cher1.jpg

«Όταν ανακάλυψα το θέατρο και τον κινηματογράφο για πρώτη φορά σε ηλικία 15 ετών, συνειδητοποίησα ότι αυτό το επάγγελμα και μόνον ήθελα να κάνω: σκηνοθεσία. Ήθελα να γίνω ο διοργανωτής πίσω από το θέαμα. Αυτό που με τράβηξε ήταν η δύναμη της εικόνας και δευτερευόντως πώς θα κάνω τους ηθοποιούς να μεταφέρουν αυτό το στοιχείο. Και αυτή ακριβώς είναι η μαγεία του επαγγέλματος: πώς δηλαδή να διηγηθούμε ιστορίες μέσω των εικόνων και των ηθοποιών». Αυτό δήλωσε ο Γάλλος σκηνοθέτης Patrice Chéreau στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε στο πλαίσιο του 46ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Μιλώντας για τις δυσκολίες που συνάντησε στη δουλειά του καθώς και για το πώς ξεπέρασε τους φόβους και τις αμφιβολίες που προέκυψαν από αυτές, ο κ. Chereau είπε χαρακτηριστικά: «Στην ηλικία των 19 ετών δεν έχουμε αμφιβολίες. Στα 60 μας, ναι, υπάρχουν ενδοιασμοί, όχι όμως στα 19. Σ' αυτήν την ηλικία μάς διακατέχει μια δύναμη αυτόνομη, αυταρχική, ακόμη και τυραννική. Ένιωθα ότι θέλω να κάνω αυτό το επάγγελμα, να παράγω εικόνες. Κι έτσι ζούσα μια διπλή ζωή. Το απόγευμα ασχολιόμουν με το θέατρο και το βράδυ σπούδαζα στο καλύτερο πανεπιστήμιο, τη Γαλλική Ταινιοθήκη, όπου έβλεπα διάφορες ταινίες και ρουφούσα τον παγκόσμιο κινηματογράφο. Οι ενδοιασμοί και οι αμφιβολίες ήρθαν αργότερα. Βεβαίως αυτά τα στοιχεία υπάρχουν για κάθε παραγωγή, για κάθε θέαμα ξεχωριστά. Και ακριβώς αυτές οι αμφιβολίες με οδήγησαν στην ανάγκη να κάνω περισσότερο κινηματογράφο παρά θέατρο. Η διαδικασία αυτή άλλαξε τη ζωή μου, ήταν κάτι που το επιθυμούσα πάντα και τελικά μόλις τώρα το κατάφερα».
cher2.jpgΟ Patrice Chéreau αναφέρθηκε εκτενώς στις διαφορές ανάμεσα στο θέατρο και τον κινηματογράφο: «Πιστεύω ότι είμαι ένας από τα ελάχιστα μέλη μιας πολύ κλειστής λέσχης που κάνουν και τα δύο είδη. Στα νιάτα μου τα πρότυπά μου ήταν ο Μπέργκμαν, ο Καζάν, ο Ουέλς, ο Κασσαβέτης, δημιουργοί που ασχολήθηκαν και με το θέατρο και με τον κινηματογράφο. Και το ερώτημα πάντα ήταν αν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στα δύο είδη. Ωστόσο, το πραγματικό ερώτημα που κρύβεται πίσω απ' αυτήν την ανησυχία είναι αν μπορούμε τελικά να κάνουμε και τα δύο είδη. Πιστεύω, όμως, βαθύτατα ότι πρόκειται στην ουσία για το ίδιο επάγγελμα: να διηγείσαι ιστορίες με διαφορετικά εργαλεία, αλλά πάντα μέσω των ηθοποιών. Και αυτό είναι που μ' αρέσει να κάνω. Είμαι πεπεισμένος, λοιπόν, ότι πρόκειται για το ίδιο επάγγελμα».
