του Εντγκάρ Μορέν / Edgar Morin
Ο κωμικός ήρωας είναι μια παραλλαγή του εξιλαστήριου ήρωα, του λυτρωτή μάρτυρα. Επιπλέον, αν η τραγικότητά του είναι γελοία, ή γελοιότητά του μπορεί να γίνει τραγική, ενέχοντας μάλιστα μια διαρκή τραγικότητα. Εξ ου και το τόσο συχνά επαναλαμβανόμενο θέμα του "Γέλα, παλιάτσο!", του κλόουν που με τα ηχηρά ξεσπάσματα του γέλιου προσπαθεί να κρύψει τους λυγμούς του. Το συγκεκριμένο θέμα αποκαλύπτει τη σκοτεινή μας συναίσθηση για τον βαθιά οδυνηρό ρόλο που επωμίζονται οι γελωτοποιοί. Άλλωστε, ο Σαρλώ, ο Φερναντέλ, ο Ραϊμύ πολύ εύκολα μετατρέπονται σε δραματικούς κινηματογραφικούς ηθοποιούς. Εκείνοι που ξέρουν να μας κάνουν να γελάμε μέχρι δακρύων, ξέρουν καλύτερα και να μας κάνουν να κλαίμε.
Ο κωμικός ήρωας είναι, λοιπόν, ήρωας με την πλήρη έννοια του όρου. Συνεπώς, ο κωμικός σταρ είναι δυνατόν να υπάρξει όχι μόνο διότι ο ηθοποιός είναι διαποτισμένος από τον ρόλο του, την ίδια στιγμή που η προσωπική του ευφυΐα καθορίζει αυτόν τον ρόλο πολύ πιο αποτελεσματικά απ' όσο καθορίζονται οι άλλοι κινηματογραφικοί ρόλοι, αλλά και διότι η προσωπικότητά του αφοσιώνεται στη θυσιαστική λειτουργία του κωμικού ήρωα.
Αυτή η ιδιότυπη ιεροποίηση, που διαλύεται αδιάκοπα μέσα στο βέβηλο γέλιο, ανασυστήνεται συνεχώς από τη θυσία του αποδιοπομπαίου τράγου. Ο κωμικός, όσο μακριά κι αν φαίνεται να βρίσκεται από τη θεοποίηση, τείνει προς αυτήν με τρόπο διαλεκτικό... Ο Τσάρλι Τσάπλιν/ Charlie Chaplin μάς το αποκαλύπτει: από τη δεκαετία του '20 και μετά, η ιδιοφυΐα του μάς κάνει να νιώθουμε την αστεία και συνάμα τη σπαρακτική πτυχή του Σαρλώ. Ολόκληρη η εξέλιξη από τον Σαρλώ στον Καλβέρο [κεντρικός ήρωας της ταινίας Τα φώτα της ράμπας] είναι μια όλο και πιο συνειδητή προσέγγιση ενός χαρακτήρα έτοιμου να θυσιαστεί, που γίνεται κατανοητός στην αληθινή ανθρώπινη υπόστασή του.
Από τη φύση της, η κωμική ταινία αγνοεί, όχι βέβαια τα πτώματα, τους σκελετούς και τα φαντάσματα, αλλά τον θάνατο. Επιπλέον, κατά την εξέλιξή της και για λόγους που ήδη αναφέραμε, προσανατολίζεται προς το χάπι εντ, δηλαδή την τελική αποφυγή της θυσίας του ήρωα. Αντίθετα, ο Σαρλώ (με εξαίρεση το Modern Times [Οι μοντέρνοι καιροί]) ακολουθεί τη λογική κατεύθυνση της θυσίας: να παραχωρείς τη θέση σου σε κάποιον άλλο, να εγκαταλείπεσαι από εκείνη που αγαπάς και, τέλος, να πεθαίνεις.
Άλλωστε, ο κωμικός ήρωας, εν μέρει υπό την επιρροή του Σαρλώ, αποκτά ιπποτικό χαρακτήρα. Στην προκινηματογραφική παράδοση, ο σαλτιμπάγκος βρίσκεται στον αντίποδα του ιππότη: ο Σάντσο Πάντσα είναι το αντίθετο του Δον Κιχώτη. Ο κινηματογράφος -και εδώ πρόκειται για ένα μαζικό φαινόμενο εκδημοκρατισμού- τείνει να προσδώσει στον κωμικό ήρωα ιπποτικό ρόλο. Ο Σαρλώ συνεχίζει την παράδοση του σαλτιμπάγκου, του σκλάβου που τρέμει και τη σκιά του, αλλά, όταν το απαιτεί ο έρωτας, γίνεται ο υπερασπιστής των ωραίων απειλούμενων υπάρξεων και τις σώζει. Όπως παρατηρεί ο Tyler Parker, ο Σαρλώ είναι ένα παράξενο κράμα Δον Κιχώτη και Σάντσο Πάντσα. Ο Ντάννυ Καίη, ο Φερναντέλ κ.ά. είναι επίσης μικροί μπουφόνικοι ιππότες.
Ο Σαρλώ όμως, επωμιζόμενος τον ρόλο του ιππότη, τείνει να μεταμορφωθεί από εξαγνιστή σε λυτρωτή: από αποδιοπομπαίος τράγος γίνεται θεός του έρωτα, που θυσιάζεται για τον άλλο.
Από τον έρωτα και για τον έρωτα, ο Σαρλώ θα αποδεχτεί και στη συνέχεια θα αναζητήσει τη θυσία. Από τον Σαρλώ μέχρι τον Καλβέρο, η εξέλιξη συνεχίζεται αμείλικτα, έως την αυτοθυσία.
Ήδη, στο The Circus (Το τσίρκο), ο Σαρλώ χάνεται, αφήνοντας τους άλλους σε μια ευτυχία που κέρδισαν χάρη σε αυτόν. Στο City Lights (Τα φώτα της πόλης), αφήνεται να οδηγηθεί στη φυλακή, στερημένος το φως και τον ήλιο, για να μπορέσει να τα βρει η μικρή τυφλή. Ο Σαρλώ αφοσιώνεται με φυσικότητα στην ανάπηρη γυναίκα, τυφλή ή παράλυτη, στην απελπισμένη κοπέλα, στο παιδί, στον απόκληρο της κοινωνίας. Κάθε φορά, η θυσία του μετατρέπεται σε λύτρωση, σε νέα ζωή, σε ανάσταση για τον άλλο.
Στο Monsieur Verdoux (Ο κύριος Βερντού) εμφανίζεται για πρώτη φορά η απόλυτη εκπλήρωση της θυσίας: ο θάνατος. Στα Φώτα της ράμπας αναπτύσσεται με τρόπο μεγαλειώδη το ουσιώδες θέμα της λύτρωσης και της θυσίας, που φωτίζει αναδρομικά τον θάνατο του Βερντού, τη μοναξιά του πλάνητα, τις μπαστουνιές που έφαγαν όλοι οι Σαρλώ και όλοι οι σαλτιμπάγκοι από καταβολής κόσμου.
[Από το βιβλίο του Εντγκάρ Μορέν Οι σταρ, που κυκλοφόρει από τις εκδόσεις Κίχλη]