεται σε αυτές που απέκτησα. Οι γονείς μου ήταν άθεοι, και η ταινία περιέχει θρησκευτικά στοιχεία που εγώ πάντα απέφευγα.

-Ναι, αλλά τι σε έχει οδηγήσει σε αυτόν τον πιο άμεσο τρόπο συναισθηματικής έκφρασης;
-Προέρχεται από τον Καθολικισμό. Βαπτίστηκα πριν από μερικά χρόνια την ίδια εποχή που έγιναν τα βαπτίσια της κόρης μου. Φυσικά αυτό δεν με κάνει ένα καλό καθολικό, ειδικά τώρα που πήρα διαζύγιο. Κατά κάποιο τρόπο, η θρησκεία και τα θαύματα περιέχονται ως έννοιες στις ταινίες μου. Όλες καταλήγουν σε κάποιου είδους λύτρωση.

-Πιστεύεις ότι έγινες Καθολικός από αντίδραση στα παιδικά σου χρόνια;
-Ναι νομίζω. Η θρησκεία –που πάντα με ενδιέφερε –ήταν απαγορευμένη στο οικογενειακό μου περιβάλλον. Από την άλλη, είμαι ένα νευρωτικό άτομο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στη ζωή μου είναι ο αυτοέλεγχος. Κυριεύομαι από φόβο όταν δεν μπορώ να ελέγξω τον εαυτό μου όταν χρειάζεται. Όλα τα «άγχη» μου γεννιούνται όταν αισθάνομαι ότι χάνω τον έλεγχο. Σαν παιδί προσπαθούσα να εφεύρω ένα σωρό τελετουργίες, με σκοπό να διατηρήσω τον έλεγχο. Και από ψυχολογική άποψη, η θρησκεία είναι η προέκταση αυτών των παιδικών τελετουργιών, που εμποδίζει τα πάντα να μετατραπούν σε χάος. Ο τρόπος που αισθάνομαι για τα θρησκεία αναλογεί σε εκείνο για τα θαύματα: Δεν πιστεύω σ’ αυτά, ελπίζω σ’ αυτά. Στη δική μου περίπτωση νομίζω ότι είμαι ένας ενήλικας που χτίζει μια πίστη προκειμένου να εισέλθει ολόψυχα στη θρησκεία. Χρειάζομαι μια πίστη, που να πάρει!
trier1.jpg
-Έχω την αντίληψη ότι το «Δαμάζοντας τα κύματα» ήταν περισσότερο μια βλάσφημη ταινία παρά μια θρησκευτική…
-Είμαι πολύ πιθανόν. Κατ’ αρχάς, επέλεξα τη θρησκεία μου, σε αντίθεση με άλλους ανθρώπους που την έχουν αποδεχθεί ως μέρος του πολιτισμού τους. Έτσι, το φιλμ μπορεί να είναι βλάσφημο, αλλά ταυτοχρόνως αντανακλά μια αφέλεια, μια ευπιστία. Ούτως ή αλλιώς, η θρησκεία βασίζεται στην απόλυτη ευπιστία.

-Αλλά, κάποιος μπορεί να είναι εύπιστος δίχως να είναι θρήσκος, και θρήσκος δίχως να είναι εύπιστος.
Φυσικά. Αλλά για μένα η θρησκεία είναι η αναζήτηση των χαμένων μου παιδικών χρόνων. Και το φιλμ βασίζεται σ’ ένα παιδικό βιβλίο με τίτλο «Golden Heart» (Χρυσή Καρδιά), ένα εικονογραφημένο βιβλίο που διηγείται την ιστορία ενός κοριτσιού που πηγαίνει στο δάσος με ελάχιστα ψίχουλα τυλιγμένα μέσα στην εσάρπα της. Στον δρόμο δίνει τα ρούχα και το φαγητό της. Όταν ένας λαγός της λέει ότι δεν φορά τίποτα, εκείνη απαντά: «Δεν πειράζει. Θα τα καταφέρω».
Από την άλλη, έχω εμπνευστεί από την «Ιουστίνη» του Μαρκήσιου ντε Σαντ, μια ιστορία που σχεδιάζω εδώ και χρόνια να σκηνοθετήσω. Πρόκειται για την ιστορία ενός κοριτσιού που πέφτει θύμα εκμετάλλευσης, βιασμού και ξυλοδαρμού από τον κάθε τυχόντα. Στο τέλος η Ιουστίνη ευχαριστεί τον Θεό που της επέτρεψε να ζήσει από τα τόσα βασανιστήρια- αλλά όχι για πολύ, γιατί την χτυπά ένας κεραυνός!…

Ο Λαρς φον Τρίερ δεν θέλει να αποκαλύψει απολύτως τίποτα για τα επόμενα τέσσερα επεισόδια της τηλεοπτικής παραγωγής «Kingdom», αλλά δεν διστάζει να μιλήσει δημοσίως για τις φοβίες που τον κυριεύουν, φοβίες που δεν του επέτρεψαν να παραβρεθεί φέτος στο Φεστιβάλ των Κανών, όπου το «Δαμάζοντας τα κύματα» απέσπασε το Μεγάλο Ειδικό Βραβείο.
«Νομίζω ότι οι φοβίες μου είναι ένας είδος αυτοτιμωρίας. Αν έχεις δουλέψει πέντε χρόνια για μια ταινία και είσαι σίγουρος ότι θα έχει καλή ανταπόκριση, το να μην επιτρέπεις στον εαυτό σου να εμφανιστεί είναι μια τιμωρία. Έτσι ένιωσα και στην πρεμιέρα στην Κοπεγχάγη, όπου πάλι δεν εμφανίστηκα. Την κακοτυχία μπορώ να την αντιμετωπίσω, αλλά την επιτυχία δύσκολα τη χρειάζομαι -μου προκαλεί άγχος. Θεωρώ ότι πρέπει να περάσω από πολύ πόνο πριν νιώσω την ευτυχία. Κάνοντας μια ταινία είναι τρομακτικό δύσκολο, και ποτέ δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να απολαύσει το αποτέλεσμα. Όλη η ζωή μου είναι ένας τεράστιος περιορισμός. Νομίζω ότι τα προβλήματα μου προέρχονται από την ελεύθερη ανατροφή μου. Δεν υπήρχαν κανόνες. Μια επίσκεψη στον οδοντίατρο ήταν δική μου απόφαση, και αυτό με άγχωνε. Επίσης, έπρεπε να πιέζω τον εαυτό μου να διαβάζει για το σχολείο, γιατί δεν μου έλεγε κανείς ότι ήταν υποχρεωτικό. Όταν δεν υπάρχουν πειθαρχία γύρω σου, πρέπει να τη δημιουργήσεις.
Γι’ αυτό και είμαι πολύ πειθαρχημένος στη δουλεία μου. Και δουλεύω ασταμάτητα. Το θετικό είναι ότι απέκτησα μεγάλη πίστη στη δημιουργικότητα μου. Είμαι σαράντα χρόνων τώρα, έχω μια υπέροχη φιλενάδα, είμαι ικανοποιημένος με τη δουλειά μου, και νομίζω ότι επιτέλους μπορώ να απολαύσω τη ζωή χωρίς να τη γεμίζω με τελετουργίες και κανόνες με σκοπό να επιβιώσω».

(Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Καθημερινή)