b_505X0_505X0_16777215_00_images_2122_bob-rafelson.jpg

Ανυπότακτος και πάντα αντισυμβατικός ταξιδευτής, ο Bob Rafelson μιλά με την σοφία και τη χάρι ενός ανθρώπου του δρόμου. Στη συνέντευξη που ακολουθεί αφηγείται γοητευτικές ιστορίες από την άτακτη νεότητα του, την παραμονή του στα κινηματογραφικά πλατώ, αναφέρεται σε γνωριμίες με αξιόλογους ανθρώπους (όπως ο Orson Welles και ο Jack Nickolson), σχολιάζει θεματικές του έργου του όπως το ταξίδι ή το σεξ, επισημαίνει τις νουαρ εμμονές του…
Δ.Μ.

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ
Από τότε που έγινα 14 χρονών έτρεχα. Δεν ξέρω αν έτρεχα προς κάπου, ή αν έτρεχα από κάπου. Όμως πάντα πήγαινα πέρα από τα σύνορα. Σ' όλη μου την ζωή. Έτσι νομίζω ότι διασκεδάζω [με το ταξίδι]. Ίσως αυτή είναι μία θεματική του έργου μου. Όμως διασκεδάζω, όταν μέσα στα έργα μου οι άνθρωποι πηγαίνουν από το ένα μέρος στο άλλο, γιατί εγώ ο ίδιος θα ήθελα να πηγαίνω από το ένα μέρος στο άλλο. Όπως στην ταινία Black Widow, όπου η πρωταγωνίστρια ξεκινά από κάπου και καταλήγει στην Χαβάη. Και εκεί η ταινία αποκτά μία εξωτική διάσταση: είναι γιατί το κεντρικό πρόσωπο είναι εξωτικό. Έτσι η παρουσία του ταξιδιού μέσα στις ταινίες μου οφείλεται εν μέρει στην ευχαρίστηση που εγώ νιώθω, και εν μέρει στο θέμα [της ταινίας]. Και το θέμα είναι μία διαρκής αναζήτηση, μία διαρκής ανήσυχη κίνηση, το να ανιχνεύεις τα όρια.

ΣΕΞ
Όπως στην μουσική, στο σεξ δεν υπάρχουν λόγια. Και χωρίς λόγια, υπάρχει λιγότερη οικειότητα. Και χωρίς οικειότητα υπάρχει περισσότερο συναίσθημα. Περισσότερες ιδέες σημαίνει λιγότερες πιθανότητες για συναίσθημα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχεις μία καλή ιδέα, με τον έντονο πάθος. Όσο αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις, όσο λιγότερα λες τόσο καλύτερο είναι για την επικοινωνία.
Για μένα οι ερωτικές σκηνές είναι οι πιο δύσκολες. Γιατί επιμένω να υπάρχει αλήθεια μεταξύ των ηθοποιών. Και αυτό είναι πολύ δύσκολη δουλειά για αυτούς. Στην ταινία Postman Always Ring Twice, οι ερωτικές σκηνές γυρίστηκαν με μία λήψη, με δυο κάμερες (την μία την χειριζόμουν εγώ και την άλλη ο διευθυντής φωτογραφίας).
rafels2.jpg
ΕΝΑΣ ΔΙΑΣΗΜΟΣ ΘΕΊΟΣ
[Ο Samson Raphaelson] ήταν σεναριογράφος του Hitchcock στο Suspicion (Υποψίες) και σε 9 ταινίες του Ernest Lubitsch. Τον γνώρισα μέσω της την γυναίκας μου -και όχι μέσω της οικογένειας μου. Ήμουν ενήλικας όταν τον γνώρισα. Και όταν ασχολήθηκα με τον κινηματογράφο αρχίσαμε να συναντόμαστε και να συζητάμε. Όταν του άρεσαν οι ταινίες μου, ήταν ο θείος μου. Όταν δεν του άρεσαν οι ταινίες μου, ήταν ο δεύτερος εξάδελφος (χαμογελά). Γιατί στην πραγματικότητα δεν είναι θείος μου: είναι εξάδελφος. Έχουμε μία πολύ θερμή σχέση.