Όσο για τις εμφανίσεις του ως ηθοποιού σε κάποιες ταινίες, ο κ. Chereau είπε χαρακτηριστικά ότι δε θεωρεί τον εαυτό του καλό ηθοποιό του κινηματογράφου. «Έχω παίξει σε κάποιες ταινίες, μετά από σχετική πρόσκληση κάποιων σκηνοθετών. Δέχτηκα λόγω της ματαιοδοξίας μου», είπε χαριτολογώντας, ενώ αφηγήθηκε την ιστορία της συμμετοχής του στην ταινία Ισορροπιστές του Νίκου Παπατάκη: «Δεν ήταν καλή η παρουσία μου και ο σκηνοθέτης δεν έμεινε ευχαριστημένος από μένα. Ευτυχώς το φιλμ ήταν αρκετά μεγάλο κι έτσι η σκηνή όπου εμφανιζόμουν κόπηκε στο μοντάζ. Αυτό ήταν και η ιδανική λύση για μένα, διότι μπορούσα να ισχυρίζομαι ότι έπαιξα στην ταινία του Παπατάκη, αλλά κανείς με δεν είδε». Ο ίδιος συμπλήρωσε: «Αισθάνομαι τόσο έντονα σκηνοθέτης, ώστε κάθε φορά που παίζω σε μια ταινία, νιώθω ότι πρόκειται για χάσιμο χρόνου, θα μπορούσα σ' αυτό το χρόνο που έχασα για να παίξω, να είχα ασχοληθεί με τη δημιουργία μιας ταινίας».
cher3.jpgΣυγκρίνοντας τα θεατρικά έργα με τα κινηματογραφικά σενάρια ο ίδιος είπε: «Στο θέατρο παρουσιάζουμε το κείμενο κάποιου άλλου, του συγγραφέα. Αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό του θεάτρου γέννησε την επιθυμία μου να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο, δεν ήθελα πλέον να είμαι υποταγμένος στα κείμενα άλλων. Ο κινηματογράφος προσφέρει ακριβώς αυτήν την ελευθερία, να επιλέγουμε ένα θέμα δικό μας. Όποια κι αν είναι η αξία του, είναι απολύτως δικό μας».
Σε ό,τι αφορά τη μεταφορά λογοτεχνικών κειμένων στον κινηματογράφο, ο ίδιος εξήγησε ότι αυτά αποτελούν απλώς την αφετηρία της ταινίας: «Είναι η βάση πάνω στην οποία μπορούμε ν' αφήσουμε τη φαντασία μας να δουλέψει. Κι αυτό φαίνεται όσο η ταινία προχωράει, και διαπιστώνουμε ότι έχουμε απομακρυνθεί από το βιβλίο».
Ο Γάλλος σκηνοθέτης εξηγώντας ποια στοιχεία της νουβέλας του Κόνραντ, στην οποία βασίζεται η τελευταία του ταινία, Gabrielle, τον ενδιέφεραν είπε: «Αν και ήταν μια πολύ σύντομη νουβέλα, αυτό που με τράβηξε σ’ αυτήν την ιστορία ήταν το απόλυτο μυστήριο, το απόλυτο αίνιγμα που εμπεριέχει. Πρόκειται για μια ιστορία που αναφέρεται στην ολοκληρωτική καταστροφή ενός άντρα, από τη ζήλια. Στο βιβλίο, λοιπόν, μια γυναίκα αφήνει για πάντα τον σύζυγό της για έναν άλλο άντρα, αφήνοντας πίσω της μια επιστολή. Τρία χρόνια μετά, όμως, επιστρέφει στον σύζυγό της. Αυτό το μυστήριο της πράξης της είναι που με τράβηξε, μια πράξη που κατ' αρχήν είναι οριστική και αμετάκλητη, αλλά τελικά η γυναίκα θα επιστρέψει στον άντρα. Ο τρόπος που σκέφτεται και πράττει αυτή η γυναίκα είναι ένα αίνιγμα, και αυτό ακριβώς με ώθησε να κάνω το βιβλίο ταινία».
