Ο Michael Moore/Μάικλ Μουρ προέρχεται από την μακρινή εποχή της πολιτικής ανησυχίας στην δεκαετία του 60: τα ντοκιμαντέρ του χαρτογραφούν και σχολιάζουν την πολιτική και κοινωνική κατάσταση των ΗΠΑ, όπως την αντιλαμβάνεται ένα απλός πολίτης, θύμα συχνά των μηχανισμών. Εκφράζουν παράλληλα ένα πνεύμα αντίστασης και αμφισβήτησης απέναντι στην κρατούσα τάξη, καθώς διαλύουν τους κυρίαρχους μύθους της. Χιούμορ, πολιτική και ευαισθησία: αυτός θα μπορούσε να είναι ένας χαρακτηρισμός που να περιγράφει το τελικό αποτέλεσμα. Πολιτική ανάγνωση και ανάλυση του κοινωνικού περιβάλλοντος, σαρκασμός και χιούμορ για τους υπεύθυνους των κακών, ευαισθησία για τον απλό πολίτη-θύμα.
Ο Michael Moore είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση σκηνοθέτη ντικιμαντέρ. Οι ταινίες έχουν ένα ιδιαίτερο προσωπικό στυλ, καθώς στηρίζονται στο πρώτο πρόσωπο: πολλές φορές είναι επικεντρωμένες στην έρευνα και στην αναζήτηση που κάνει ο ίδιος ο σκηνοθέτης και όχι κάποιος "ουδέτερος και αντικειμενικός" ερευνητής. Βαθιά υποκειμενικές και πολλές φορές ηθικά αμφιλεγόμενες, οι ταινίες του εκφράζουν το πνεύμα και τις αγωνίες μιας άλλης Αμερικής, κοινωνικά ανήσυχης και ευαίσθητης. Μίας Αμερικής που δεν ζει στις μεγάλες αστικές πόλεις αλλά στην επαρχία και στις μικρές πόλεις, μίας Αμερικής που αρνείται τον λόγο των media, που έρχεται σε σύγκρουση με τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες και τα οργανωμένα συμφέροντα.
Η επιτυχία -εισπρακτική και όχι μόνο- που γνωρίζουν τα ντοκιμαντέρ του Michael Moore, τον έχουν κάνει τον πιο δημοφιλή και αναγνωρίσιμο από το κοινό, σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ στην ιστορία του κινηματογράφου.
Γεννήθηκε το 1954 στην κωμόπολη του Davison, ένα προάστιο του Flint, όπου η General Motors είχε το μεγαλύτερο εργοστάσιό της. Ο Michael Moore έδειξε από μικρός το πάθος του για την πολιτική. Στο σχολείο βραβεύτηκε για την περιβαλλοντογική του δράση και, όταν το 1972 δόθηκε το δικαίωμα της ψήφου στα άτομα 18 χρονών, ο Moore έσπευσε να βάλει υποψηφιότητα για το διοικητικό συμβούλιο του σχολείου του Flint. Κερδίζοντας τις εκλογές, ο Michael Moore αναδείχθηκε σε έναν από τους νεώτερους Αμερικάνους που εκλέχθηκαν σε δημόσια θέση. Αφού φοίτησε για λίγα χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, ο Moore σύντομα τα παράτησε για να αφοσιωθεί στην ακτιβιστική δράση. Αρχισε να εργάζεται στην εναλλακτική εφημερίδα Flint Voice, που υπό τη διεύθυνσή του μετατράπηκε στη Michigan Voice, την πιο αξιοσέβαστη εναλλακτική έκδοση των μεσοδυτικών πολιτειών.
Στη συνέχεια, ανέλαβε την αρχισυνταξία του θρυλικού αριστερού περιοδικού Mother Voice, μια θέση που δεν κράτησε αρκετά, αφού ήλθε σε ρήξη με τη διεύθυνση για ένα άρθρο που αρνήθηκε να γράψει, θεωρώντας το ανακριβές.
Η πρώτη επαφή του Michael Moore με το ντοκιμαντέρ ήρθε το 1989 με το Roger and Me, ένα φιλμ για τις οικονομικές επιπτώσεις που είχε το κλείσιμο των εργοστασίων της GM στην πατρική του πόλη Flint. Η επόμενη ταινία του Moore, Pets or Meat, ήταν μια συνέχεια του Roger and Me, πιάνοντας το θέμα ακριβώς εκεί που το άφησε ο προκάτοχός της.
Στη συνέχεια, ο Moore άρχισε να εργάζεται πάνω στη μοναδική ως τώρα ταινία μυθοπλασίας της καριέρας του. Το Canadian Bacon, μια σατιρική κωμωδία για ένα φανταστικό ψυχρό πόλεμο που ξεσηκώνει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ με τον Καναδά, δεν είχε σημαντική πορεία, καθώς ο πρωταγωνιστής της πέθανε αμέσως μετά τα γυρίσματα. Τα επόμενα χρόνια, ωστόσο, ήταν αυτά που εκτόξευσαν τον Michael Moore στη στρατόσφαιρα της ακτιβιστικής δράσης. Δύο τηλεοπτικές εκπομπές στην αμερικανική τηλεόραση (TV Nation, The Awful Truth), δύο βιβλία πρώτα στις πωλήσεις (Downsize this!: Random Threats from an Unarmed American, Stupid White Men), ένα ακόμα ντοκιμαντέρ - σχόλιο της αμερικανικής κοινωνίας (The Big One) και, φυσικά, ο Ακήρυχτος Πόλεμος (Bowling for Columbine), το πρώτο ντοκιμαντέρ εδώ και 46 χρόνια που εντάχθηκε στο Διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Κανών, για να λάβει το Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής και να ξεκινήσει μια θυελώδη πορεία σε όλο τον κόσμο.
Ο λόγος του Michael Moore αποτελεί την επιτομή της εναλλακτικής πολιτικής έκφρασης στις ΗΠΑ. Η ακατάπαυστη δραστηριοποίησή του σε ένα ευρύτατο φάσμα κοινωνικών θεμάτων, η μαχητική του έρευνα, οι ποικίλες του ιδιότητες, το καυστικό του χιούμορ και η τόλμη του φανερώνουν έναν άνθρωπο που δεν διστάζει να επικοινωνήσει το ρηξικέλευθο μήνυμά του με τις μάζες της αμερικανικής επικράτειας. Γιατί ο Michael Moore είναι, μέσα σε όλα, και ένας κινηματογραφιστής που ξέρει να φτιάχνει ταινίες ικανές να διασκεδάσουν τον κάθε θεατή. Στέκεται στο ιδανικό αυτό σημείο που ο λαϊκός λόγος συναντά τη διανόηση.
ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ
Ο ΡΟΤΖΕΡ ΚΙ ΕΓΩ / ROGER AND ME
Η ταινία είναι ένα χρονικό του τρόπου κατά τον οποίο μια από της μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου, η Τζένεραλ Μοτορς, μετέτρεψε τη γενέθλια πόλη της, το Φλιντ του Μίσιγκαν, σε μια πόλη-φάντασμα. Στην προσπάθειά του να μάθει γιατί η GM θα ήθελε να κάνει ένα τέτοιο πράγμα, ο Michael Moore, γεννημένος κι αυτός στο Φλιντ, αποπειράται να συναντήσει τον διευθυντή της εταιρείας, τον Ρότζερ Σμιθ, και να του προτείνει να βγούνε να πιούνε καμιά μπύρα και «να το κουβεντιάσουν το θέμα». Ανάμεσα στις προσπάθειές του να δει τον Σμιθ, ο Moore μας προσφέρει ένα αλλόκοτο ταξίδι μέσα από το Φλιντ, συνοδευόμενος καθ οδόν από τον Ρόναλντ Ρίγκαν, τη Μις Αμέρικα, τον Πατ Μπουν και διάφορες τηλεοπτικές προσωπικότητες--όλοι εκ των οποίων εμφανίζονται για να σώσουν το Φλιντ από την καταστροφή.
Για να συγκεντρώσει τα χρήματα της παραγωγής, o Moore πούλησε μέχρι και το σπίτι του. Το αποτέλεσμα ήταν θριαμβευτικό. To Roger and Me προβλήθηκε σε όλον τον κόσμο, βραβεύτηκε από τα σημαντικότερα φεστιβάλ (Βερολίνο, Τορόντο, Σικάγο κλπ) και αναδείχθηκε τελικά σε ένα από τα πιο επιτυχημένα ντοκιμαντέρ της ιστορίας.
ΚΑΤΟΙΚΙΔΙΑ Ή ΚΡΕΑΣ / PETS OR MEAT: THE RETURN TO FLINT
Η ταινία αποπειράται, με το σατιρικό τρόπο του Michael Moore, να αποτελέσει μια σύγχρονη εκδοχή του ‘Ο Ρότζερ κι εγώ’, παραλληλίζοντας τα προβλήματα της πόλης του Φλιντ με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Αμερική σαν χώρα. Ο Moore συνομιλεί με τον επιτυχημένο συγγραφέα και πρώην εργάτη της αυτοκινητοβιομηχανίας Μπεν Χάμπερ, την «κυρία με τα κουνέλια» ή Ρόντα Μπρίτον, και τον «βοηθό σερίφη» Φρεντ Ρος, οι οποίοι πρωταγωνιστούσαν στο ‘Ο Ρότζερ κι εγώ’. Περιπαίζει επίσης τον δήμαρχο Γούντροου Στάνλι, ο οποίος αρνήθηκε να μιλήσει με τον Moore για τις ανάγκες της ταινίας. Η πιο ανατριχιαστική στιγμή της είναι το θέαμα ενός φιδιού που καταπίνει ολόκληρο ένα κουνέλι, μια σκηνή που ο Moore περιγράφει ως συμβολισμό του τρόπου που η Τζένεραλ Μότορς καταβροχθίζει το Φλιντ.
ΚΑΝΑΔΙΚΟ ΜΠΕΙΚΟΝ / CANADIAN BACON
Στην ταινία ‘Καναδικό μπέικον’, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, αντιμέτωπος με χαμηλή δημοτικότητα και οικονομική ύφεση, σχεδιάζει τρόπους με τους οποίους προτίθεται να ξανακερδίσει την υποστήριξη του αμερικανικού λαού δημιουργώντας μια νέα αυτοκρατορία του κακού: τον Καναδά. «Άρχισα να σκέφτομαι το θέμα της ταινίας κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Κόλπου», λεει ο Michael Moore. «Βασικά, είχα εντυπωσιαστεί από το πόσο γρήγορα ο αμερικανικός λαός πήρε το μέρος του Προέδρου, παρότι πολλοί Αμερικανοί δεν ήξεραν καν πού ήταν το Ιράκ. Αναρωτήθηκα λοιπόν το εξής: Αν ο πρόεδρος ανακήρυσσε οποιαδήποτε τυχαία χώρα εχθρό των ΗΠΑ, θα τον υποστήριζε σύσσωμο το έθνος;»
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ / THE BIG ONE
Παρόμοιο σε ύφος με το Ο Ρότζερ κι εγώ, ‘Ο μεγάλος’ πάει πιο πέρα από την ιστορία μιας μονάχα πόλης (του Φλιντ) και στοχεύει στο μαλακό υπογάστριο της αποκαλούμενης «οικονομικής ανάκαμψης». Το αποτέλεσμα είναι άλλοτε ξεκαρδιστικό και άλλοτε καταρρακωτικό. Η ταινία είναι ένα χρονικό μιας τρίμηνης περιοδείας που έκανε ο Michael Moore για να προωθήσει το βιβλίο του Downsize This!. Συνοδεύοντας, τον Moore από παρουσιάσεις του βιβλίου του σε βιβλιοπωλεία, σε εμφανίσεις σε πανεπιστήμια και συνεντεύξεις στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο, οι συνοδοί που προσέλαβε ο εκδοτικός οίκος Random House κάνουν ότι μπορούν για να τηρηθεί το αυστηρό πρόγραμμα. Εννοείται βέβαια ότι ο Moore έχει άλλα σχέδια.
AΚΗΡΥΧΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ / BOWLING FOR COLUMBINE
Στην ταινία αυτή ο Michael Moore εξετάζει την εμμονή των Αμερικανών με τα όπλα. Πώς γίνεται στις ΗΠΑ οι θάνατοι από πυροβόλα όπλα να ανέρχονται κάθε χρόνο στους 11.000 περίπου, ενώ στον Καναδά στους 165; Ίσως στις ΗΠΑ η πρόσβαση σε όπλα να γίνεται πιο εύκολα. Ο Moore βρίσκει μια τράπεζα στο Μίσιγκαν που σου δίνει δώρο ένα όπλο όταν ανοίξεις καινούργιο λογαριασμό. Ωστόσο, οι Καναδοί έχουν κι αυτοί αρκετά όπλα καταχωνιασμένα στα υπόγεια και τις ντουλάπες των σπιτιών. Στη συνέχεια, ο Moore εξετάζει τον ρόλο των ΜΜΕ και τον φόβο που εμπνέουν στον κόσμο. Ομολογεί ότι είναι κι ο ίδιος μέλος του NRA (της Εθνικής Ένωσης Οπλοχρηστών), ενώ την ίδια ώρα έρχεται σε αντιπαράθεση με τον Τσάρλτον Ίστον, μια από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του NRA. Ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται στους δυο μαθητές του λυκείου του Κολουμπάιν, οι οποίοι πήγαν κι έπαιξαν μπόουλινγκ κι ύστερα πήγαν στο σχολείο και σκότωσαν συμμαθητές τους, δασκάλους τους και τέλος αυτοπυροβολήθηκαν και οι ίδιοι. Η ταινία περιλαμβάνει ανατριχιαστικές σκηνές που τράβηξαν οι κάμερες ασφαλείας του σχολείου. Ο Moore συνδέει τη σφαγή με το γειτονικό εργοστάσιο όπλων της Lockheed Martin, υπαινισσόμενος ότι οι συνήθειες εν οίκω έχουν συνέπειες εν δήμω...
FAHRENHEIT 9/11
Βραβευμένο με τον Χρυσό Φοίνικα των Κανών από τον Quentin Tarantino, το ντοκιμαντέρ του Michael Moore, επικεντρώνεται, με το ύφος μιας πολεμικής, στην αντιφατική προσωπικότητα του προέδρου George W. Bush.
Το ντοκιμαντέρ αυτό, δείγμα μια ανήσυχης, ερευνητικής και μαχητικής δημοσιογραφίας, συγκροτείται από τις αθέατης πλευρές της πιο χαοτικής περιόδου στην πρόσφατη ιστορία των ΗΠΑ: οι εκλογές του 2000 με το αμφισβητούμενο αποτέλεσμα, ο ρόλος των Media και ο έλεγχος της κοινής γνώμης, οι διακοπές διαρκείας 8 μηνών του νέου προέδρου, η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου και οι σχέσεις της οικογένειας Bush με τους Σαουδάραβες, ο περιορισμός των πολιτικών ελευθεριών συνέπεια της 11ης Σεπτεμβρίου, η επίθεση στο Αφγανιστάν και η πολιτική των πετρελαίων, η πολιτική του τρόμου και ο πόλεμος στο Ιράκ και τέλος οι επιπτώσεις του πολέμου στις μικρές κοινότητες της Αμερικής.
SICKO
Το ντοκιμαντέρ του Michael Moore καταπιάνεται με ιστορίες καθημερινών Αμερικανών, των οποίων οι ζωές τους έχουν καταστραφεί από το αμερικανικό σύστημα υγείας. Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή από την διακυβέρνηση Νίξον θα ταξιδέψει ανά τον κόσμο σε χώρες όπου παρέχεται κρατική ιατρική περίθαλψη, όπως ο Καναδάς, η Γαλλία και η Βρετανία για να καταλήξει στη γειτονική Κούβα.
Ο Michael Moore δηλώνει σχετικά: «...Ενας από τους μεγαλύτερους μύθους είναι ότι ο ιδιωτικός τομέας (στην Υγεία) είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να λύσεις το πρόβλημά σου, γιατί έχει λιγότερα διαδικαστικά και είναι πιο αποτελεσματικός. Στην πραγματικότητα αυτό είναι ένα ψέμα, ιδίως για την ιατρική περίθαλψη. Οι ιδιωτικές ασφαλιστικές ξοδεύουν σχεδόν το 25% του προϋπολογισμού τους σε γραφειοκρατικές διαδικασίες.
(...) To σύστημα είναι βαθιά διαβρωμένο. Βασίζεται στην απληστία και το κέρδος. Πιστεύω ότι όταν πρόκειται για την υγεία των ανθρώπων, το κέρδος θα έπρεπε να είναι το ύστατο μέλημα. Είναι παρόμοιο με κάποια άλλα αγαθά που πρέπει να παρέχονται από το κράτος, όπως η παιδεία, ή η παροχή νερού».
ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΕΡΩΤΑ/ CAPITALISM: A LOVE STORY
Στο κέντρο της ταινίας ο Michael Moore θέτει τις καταστροφικές συνέπειες που έχουν στις ζωές των πολιτών, ο καπιταλισμός, η επαγγελματική κυριαρχία και τα ανεξέλεγκτα κίνητρα για κέρδος. «Είναι η ιδανική ρομαντική ταινία. Τα έχει όλα: πάθος, λαγνεία και 14.000 θέσεις εργασίας που μένουν κενές κάθε μέρα», δήλωνει ο Moore και πρόσθεσε: «Πρόκειται για μια απαγορευμένη αγάπη, που δεν μπορείς ούτε το όνομά της να προφέρεις. Αυτό είναι ο καπιταλισμός». Ο Αμερικανός σκηνοθέτης έκανε έκκληση στους εργαζόμενους της Γουολ Στριτ να μοιραστούν μαζί του τις εμπειρίες και τις γνώσεις τους λέγοντας: «Γίνετε ήρωες και βοηθείστε με να ξεσκεπάσω την μεγαλύτερη κομπίνα στην ιστορία της Αμερικής». Αυτό το project είχε ανακοινωθεί κατα τη διάρκεια του Φεστιβάλ Κάννες και ο Moore αστειευόταν λέγοντας ότι ο τίτλος της ταινίας θα είναι «Μια κωμωδία του Michael Moore για το τέλος του κόσμου όπως το ξέρουμε».
Οι βαρόνοι της οικονομίας και των επενδύσεων αποτελούν τον εχθρό σ' αυτήν την ταινία του Michael Moore. «Αυτή η ταινία δεν πρόκειται να είναι ένα μάθημα οικονομικών αλλά μια ταινία με βαμπίρ. Οι βασικοί χαρακτήρες αντί να ρουφούν το αίμα των θυμάτων τους, ρουφούν τα χρήματά τους, που ποτέ δεν είναι αρκετά», τονίζει ο Moore που υποστηρίζει ότι ακόμα και αν κάποιος δεν συμφωνεί απόλυτα με την πολιτική των ταινιών του σίγουρα θα γελάσει παρακολουθώντας τις.
(Πηγή δελτίο τύπου του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, σημειώσεις για την παραγωγή. Επιμέλεια Δ. Μ.)