ΕΝΑ ΠΟΠ ΓΚΡΟΥΠ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Όταν ήμουν 16 ή 17 χρονών, ταξίδευα ήδη και έπαιζα σε μία ορχήστρα στο Μεξικό. Πολλά χρόνια αργότερα, είχα μία ιδέα να γράψω το σενάριο μίας τηλεοπτικής σειράς -όχι για τις περιπέτειες ενός γκρουπ-, αλλά για τις ατυχίες, τα κωμικά περιστατικά, τα λάθη ενός γκρουπ που προσπαθεί να γίνει γκρουπ. Κανένας δεν το θεώρησε ως μία καλή ιδέα. Μετά ήρθαν οι Beatles, και τότε όλοι βρήκαν την ιδέα μου υπέροχη. Αυτή η τηλεοπτική εκπομπή ήταν το πρώτη μου παραγωγή. Μετά από αυτό ήταν το Easy Rider, το Last Picture Show, και τρεις άλλες ταινίες - μεταξύ των οποίων και ένα βραβευμένο ντοκιμαντέρ για το πόλεμο στο Βιετνάμ-, όπως επίσης και η πρώτη ταινία του Jack Nickolson ως σκηνοθέτη. Αυτό που θέλαμε ήταν να απελευθερωθούμε από το παραδοσιακό σινεμά, να είμαστε ενάντια στο Χόλιγουντ. Ήμασταν τυχεροί που το Easy Rider έγινε επιτυχία. Και έτσι είχα την άδεια να κάνω το Five Easy Pieces. Το στούντιο που χρηματοδότησε την ταινία την είδε αφού είχε τελειώσει, δεν ήξεραν το σενάριο, ποίος έπαιζε κ.λπ.. Είχα το final cut σε όλες τις ταινίες που σκηνοθέτησα. (σ.τ.σ. final cut είναι το δικαίωμα για το τελικό μοντάζ της ταινίας. Στο χολιγουντιανό κινηματογράφο αυτό το δικαίωμα ανήκει πάντα στο παραγωγό).
rafels5.jpg
ORSON WELLES
Είναι μία μεγάλη ιστορία, και δεν ξέρω πως θα την αφηγηθώ με λίγα λόγια. Θα σας αφηγηθώ ένα περιστατικό μόνο. Είχαμε πάει στης Κάννες μαζί με τους Bert Schneider και Steve Blauner (σ.τ.σ. δημιούργησαν την εταιρεία παραγωγής BBS) για το Easy Rider. Δεν μ' αρέσει αυτό το Φεστιβάλ: είναι πάρα πολύ "αγορά". Ο Orson Welles ζούσε στην Ιταλία και εγώ είχα αγοράσει τα δικαιώματα από ένα βιβλίο για να το σκηνοθετήσω, το οποίο και ο Orson Welles ήθελε να το κάνει ταινία. Και έτσι εγώ και οι συνεργάτες μου πήγαμε στην Ιταλία να τον συναντήσουμε. Ζούσε στις όχθες ενός ποταμού σε ένα μοντέρνο κτήριο. Τον ρώτησα ποίον ήθελε στην ταινία και αυτός μου είπε έναν ηθοποιό της τηλεόρασης. "Και τι θέλεις να κάνεις με το σενάριο;". Είχε κάποιες παράξενες ιδέες. Τότε είπε "ποίος είναι αυτός που μου κάνει όλες αυτές τις ερωτήσεις, αυτές τις έξυπνες ερωτήσεις. Έξω από το δωμάτιο μου!". Έτσι στην πρώτη μας συνάντηση με πέταξε έξω. Μετά φυσικά ήρθε στο Χόλιγουντ. Τον περιποιηθήκαμε, τον φιλοξενήσαμε. Δεν έκανε ποτέ την ταινία, δεν έκανε καμία από τις ταινίες που επεξεργαζόμαστε. Και με τα χρήματά μας ολοκλήρωσε την προηγούμενη του ταινία.

JACK NICKOLSON
Αισθάνομαι ότι είμαι πολύ τυχερός που συνεργάστηκα μαζί του. Στην πρώτη μου ταινία - Head- ήταν συνσεναριογράφος. Είχα μαζί του μία δημιουργική σχέση -πριν την σχέση ηθοποιού σκηνοθέτη- ήμασταν συνεργάτες. Όταν γράφαμε το σενάριο, υποδυόταν όλους τους ρόλους. Δεν μπορούσα να πάρω το βλέμμα μου από πάνω του ήταν: ένας πολύ ενδιαφέρων άνθρωπος, ένας πολύ ενδιαφέρων ηθοποιός. Τότε είχε ξεκινήσει την καριέρα του σαν ηθοποιός και έπαιζε δεύτερους ρόλους. Έτσι του είπα ότι στην επόμενη ταινία που θα κάνω, θα γράψω τον κεντρικό ρόλο για σένα. Μου είπε "Δεν θέλω να παίξω άλλο". Έχουμε μία πολύ καλή σχέση. Είναι πολύ σοβαρός σαν άνθρωπος και πολύ σοβαρός και έξυπνος ηθοποιός. Έχει γνώση όλου του παγκόσμιου κινηματογράφου: ξέρει το σινεμά.

ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ
Προσλήφθηκα σαν σκηνοθέτης της ταινίας Brubaker, όμως απολύθηκα σε μία εβδομάδα. Ήταν η πρώτη και η μοναδική μου ταινία που έκανα σε στούντιο. Ίσως δεν με κατάλαβαν. Ίσως εγώ δεν τους κατάλαβα. Κάποιος με προσέβαλε. Χειροδίκησα. Είναι μία μεγάλη ιστορία. Είναι μία βίαιη ιστορία. Δεν είμαι πολύ περήφανος για αυτήν.
Δεν ήμουνα γεννημένος για να δουλέψω στο Χόλιγουντ. Δεν ταίριαζα. Θα ήταν πολύ καλοί, αν προσλάμβαναν ανθρώπους σαν και μένα. Είναι επιχείρηση. Αυτοί κατασκευάζουν γραβάτα και εγώ παπούτσια.
rafels6.jpg
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Τις προάλλες σκεφτόμουν ότι είμαι ο μοναδικός σκηνοθέτης που έκανε ταινίες μυθιστορήματα της "μεγάλης τριάδας" της αστυνομικής λογοτεχνίας: James Cain, Raymond Chandler, Dashiell Hammett (σ.τ.σ. η πρόσφατη ταινία του No Good Deed είναι διασκευή του μυθιστορήματος The House on Turk Street).
Δεν μ΄ αρέσουνε αυτά τα μυθιστορήματα. Έκανα ταινία το Poodle Springs, όχι λόγω του Raymond Chandler, αλλά επειδή μ' άρεσε το σενάριο του άγγλου σεναριογράφου (σ.τ.μ. ο Tom Stoppard). Την ταινία Postman Always Ring Twice την φαντάστηκα ως μία ιστορία αγάπης. Στο μυθιστόρημα ο ήρωας σκοτώνει κατά λάθος την κοπέλα και δικάζεται. Είπα στον σεναριογράφο, τον David Mamet, ότι δεν θέλω αυτό το τέλος. Αν κάποιος αγαπάει κάποια και την χάσει, τότε χάνει το πρόσωπο που είναι το πιο σημαντικό στην ζωή γι' αυτόν. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμωρία γι' αυτόν.

ΨΗΦΙΑΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
Έχω κάνει μία ταινία, με τίτλο porn.com, μ' αυτήν την τεχνολογία. Την γύρισα με μία μικρή ψηφιακή κάμερα. Έμεινα κατάπληκτος όταν έγινε μεγένθηση και μεταφέρθηκε σε φιλμ. Μοιάζει με φιλμ της δεκαετίας του 70: ήταν αρκετά καλό. Η σκηνοθεσία είναι πιο εύκολη με την ψηφιακή κάμερα: Δεν χρειάζεσαι συνεργείο, δεν χρειάζεσαι φωτισμό. Ο προϋπολογισμός είναι απίστευτάαχαμηλός. Την γύρισα μέσα σε δυόμισι μέρες πολύ γρήγορα.
Αυτή η τεχνολογία είναι το μέλλον του ανεξάρτητου κινηματογράφου. Με αυτήν την τεχνολογία ο καθένας μπορεί να γυρίσει ταινία. Όμως τα μηχανήματα δεν είναι αυτά που έχουν σημασία σε μία ταινία. Τα 70mm, τα 35mm, η ψηφιακή εικόνα: όλα αυτά δεν έχουν σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι: τι έχει να πει η καρδιά σου; τι αισθάνεσαι; και αν μπορείς αυτά να τα μεταφράσεις σε εικόνες. Αν η καρδιά σου θέλει επικές αιγυπτιακές ιστορίες, σαν το Ben Hur, τότε ποτέ δεν θα κάνεις πρώτη ταινία. Αν όμως έχεις μία ιστορία με ανθρώπους και ιδέες, τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να την γυρίσεις με ψηφιακή κάμερα.

(συνέντευξη: Δημήτρης Μπάμπας. Αποσπάσματα δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Πρώτο Πλάνο)