cher6.jpgΣε ερώτηση για τις ομοιότητες της ταινίας του Σαρκική Εξάρτηση, με την ταινία του Μπερτολούτσι, Το τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι, ο Patrice Chereau τόνισε ότι δεν το είχε καν σκεφτεί, διότι οι ιστορίες είναι εντελώς διαφορετικές. «Ως σκηνοθέτης αναζητώ τις διαφορές. Μπορεί, λοιπόν, οι ερωτικές σκηνές να είναι παρόμοιες, διότι τελικά αυτό που δείχνουμε είναι η ερωτική πράξη, ωστόσο η διαφορά ανάμεσα στις δύο ταινίες έχει να κάνει με το βάθος των δύο σχέσεων. Όλες οι ερωτικές ιστορίες, άλλωστε, μοιάζουν. Αυτό που αλλάζει από ταινία σε ταινία είναι τα βιώματα και τα συναισθήματα που κάθε δημιουργός βάζει μέσα. Αλλά, επίσης, όλες οι ερωτικές ιστορίες είναι διαφορετικές, αλλιώς θα λέγαμε ότι όλες οι ιστορίες αγάπης που ζούμε είναι ίδιες, κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει». Όσο για το πώς μπορεί να αποδοθεί στον κινηματογράφο η οικειότητα μεταξύ δύο εραστών ο ίδιος είπε: «Σε μια ταινία δείχνουμε τα σώματα και όχι την ανθρώπινη ψυχή. Έτσι, η ομορφιά της ερωτικής πράξης και της οικειότητας που συνεπάγεται παραμένει ένα βαθύ μυστήριο. Δεν ξέρω, λοιπόν, αν καταφέρνουμε να το περάσουμε αυτό. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, οι ταινίες που πραγματεύονται ερωτικές σχέσεις αποκαλύπτουν όλο και περισσότερο τα σώματα των εραστών. Μπορούμε, όμως, να ισχυριστούμε ότι όσο περισσότερα δείχνουμε τόσο περισσότερο λύνουμε το μυστήριο των ανθρώπινων σχέσεων; Δεν το ξέρω», ενώ σημείωσε ότι καμία ερωτική σκηνή δεν έγινε αυτοσχεδιαστικά αλλά όλες ήταν αποτέλεσμα σκληρής πρόβας».
Τέλος, έδωσε τη δική του ερμηνεία στην πρόσφατη εξέγερση των μεταναστών στο Παρίσι: «Από τα τέλη Οκτωβρίου οπότε άρχισαν τα επεισόδια, έχω επισκεφθεί διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις και παρακολουθώντας την τηλεοπτική κάλυψη των μεγάλων δικτύων συνειδητοποίησα ότι δίνεται πολύ μεγαλύτερη διάσταση στα γεγονότα στο εξωτερικό απ' ό,τι στη Γαλλία. Μ' έχουν ρωτήσει αν πρόκειται για μια επανάσταση, για έναν δεύτερο Μάη του '68, για μια μουσουλμανική εξέγερση. Δεν πρόκειται για τίποτα απ' όλα αυτά. Κατά τη γνώμη μου είναι κάτι που συμβαίνει παντού, δεν αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Γαλλίας. Το θέμα είναι ότι υπάρχει μια κατηγορία του πληθυσμού που δεν έχει καμία προοπτική. Κι αυτό γιατί δεν έχουν ενσωματωθεί στο σχολείο, αντιμετωπίζουν τεράστιες διακρίσεις στην επαγγελματική τους απασχόληση και αυτό που συμβαίνει είναι ότι βιώνουν την απόλυτη απουσία του μέλλοντός τους. Ωστόσο, αντιδρούν κάνοντας πράγματα που κι αυτά δεν έχουν μέλλον, αφού πλήττουν γείτονές τους που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση. Πρόκειται για ένα μεγάλο παράδοξο». Ο ίδιος κατέληξε: «Πρόκειται για μια βαθύτατη αποτυχία της γαλλικής κοινωνίας, και των άλλων δυτικών δημοκρατιών, που καταδεικνύει ότι τελικά δεν είναι κοινωνίες ισότητας και ισονομίας για όλους, αλλά μόνο για μερικούς».

(πηγή: δελτίο τύπου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης)